Στις 13 Απριλίου 1970 βγήκε στις αθηναϊκές κινηματογραφικές αίθουσες η κωμωδία Μια τρελή τρελή σαραντάρα με πρωταγωνίστρια τη Ρένα Βλαχοπούλου. Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία που γύρισε η Ρένα με τη Φίνος Φιλμ τη σεζόν 1969-70, μετά την Παριζιάνα που σηματοδότησε την επιστροφή της στην εταιρία, μετά την τριετή αποστασία στον οργανισμό Καραγιάννης-Καρατζόπουλος. Η ταινία βασιζόταν στη θεατρική κωμωδία Σαράντα και... που είχαν γράψει ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Χρήστος Γιαννακόπουλος το 1960 για τη Μαίρη Αρώνη. Στο τέλος της δεκαετίας του '60 το θέμα της σαραντάρας που ερωτεύεται έναν νεότερό της άντρα επανήλθε στη θεατρική επικαιρότητα χάρη στο έργο Σαράντα καράτια των Μπαριγιέ-Γκρεντί που ανέβασε η Έλλη Λαμπέτη, οπότε ο Σακελλάριος διασκεύασε την παλιά του κωμωδία για τη Φίνος Φιλμ και τη Ρένα Βλαχοπούλου και τη σκηνοθεσία της ανέλαβε ο Γιάννης Δαλιανίδης.
Ας δούμε πως υποδέχτηκε η Κριτική την ταινία. Ο Τώνης Τσιρμπίνος παρατηρεί πως το "σαχλό και ανόητο έργο" που ανέβασε η Λαμπέτη δημιούργησε μόδα, καθώς οι κωμωδιογράφοι και οι επιθεωρησιογράφοι άρχισαν να γράφουν έργα και νούμερα με θέμα τη γυναίκα των σαράντα ετών, χωρίς όμως πρωτοτυπία, πνευματώδη επεισόδια ή έξυπνο διάλογο: "Έτσι, απορεί κανείς, γιατί ο κ. Δαλιανίδης χρησιμοποιεί το θέμα αυτό και μάλιστα με την Ρένα Βλαχοπούλου, που το έχει ήδη εξαντλήσει με αρκετά επιθεωρησιακά νούμερα" (μοιάζει πάντως να αγνοεί ο Τσιρμπίνος ότι οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος είχαν προηγηθεί με το δικό τους έργο από την παράσταση της Λαμπέτη). Ο κριτικός θεωρεί πως το "όχι και τόσο έξυπνο σενάριο" συμβάλλει τελικά στη "δημιουργία μιας ακόμα λαϊκής εμπορικής ταινίας που συμβατικά ονομάζομε διασκεδαστική". Τουλάχιστον βρίσκει συμπαθή και τη μουσική του Μίμη Πλέσσα και την τραγουδίστρια Ρένα Κουμιώτη.
Στιγμιότυπο από την ταινία Μια τρελή τρελή σαραντάρα της Φίνος Φιλμ |
Αντίθετα, η Μιρέλλα Γεωργιάδου στην Απογευματινή βρίσκει και την ίδια την ταινία "συμπαθητική", "κομμένη και ραμμένη στα μέτρα" της Ρένας Βλαχοπούλου που βρίσκει την ευκαιρία "να αλωνίζη χωρίς γκέμια επί δίωρον την οθόνη". Συμπαραστάτης της ο Ανδρέας Μπάρκουλης "που βρήκε τον πιο κατάλληλο τρόπο για να τα βγάλη πέρα με τον αταίριαστο ρόλο του: Να τον παίξη με πολύ ψεύτικο πάθος κλείνοντας συνεχώς το μάτι στο θεατή".
Ακόμα πιο ικανοποιημένος ο Φρίξος Ηλιάδης στον Ελεύθερο κόσμο: "Κεφάτο, σπινθηροβόλο, χαριτωμένο, απολαυστικό το σενάριο", σκηνοθετημένο από τον Δαλιανίδη "με την γνωστή του δεξιοτεχνία". Για τις ερμηνείες γράφει: "Η Ρένα Βλαχοπούλου σκορπά και πάλι το πλούσιο γέλιο, με την χιουμοριστική ερμηνεία της και προσδίδει πολλή χάρι στην σαραντάρα ηρωίδα που ενσαρκώνει" πλαισιωμένη "άξια" από τον Μπάρκουλη και τον Γιάννη Μιχαλόπουλο και "ικανοποιητικές" ερμηνείες από τις/τους Μέλπω Ζαρόκωστα, Τασσώ Καββαδία, Δημήτρη Καλλιβωκά, Γιώργο Γαβριηλίδη και Πόπη Άλβα.
Στιγμιότυπο από την ταινία Μια τρελή τρελή σαραντάρα της Φίνος Φιλμ |
Ο Νέστορας Μάτσας στη Βραδυνή αρχίζει την κριτική του με... σπόντες για την αληθινή ηλικία της Ρένας Βλαχοπούλου: "Αν ο τίτλος αποτελεί και... ληξιαρχική πράξι, αυτό λίγο ενδιαφέρει τον θεατή που διασκεδάζει στο μάξιμουμ με την αειθαλή και πολυμήχανη χήρα (...) σαράντα ετών και κάτι (στο 'κάτι' δίνετε όποια αριθμητική ερμηνεία θέλετε)". Την ταινία τη θεωρεί "ειλικρινή στον στόχο και τις επιδιώξεις της": "Σκοπεύει απλά στην εύκολη κι εύπεπτη ψυχαγωγία του θεατή" και το πετυχαίνει με "βασικώς θεμιτά" μέσα και "συγκριτικά λίγους" εκτροχιασμούς "στην υπερβολή και τις ασύδωτες (sic) παραχωρήσεις για το πάση θυσία γέλιο". Θεωρεί μάλιστα πως η "χαριτωμένη" ιστορία "θα κυλούσε πιο γελαστικά και πιο άνετα" αν ο Δαλιανίδης έδινε στην ταινία "πιο κινηματογραφικό ρυθμό και δεν έστηνε τόσο θεατρικά" τους "διασκεδαστικούς" διαλόγους. Και, κλείνοντας, επανέρχεται στη Ρένα: "Για την εύθυμη χήρα της ταινίας τι να πη κανείς; Είναι η Ρένα Βλαχοπούλου! Ένα ηφαίστειο σε συνεχή έκρηξι! Και σε κάτι τέτοια ηφαίστεια δεν έχει θέσι καμμιά κριτική!".
Αντίθετα, ο Γιάννης Κατσάνος στα Σημερινά προσεγγίζει πιο ουσιαστικά (αν και διαφωνώ μαζί του!) την ερμηνεία της Ρένας:
Κρίμα που είναι... σαραντάρα.
Η Ρένα Βλαχοπούλου, με την εκρηκτική της ιδιοσυγκρασία και το αδιάπτωτο κέφι, έχει και στην ταινία αυτή, που είναι κομμένη στα μέτρα της, την ευκαιρία να αποδείξη αυτό που λέγεται πολλές φορές: ότι ο ηθοποιός κατασκευάζει τον ρόλο. Και αν ακόμη δεν της πηγαίνη, γιατί το ερωτικό της αίσθημα δεν είναι τις πιο πολλές φορές πειστικό, καταφέρνει ωστόσο τόσα πολλά στα υπόλοιπα λεπτά του φιλμ, ώστε αξίζει να την απολαύση κανείς για την "παράστασι" που δίνει. Τραγουδάει, παίζει βιολί, χορεύει σε μπαλλέτο τύπου καμπαρέ, μεθάει, ερωτεύεται (;), σατιρίζει την Βλαχοπούλου, παρασύρεται, παίζει, διορθώνει τους άλλους όταν κάνουν "σαρδάμ" [Σημείωση του Rena Fan: τη δόλια την Πόπη Άλβα--και τη διορθώνει τόσο "μέσα" στον ρόλο της!] κ.ά. Με άλλα λόγια, είναι η Ρένα, η Ρένα όμως που θα ήταν και επάνω σε μια επιθεωρησιακή σκηνή, δηλαδή υποχρεωτικά στατική, λίγο περιωρισμένη, φυλακισμένη στους τέσσερις τοίχους του πλατώ. Δυο-τρεις φορές που την άφησαν να βγη στον δρόμο θύμισε (στην φωτιστική κολόνα π.χ.) Σίρλεϋ Μακ Λέην.
Στον ρόλο της σαραντάρας χήρας, που ερωτεύεται έναν... παίδαρο και τα παρατάει όλα για να τον ακολουθήση, ήταν πάντως λιγώτερο πειστική.
Από τους υπόλοιπους πολύ σωστός ο Α. Μπάρκουλης και η Μέλπω Ζαρόκωστα, ενώ πάντοτε συγκρατημένη η κ. Τ. Καβαδία.
Σημερινά, 14-4-1970
Στιγμιότυπο από την ταινία Μια τρελή τρελή σαραντάρα της Φίνος Φιλμ Μια χαρά νομίζω πείθει ως απρόσμενα ερωτευμένη χήρα η Ρένα Βλαχοπούλου. Αλλά τι θα πω εγώ, αφού είμαι ο Rena Fan... |
Και, τέλος, η κριτική του Π. Ν. Λινάρδου στα Νέα επισημαίνει μια αβλεψία του σεναρίου...
Η κουζίνα της Ρένας
Διασκεδαστική κατά διαστήματα φαρσοκωμωδία (από ένα έργο των κ.κ. Σακελλάριου και Γιαννακόπουλου. Σενάριο του πρώτου). Ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης μικρή προσπάθεια κατέβαλε για να βγάλη το θέμα πέρα από τα σύνορα μιας οργανικής στατικότητας. Όλο το βάρος πέφτει στην πρωταγωνίστρια, την Ρένα Βλαχοπούλου, που προσφέρει αλεπάλληλα πιάτα με το μπρίο και τον διασκεδαστικό οίστρο της, έστω και σκηνοθετικά αβοήθητη. Της έρχεται γάντι ο ρόλος μιας "τρελλής" χήρας που αποφασίζει να ξαναζήση. Σωστή, για μια ακόμη φορά, η επίδοσι του Ανδρέα Μπάρκουλη. Διατηρείται στο επίπεδο της ανάλαφρης σάτιρας και εκεί ακόμη όπου αχνίζει η φραστική χοντροκοπιά ή η επιστράτευση (για παραγέμισμα) πολυκαιρισμένων υπονοούμενων. Προσέξτε την προσφορά της Ρένας Κουμιώτη, με ένα τραγούδι του Πλέσσα (Έτσι συγχωρείται και η φαεινή ιδέα του σκηνοθέτη να βάλη την Βλαχοπούλου και τον Μπάρκουλη ν' ακούν την Κουμιώτη σ' ένα νυκτερινό κέντρο και λίγο μετά, κατά τις 9 το βράδυ, η Βλαχοπούλου να επιστρέψη στο σπίτι της. Ή μήπως κάνουμε λάθος;)
Τα Νέα, 14-4-1970
Δεν κάνει λάθος, εκτός και αν εκείνα τα χρόνια δίνονταν στα κέντρα (ή στις μπουάτ) κυριακάτικα "απογευματινά τέια" με όλο το πρόγραμμα...
Η ταινία προβλήθηκε στο τέλος της σεζόν, μια βδομάδα πριν τη Μεγάλη Εβδομάδα της χρονιάς εκείνης, και τα πήγε μια χαρά για... ασπρόμαυρη και σχετικά φτηνή παραγωγή της Φίνος Φιλμ, από εκείνες, όπως έχουμε ξαναπεί, που γυρίζονταν για να καλύψει η εταιρία τα μεγάλα έξοδα των πιο ακριβών παραγωγών της σεζόν--τέτοια ήταν άλλωστε και η Παριζιάνα που προβλήθηκε νωρίτερα την ίδια σεζόν κατακτώντας την 6η θέση (ανάμεσα σε 99 ταινίες) με 554.428 εισιτήρια στην πρώτη προβολή σε Αθήνα-Πειραιά. Η Σαραντάρα κατέκτησε την 11η θέση με 360.495 εισιτήρια. Και οι δυο ταινίες της Ρένας νικήθηκαν από μια ταινία της Αλίκης Βουγιουκλάκη που βρέθηκε στην 1η θέση με 739.001 εισιτήρια: Η Δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά.
Εντελώς συμπτωματικά ανακάλυψα στο αρχείο μου πως σαν σήμερα η ταινία Μια τρελή τρελή σαραντάρα νικήθηκε από μια άλλη ταινία της Βουγιουκλάκη, αυτή τη φορά στην τηλεόραση. Στις 13 Απριλίου 1991 το Mega Channel την πρόβαλε στις 9 το βράδυ απέναντι από τη Μοντέρνα Σταχτοπούτα που πρόβαλε την ίδια ώρα ο ΑΝΤ1. Το αποτέλεσμα της "αναμέτρησης"; Η Σταχτοπούτα απέσπασε ποσοστά θεαματικότητας 16.37%, κατακτώντας την 6η θέση στον πίνακα των 20 εκπομπών με τη μεγαλύτερη θεαματικότητα της εβδομάδας 8-14 Απριλίου 1991, ενώ η Σαραντάρα απέσπασε ποσοστό 13.55% που την έφερε στη 17η θέση--πάντως εντός εικοσάδας! Και έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς, στον πίνακα που δημοσίευσε το περιοδικό 7 Μέρες TV ότι την πρώτη θέση είχαν καταλάβει οι περίφημες Τρεις Χάριτες με ποσοστό 22.49% και την τρίτη θέση το, cult πλέον, Ρετιρέ με 18.90%. Στη δεύτερη θέση βρέθηκε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας με την ταινία Καπετάν Φάντης Μπαστούνι νικώντας Αλίκη και Ρένα, παίρνοντας, μετά θάνατον, τη ρεβάνς γιατί τη σεζόν 1968-69 που πρωτοπροβλήθηκε η συγκεκριμένη ταινία βρέθηκε στην 24η θέση στον πίνακα εισιτηρίων, ενώ η Αλίκη είχε βρεθεί (φυσικά) στην 1η θέση με την ταινία Η αρχόντισσα και ο αλήτης και η Ρένα στη 16η με τη Ζηλιάρα... Ήταν μια περίοδος που ο Κωνσταντάρας γνώριζε πρωτοφανή επιτυχία στην τηλεόραση (δείτε πάντως και τις υπόλοιπες δημοφιλείς εκπομπές στον πίνακα θεαματικοτήτων... Ενδιαφέρουσες αναμνήσεις από τη δεύτερη σεζόν της ιδιωτικής τηλεόρασης--αλλά και η ΕΡΤ παρούσα με το Τόλμη και γοητεία...).
Φωτογραφία από το πρώτο ανέβασμα του έργου Σαράντα και... με τη Μαίρη Αρώνη. Φωτογραφία από την έκδοση Θέατρο '60 του Θ. Κρίτα |
Παρασύρθηκα όμως με τις κατατάξεις... Αν θέλετε να θυμηθείτε την ιστορία του πρώτου ανεβάσματος του Σαράντα και... με τη Μαίρη Αρώνη και το πιο πρόσφατο ανέβασμά του, με τον κινηματογραφικό τίτλο, με τη Βίκυ Σταυροπούλου, μπορείτε να διαβάσετε την παλιότερη ανάρτηση του Rena Fan...
Από το αρχείο του Μάκη Σουρμπή |
Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου