«Εμείς
τα ζούσαμε τα έργα που παίζαμε!»
ΣΩΤΗΡΗΣ
ΚΑΚΙΣΗΣ: Κύριε, Σταυρίδη, έχουμε εδώ μια επιστροφή: ξαναγυρνάτε στο θέατρο,
στην επιθεώρηση:
ΝΙΚΟΣ
ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ: Ήθελα
να ησυχάσω πια. Να ξεκουραστώ. Αρνιόμουνα τους δημοσιογράφους. Ήθελα να ξεκουραστώ.
Αλλά αρχίσανε οι τιμητικές εκδηλώσεις. Και πήγα. Στον Πειραιά. Πολύς κόσμος.
Πάρα πολύς κόσμος. Αρχίσανε τώρα «Γιατί σε χάσαμε; Να βγείτε στο θέατρο, να
βγείτε!», φώναζαν από κάτω ο κόσμος. Το ’να, τ’ άλλο. Ξέρω ‘γω, δίσταζα. «Να σε
ξαναδούμε. Να μη σε βλέπουμε μόνο απ’ το καφεκούτι.» Καφεκούτι εννοούσαν
την τηλεόραση. Η αγάπη του κόσμου. Κάθε τόσο είχα και μία συγκίνηση. Να βγαίνω
έξω, να ‘ρχεται εδώ το ταξί. «Θα λέτε τ’ όνομά σας στην πιάτσα, κύριε
Σταυρίδη», μου είπε ο πρόεδρος των ταξί της Κηφισιάς, «και θα ‘ρχεται αμέσως το
ταξί». Γιατί εδώ δύσκολα έρχονται. Μια συμπάθεια, μια αγάπη.
Στο
λεωφορείο έκανα να ρίξω το εικοσάρι και μου ‘πιανε το χέρι ο σοφέρ και μου
‘λεγε: «Όχι εσύ. Εσύ δεν κάνει». Συγκίνηση μεγάλη. Και τα ταξί δεν
θέλανε λεφτά. Πήγαινα να βγάλω λεφτά, «Τι κάνεις;», μου ‘λεγε. «Ξύνεσαι;» «Όχι,
αγόρι μου, να βγάλω λεφτά να σε πληρώσω.» «Όχι. Άμα σου πάρω λεφτά και το πω
στα παιδιά και στη γυναίκα μου, θα θυμώσουν. Μια φωτογραφία σου θα μου δώσεις».
Συγκινήσεις μεγάλες, μεγάλες συγκινήσεις.
Νίκος Σταυρίδης-Άννα Καλουτά Πηγή φωτογραφίας: Μ. Δελαπόρτας, Άννα Καλουτά: "Η Κυρία Επιθεώρηση", εκδόσεις Ορφέας, 2009 |
Σ.Κ.:
Δεν είναι εύκολο να ζήσετε μακριά από εκείνους που σας αγαπάνε.
Ν.Σ.:
Έτσι είναι. Και τέλος πάντων, βρέθηκε ο Νίκος ο Αθερινός και μ’ έπεισε. Με πήρε
μ’ ένα αμάξι και με πήγε στο θέατρο. Μου άρεσε το θέατρο. Είναι δροσερό, όμορφο. Μεγάλο θέατρο. Τα
καμαρίνια άνετα. Κάθε μέρα στέλνουνε αυτοκίνητο και με πάει και με φέρνει. Όλοι
οι φίλοι μου. Το σκέφτηκα, το ξανασκέφτηκα. Έρχεται και μου κολλάει και η Άννα
η Καλουτά. Άντε, Νίκο, πάμε, πάμε.
Σ.Κ.:
Ε, έχει κάνει κι εκείνη δυο-τρεις επιστροφές στο θέατρο.
Ν.Σ.:
Ναι, ναι, σωστά. Είπα «Κομμάτια να γίνει! Να ξεμουδιάσουμε και λιγάκι». Μου
φαινόταν ότι κάτι είχα αφήσει στη μέση. Ας πάω λέω, να το τελειώσω. Και το πήρα
απόφαση. Και να ‘μαστε.
Ο Νίκος Σταυρίδης ως χούλιγκαν στην επιθεώρηση Το Μινόρε της Αλλαγής, στο θέατρο Μινώα το καλοκαίρι του 1983. Πηγή φωτογραφίας: Σ. Κακίσης, Οι απέναντι, Εκδ. Κίνητρο, 2005 |
Σ.Κ.:
Τι κάνετε στη σκηνή τώρα, τι παίζετε, κύριε Σταυρίδη;
Ν.Σ.:
Κάνω έναν χούλιγκαν. Ξέρετε τι είναι αυτοί οι χούλιγκαν; Αυτοί που πάνε
στα γήπεδα, αυτοί που έχουνε αναρχία, βέβαια, και θεό τους έχουνε την μπάλα.
Βαστάνε μια αλυσίδα και φωνάζουνε «χα, χα, χα» και ΓΚΡΑΠ! Την αμολάνε
την αλυσίδα, και όποιον πάρει ο Χάρος. Έναν τέτοιον κάνω. Ξεκινάω πρώτα σαν
σκέτος Σταυρίδης, φτωχός, κι έρχεται και με ξελογιάζει ο κομπέρ.
Και μου λέει
θα σου δώσω τριάντα χιλιάδες. Διότι ήτανε …ιμπρεσάριος των χούλιγκαν, και
περίμεναν τον αρχηγό των χούλιγκαν απ’ την Αγγλία και δεν ήρθε. Και μου λέει,
«Πρέπει να τον κάνεις εσύ». Τέλος πάντων, με καταφέρνει, με ντύνει, και με
πληρώνει κι από πάνω. Έχει πολύ γέλιο. Να μην το πούμε κι όλο. Λίγα σκετς έχω
παίξει στη ζωή μου με τόσο γέλιο και με τόσο ωραία υπόθεση. Όλη αυτή η
επιθεώρηση είναι πολύ ωραία. Τουαλέτες, μπαλέτα, πάρα πολύ ωραία.
Δ. Παπαγιαννόπουλος, Ν. Σταυρίδης, Μ. Κοντού, Δ. Σκούρα σε ανάγνωση έργου στο θέατρο Σαμαρτζή. Πηγή φωτογραφίας: Αρχείο Κ. Μεγαλοκονόμου, Βασικά Θεατής. Ελληνικό Θέατρο 1950-1960, εκδ. Τόπος, 2008 |
Σ.Κ.:
Κύριε Σταυρίδη, τώρα που οι παλιοί αποσύρθηκαν ή δεν υπάρχουν πια, δεν νομίζετε
ότι θα ‘χουμε προβλήματα με το «εθνικό μας είδος», την επιθεώρηση;
Ν.Σ.:
Ναι, η αλήθεια είναι ότι θα ‘χουμε προβλήματα. Γιατί, ξέρετε, να σας πω ένα
πράγμα: οι παλιοί ηθοποιοί όταν πιάνανε ένα ρόλο στα χέρια, δεν τον
παπαγαλίζανε, να πούνε τα λόγια και να φύγουν. Καθόντουσαν να τον συζητήσουν,
να βγάλουν και προπαντός τα δικά τους. Ένα πράγμα που συνήθιζα εγώ.
Σ.Κ.:
Η πεμπτουσία της επιθεώρησης.
Ν.Σ.:
Δεν είναι μόνο ν’ αποστηθίζεις. Ύστερα, σήμερα, σ’ όσες επιθεωρήσεις πήγα, είδα
ότι δεν τραγουδάνε. Η επιθεώρηση συνδυάζει χορό, τραγούδι και λόγια. Τα
περισσότερα νέα παιδιά δεν τραγουδάνε. Οι παλιοί ήταν σχεδόν όλοι τενοράρε.
Ο Μακρής. Ο Μαυρέας. Ο Αυλωνίτης. Ο Κυριακός. Εγώ βγήκα σχεδόν τενόρος στο
θέατρο. Τα τραγουδάγαμε τα νούμερα. Συμβαδίζαμε με την ορχήστρα, με την αρμονία.
Δεν
είναι εύκολο το μουσικό θέατρο. Μετά, όταν παίζεις, το ρεφραίν, πρέπει να το
χορέψεις. Τώρα εδώ, η Άννα Καλουτά: τι τσάμικα χορεύει, χαλάει ο κόσμος. Ε,
βέβαια. Μπορεί να είναι καλοί ηθοποιοί οι νέοι, αλλά εγώ δοκιμάζω τη φωνή μου
καμιά φορά, κι είναι ακόμα καμπάνα.
Σ.Κ.:
Εσείς, κύριε Σταυρίδη, είσαστε άλλη πάστα. Εσείς, ο Αυλωνίτης, ο Μακρής.
Ν.Σ.:
Εμάς το ταλέντο μας πλημμύριζε. Εγώ πριν βγω στην επιθεώρηση, έπαιζα οπερέτες.
Έπαιξα πολλές οπερέτες. Και μετά είδα ότι είχα μια φλέβα κωμική μέσα μου. Κι
άρχισα να πιάνω τα νούμερα. ΤΑ χόρευα τα νούμερα. Χόρευα μάγκικα, και τι
δε χόρευα! Αμέσως πήρε δρόμο η μικρή μου καριέρα απ’ τις τουρνέ. Και πήγα στο
«Θέατρο του Λαού». Κι έκανα ένα νούμερο με τον συγχωρεμένο τον Αυλωνίτη. Πρίμο,
σεκόντο. Χάλαγε ο κόσμος.
Ο Νίκος Σταυρίδης, ο Μίμης Φωτόπουλος και η Γεωργία Βασιλειάδου στην ταινία Η ωραία των Αθηνών. Πηγή φωτογραφίας: www.finosfilms.gr |
Σ.Κ.:
Οι νέοι καταλάβανε πια, κύριε Σταυρίδη. Και τις ταινίες σας όπου παίζονται τις
κυνηγάνε.
Ν.Σ.:
Ξέρετε ένα πράγμα; Το τι αισθάνομαι όταν βλέπω ταινίες μου; Τις βλέπω όλες τις
ταινίες μου. Και παρατηρώ το παίξιμό μου. Την κίνηση των χεριών μου. Πώς
συνταυτίζεται η ψυχή μου, το κεφάλι μου, με την κίνηση των χεριών μου. Ελεύθερα,
να περπατάω, να μιλάω, να, να, να… Φυσικότατα! Και το προσέχω. Μετράω
τον εαυτό μου και το βλέπω αυτό το πράμα, σ’ όλες τις ταινίες. Στα «Κίτρινα
Γάντια», στο «Γαμπρό μου το Δικηγόρο», στο «Έλα στον θείο», στο «Ευτυχώς
τρελάθηκα».
Πηγή φωτογραφιών: Σ. Κακίσης, Οι απέναντι, εκδ. Κίνητρο, 2002 |
Σ.Κ.: Προχτές η τηλεόραση είχε τους «Δοσατζήδες».
Ν.Σ.
Η τηλεόραση! Και τα δύο κανάλια με τιμάνε. Μου βάζουν κάθε βδομάδα ταινίες.
Αλλά δεν παίρνουμε τίποτα. Έξω οι ηθοποιοί με μία λέξη στην τηλεόραση, ξέρετε
πόσα πληρώνονται; Δεν μπορείτε να φανταστείτε! Πρέπει να κάνουμε μία κίνηση να
μας πληρώνουνε. Όπως έκανε κάποτε ο Αλέκος ο Αλεξανδράκης. Αλλά κι αυτός δεν
κατάφερε τίποτα. Τα λεφτά τα παίρνουν οι παραγωγοί. Τότε υπογράφαμε τον βαρύ
όρο, πίσω: «Και ουδεμίαν άλλην απαίτησιν έχω». Αυτά βγάζει η τηλεόραση μπροστά
και δεν παίρνουμε πεντάρα. Να το παράπονό μου.
Και
το άλλο: ύστερα από 44 χρόνια, στη σκηνή, βγήκα στη σύνταξη με 17 χιλιάδες…,
ούτε εφ’ άπαξ ούτε τίποτα. Εδώ ο εφημεριδοπώλης και παίρνει 30-35 χιλιάδες. Εγώ
με 1800 ένσημα και 44 χρόνια, παίρνω 28 χιλιάδες τώρα. Πρέπει η Πολιτεία να
κάνει κάτι. Να γίνει ένας νόμος για τους παλιούς ηθοποιούς, δεν είμαστε και
πολλοί. Να μας περάσουν σε μίαν άλλη κλίμακα συντάξεων. Με 1800 ένσημα! Που
ήθελα 1100 κι εγώ είχα κολλήσει 1800!
Σ.Κ.:
Ελπίζω να διαβάσει αυτά κάποιος αρμόδιος. Ας πούμε όμως κάτι πιο εύθυμα
πράγματα: τον Ολυμπιακό τον παρακολουθείτε ακόμα;
Ν.Σ.:
Τον Ολυμπιακό! Δόξα τω Θεώ, τον παρακολουθώ. Έρχονται από εδώ και με παίρνουνε
και πάω κάτω. Με δουλεύουν κιόλα εκεί μέσα. «Κουρέλα» με φωνάζουνε. Οι
αντίθετοι, να πούμε. Τώρα, όμως, φέτος, απεδείχθη η ομάδα γερή. Πάρα πολύ γερή.
Έληξε το πρωτάθλημα δυο αγωνιστικές πριν το τέλος. Είδα στην τηλεόραση τη
«φιέστα». Έδειξε και τον Αναστόπουλο. Αυτός με το τρακ που είχε για να πάρει το
παπούτσι, τα ‘ριξε όλα έξω. Το πήρε όμως τελικά. Με το τρίτο πέναλτι. Όλα τα
παιδιά τα λατρεύω. Τον Μητρόπουλο, τον Σαργκάνη. Αυτόν τον έφερε ο Γκόρσκι. Θα
φύγει ο Γκόρσκι; Έκανε κι αυτός επιστροφή σαν και μένα. Έρχεται, φεύγει.
Είχε πάρει και τη σύνταξή του στην Πολωνία.
Σ.Κ.:
Κάθε δουλειά θέλει μαστόρους. Οι καλοί δεν αντικαθίστανται εύκολα.
Ν.Σ.:
Έτσι είναι. Η φυσικότητα που λέγαμε που χρειάζεται στη δική μας δουλειά, ήτανε
μια αβάντα που είχα εγώ. Εκεί ήμουνα εγώ καλός. Όπως είμαι στο δρόμο,
είμαι και στη σκηνή. Εκεί στήριξα την επιτυχία μου επί τόσα χρόνια. Και στην ετοιμολογία
μου. Μου μιλάγανε από κάτω και τους απαντούσα αμέσως.
Εμείς είχαμε αντίκρισμα ζωής. Περάσαμε πολλά, πολέμους. Σήμερα είναι εύκολα τα πράγματα. Εμείς παλέψαμε σκληρά. Και κωμικοί δεν υπάρχουν πια. Έχουν αδυναμίες οι νέοι. Ίσως, σιγά σιγά, με το χρόνο, ν’ αποκτήσουνε πείρα. Εμείς τα ζούσαμε τα έργα που παίζαμε. Πλημμύριζε το καβουράκι, μέσα μου: Το ταλέντο. Εγώ έχω παίξει και πρόζα: «Ο Δολοφόνος τα ’κανε θάλασσα», «Όταν Γυρίζουν τα Χελιδόνια». Το «Απ’ τον Ουρανό στη Γη». Γερά έργα. Που μίλαγα με το Θεό. Το «Εδήλωσα Τρελός». Να είμαι στη σκηνή δύο ώρες. Αυτό είναι. Και να είσαι ο ίδιος. Να μην είσαι άλλος στην πρώτη κι άλλος στη δεύτερη πράξη. Αυτό είναι το δύσκολο.
Αλλά
το διασκεδάζαμε κιόλα. Ξέρετε ότι όταν ο επιχειρηματίας επρόκειτο να πάρει
Αυλωνίτη και Σταυρίδη μαζί, το σκεφτότανε. Γιατί δεν μπορούσε να βλέπει ο ένας
τον άλλο στη σκηνή: γελάγαμε. Δεν μπορούσαμε να τελειώσουμε το νούμερο. Γελάγαμε!
Ελεύθερη Γνώμη,
3-7-1983
(Σωτήρης Κακίσης,
«Οι Απέναντι», εκδόσεις Αδάμ, επανέκδοση Κίνητρο)
* * * * * * * * *
* *
Σαν σήμερα, 12
Δεκεμβρίου του 1987, πέθανε ο Νίκος Σταυρίδης, και με αυτή την αφορμή αποφάσισα
να αναρτήσω μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις που έδωσε. Ευχαριστώ πολύ τον
Σωτήρη Κακίση, που, όπως και στο παρελθόν (διαβάστε εδώ, εδώ, εδώ και εδώ), έδωσε
την άδειά του να αναδημοσιευτεί η συνέντευξη στο μπλογκ.
Η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Νίκος Σταυρίδης στην επιθεώρηση Άλλος για το φεγγάρι, στο θέατρο Διάνα (σεζόν 1957-58). Πηγή φωτογραφίας: Μ. Δελαπόρτας, Βίβα Ρένα, εκδ. Άγκυρα, 2002 |
Ο Νίκος Σταυρίδης
συνεργάστηκε αρκετές φορές με τη Ρένα Βλαχοπούλου σε κομβικές στιγμές της
καριέρας της. Συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 1951, στο θέατρο
Σαμαρτζή, στην επιθεώρηση Φεστιβάλ στην Αθήνα: η Ρένα είχε μόλις
επιστρέψει από την Αμερική και επανεμφανιζόταν στο ελληνικό μουσικό θέατρο,
έπειτα από απουσία έξι ετών. Άρχιζε, όπως λένε οι πηγές, σιγά-σιγά να
ξαναχτίζει τη σχέση της με το κοινό, ωστόσο με τη βοήθεια του Νίκου Σταυρίδη, 3
χρόνια μετά, έδωσε μια νέα διάσταση σε αυτή τη σχέση: με τον μεγάλο κωμικό στο
πλάι της, και υπό τη σκέπη της Σοφίας Βέμπο, γίνεται κωμική ηθοποιός και αποκτά
το διαβατήριο για την αθανασία.
Το θέατρο Βέμπο το καλοκαίρι του 1954 Πηγή φωτογραφίας: Σελίδα Μουσικό Θέατρο (Facebook) του Γιάννη Χριστόπουλου |
Ήταν το καλοκαίρι
του 1954, στην επιθεώρηση Σουσουράδα των Γιώργου
Γιαννακόπουλου-Μίμη Τραϊφόρου, με μουσική του Μενέλαου Θεοφανίδη. Αν και η Ρένα
προσλήφθηκε αρχικά ως τραγουδίστρια στον θίασο, με την επιμονή του Τραϊφόρου
και του Σταυρίδη δέχεται να παίξει στο σκετσονούμερο «Κάνε μου τέτοια»: ο
Σταυρίδης της κάνει κόρτε επί σκηνής, εκείνη είναι αρχικά δειλή και άβγαλτη και
τελικά υποκύπτει και οι δυο τους τραγουδούν το κλασικό «Άλα, πασά μου, κάνε μου
τέτοια!» Το αποτέλεσμα στην πρεμιέρα είναι τρία μπιζ και η ομολογία του Νίκου
Σταυρίδη στα παρασκήνια: «Τραϊφόρε… Με διέλυσε η κωλοκερκυραία!»
Καλώς ή κακώς το
τραγούδι κυκλοφόρησε σε δίσκους με τη Ρένα και τον Πάνο Σάμη, αλλά έχει
διασωθεί η παρτιτούρα στην οποία φαίνεται η εξέχουσα θέση και του Σταυρίδη στην
επιτυχία του ντουέτου!
Μετά το θέατρο
Βέμπο, Σταυρίδης και Βλαχοπούλου συναντήθηκαν στο θέατρο Διάνα τη σεζόν 1957-58
(σε μια φιλότιμη προσπάθεια του Σταυρίδη και του συμπατριώτη του και φίλου του από τη Σάμο Μενέλαου Θεοφανίδη να
αναστηθεί η μουσική κωμωδία—θα αναφερθούμε κάποια άλλη φορά σε αυτήν), στο
Ριάλτο το καλοκαίρι του 1958 (στη μεγάλη επιτυχία Γρανίτα και χωνάκι στην οποία
η Ρένα συνέπραξε εκτάκτως για έναν μήνα), στο Ακροπόλ τη σεζόν 1967-68 και στο
Κοτοπούλη-Ρεξ τη σεζόν 1972-73.
Ν. Σταυρίδης-Ρ. Βλαχοπούλου σε πρώιμο γύρισμα της Ζηλιάρας. Πηγή φωτογραφίας: Μ. Δελαπόρτας, Βίβα Ρένα, εκδ. Άγκυρα, 2002 |
Η επιτυχημένη
συνεργασία τους παρά λίγο να αποτυπωθεί και στον κινηματογράφο, τη σεζόν
1968-69, στην ταινία του Κώστα Καραγιάννη Η ζηλιάρα. Όπως αποκαλύπτει μια
φωτογραφία που δημοσίευσε ο Μ. Δελαπόρτας στο βιβλίο του Βίβα Ρένα, τα
γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν με τον Νίκο Σταυρίδη στο πλευρό της Ρένας. Για
κάποιον λόγο όμως τελικά ο Σταυρίδης αντικαταστάθηκε από τον Γιώργο
Κωνσταντίνου.
Σε κάθε περίπτωση
όμως ο Νίκος Σταυρίδης θα παραμείνει στην ιστορία ως ο πρώτος θεατρικός
παρτενέρ της Ρένας Βλαχοπούλου και φυσικά ως ένας τεράστιος κωμικός στην
επιθεώρηση, την πρόζα και την κινηματογραφική κωμωδία…