Στις 31 Ιανουαρίου 1962 δόθηκε η τελευταία παράσταση του έργου Της φυλακής στα σίδερα που παρουσίαζε στο θέατρο Καλουτά ο "Θίασος Γυναικών" με επικεφαλής τις Άννα και Μαρία Καλουτά, Ρένα Βλαχοπούλου, Καίτη Μπελίντα και Μπέτυ Μοσχονά. Επρόκειτο για ένα πολύ φιλόδοξο εγχείρημα των αδελφών Καλουτά που φαίνεται πως, ενώ στέφθηκε από καλλιτεχνική επιτυχία, ήταν αποτυχημένο εμπορικά.
Η αναγγελία του εγχειρήματος αυτού έγινε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1961. Από καιρό είχε αποφασιστεί ότι το εναρκτήριο έργο του θεάτρου "Άννα και Μαρία Καλουτά" (που εγκαινιάστηκε στις 9 Οκτωβρίου 1961) θα ήταν η Οδύσσεια του Μανώλη Σκουλούδη που παρουσίαζε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη με πρωταγωνίστρια τη Μαίρη Αρώνη. Από σεμνότητα οι αδελφές Καλουτά δεν ήθελαν να εμφανιστούν ως πρωταγωνίστριες στο πρώτο έργο που θα παρουσιαζόταν στο θέατρό τους. Έτσι αποφάσισαν πιο διακριτικά να παρουσιάσουν ένα έργο σε ώρες που δεν έπαιζε ο θίασος του Κατράκη, δηλαδή σε προ-απογευματινές παραστάσεις που θα ξεκινούσαν στις 4 το απόγευμα (η απογευματινή της Οδύσσειας ξεκινούσε στις 6.20) καθώς και κάθε Κυριακή στις 11 το πρωί (οι τακτικές πρωινές κυριακάτικες παραστάσεις, ιδιαίτερα μουσικών κωμωδιών, ήταν μια μόδα της δεκαετίας του '40, ιδίως της Κατοχής, δεν είμαι σίγουρος αν επαναλήφθηκε ξανά τα επόμενα χρόνια...).
Αποφάσισαν μάλιστα να καλέσουν τρεις ακόμα πρωταγωνίστριες της μουσικής σκηνής, τη Ρένα Βλαχοπούλου, την Καίτη Μπελίντα και την Μπέτυ Μοσχονά, και ζήτησαν από τον συγγραφέα Γιώργο Γιαννακόπουλο να γράψει ένα μουσικό έργο αποκλειστικά για γυναικείο θίασο. Ζήτησαν επίσης τη συνδρομή δύο ακόμα Γιώργηδων, του Ανεμογιάννη για τις σκηνογραφίες και του Κατσαρού για τη μουσική. Το αποτέλεσμα ήταν έτοιμο να παρουσιαστεί στο κοινό στις 24 Νοεμβρίου 1961. Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 20 Νοεμβρίου, συνδυάζοντας το τερπνόν μετά του ωφελίμου, ο Θίασος Γυναικών προέβη σε δύο διαφημιστικές κινήσεις: πρόσφερε δώρα στα παιδιά του Ζάννειου ορφανοτροφείου στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στο Παλλάς να παρακολουθήσει την ταινία Τα τρελά κορίτσια της Εύας.
Ο "Θίασος Γυναικών" Φωτογραφία από το βιβλίο του Μ. Δελαπόρτα Άννα Καλουτά. Η βασίλισσα της επιθεώρησης (εκδ. Ορφέας, 2008) |
Για την πρεμιέρα, γράφτηκε στον Τύπο, στάλθηκαν προσκλήσεις σε όλες/όλους τις πρωταγωνίστριες/τους πρωταγωνιστές του ελληνικού θεάτρου. Ανάμεσα εκείνες/εκείνους που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα ήταν η κυρία Κυβέλη, ο Δημήτρης Χορν, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, η Τζένη Καρέζη, ο Αλέκος Σακελλάριος, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο θεατρικός επιχειρηματίας Γιώργος Χέλμης (ο σύζυγος της Μαρίκας Κοτοπούλη) και φυσικά ο Μάνος Κατράκης. Παρέστη επίσης ένας μύθος του μουσικού θεάτρου, ο Πέτρος Κυριακός (λίγες/-οι γνώρισαν την επιτυχία που είχε γνωρίσει προπολεμικά ο θρυλικός Πετράν), ο οποίος, μετά το τέλος της παράστασης, ανέβηκε στη σκηνή για να συγχαρεί τις πρωταγωνίστριες και να πει δυο λόγια στο κοινό.
Ο Πέτρος Κυριακός περιστοιχισμένος από τις πρωταγωνίστριες Φωτογραφία από τη σελίδα του Facebook Μουσικό Θέατρο του Γιάννη Χριστόπουλου |
Η υποδοχή της κριτικής ήταν πολύ θετική. Έχω εντοπίσει ως τώρα πέντε κριτικές που όλες μιλούν για μια πρωτότυπη ιδέα πολύ καλά εκτελεσμένη. Ο Άγγελος Δόξας έγραψε πως το όλο εγχείρημα του δημιούργησε το αίσθημα της "αυτάρκειας": "Είκοσι γυναίκες και άντρας κανείς. Και δεν είναι μόνο ο θίασος γυναικείος αλλά και η επιχείρησι και η διεύθυνσι και το κτίριο (...) που είναι καρπός του μόχθου της Μαρίας και της Άννας Καλουτά που ξέχωρα από το ταλέντο τους, είναι άξιες ιδιαιτέρας εκτιμήσεως για την εργατικότητά τους". Ο Κοκ. στην Ακρόπολη χαρακτηρίζει την ιδέα και πρωτότυπη και τολμηρή--δεν θυμάται άλλη περίπτωση έργων αποκλειστικά με γυναίκες ηθοποιούς, ενώ παραθέτει κάποια αντίστροφα παραδείγματα (του διέφυγε μάλλον Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα που το πρώτο αθηναϊκό ανέβασμά του είχε πραγματοποιηθεί λίγα χρόνια πριν). Και μολονότι η καινοτομία του εγχειρήματος "δεσμεύει την έμπνευσι και επιβάλλει φραγμούς στη φαντασία ενός συγγραφέως εθισμένου στην ορθόδοξη οικονομία μιας τυπικώς ελαφράς μουσικής δημιουργίας", ο Γιαννακόπουλος "τα εκατάφερε μια χαρά και έδωκε ένα ευχάριστο σε αλληλουχίαν πρωτοτύπων διασκεδαστικών σκετς διανθισμένων με πολύ χιούμορ και αίσθημα. εκμεταλλευθείς ευρύτατα τις πέντε συμπρωταγωνίστριες καθώς και όλα τα πολυάριθμα άλλα μέλη του γυναικείου θιάσου" (Ακρόπολις, 26-11-1961).
Οι τρεις Γιώργηδες στο πρόγραμμα της παράστασης:/ Γιαννακόπουλος, Κατσαρός, Ανεμογιάννης |
Ο Νέστορας Μάτσας, στο περιοδικό Θεατής, πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα και χαιρετίζει το έργο ως μια προσπάθεια να ανανεωθεί η επιθεώρηση, ένα είδος που παρά την τεράστια σημασία του, βρίσκεται σε τέλμα επειδή δεν υπάρχουν καλά κείμενα αλλά ούτε και ηθοποιοί "που θα γεμίσουν με το μπρίο τους και την ακτινοβολία τους τη σκηνή" (Θεατής, 12-12-1961). Αποτέλεσμα ήταν οι επιθεωρήσεις να μετατραπούν σε "θεάματα μιούζικ χωλ" με κυρίαρχο το θέαμα και όχι το πνεύμα. Με επιφυλάξεις πήγε λοιπόν στο θέατρο Καλουτά περιμένοντας να βρει τις "γνώριμες τετριμμένες φόρμες των μουσικών θεάτρων, όπου λίγη ανόητη πρόζα την διανθίζουν μερικά ακόμα πιο ανόητα τραγούδια" αλλά το θέαμα που είδε "εξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ήταν κάτι πρωτότυπο, χαρούμενο, πολιτισμένο! (...) Χωρίς καμμιά χοντροκοπιά, χωρίς καμμιά υποχώρησι στο εύκολο γούστο, ανανέωσε την επιθεώρησι, της έδωσε μια καινούρια ώθησι. Ο θεατής μπορεί να παρακολουθήση άνετα το χαρούμενο αυτό θέαμα, χωρίς να αισθάνεται κάθε τόσο μία διάθεσι ναυτίας όπως γίνεται στις άλλες επιθεωρήσεις, όπου το γέλιο βασίζεται στο ακαλαίσθητο υπονοούμενο".
Το εξώφυλλο του προγράμματος |
Το έργο διαρθρωνόταν σε επτά εικόνες. Η πρώτη έδινε το πλαίσιο της παράστασης: "Πρωινός περίπατος και πρωινή αγγαρεία" των κρατουμένων. Μέσα από τις συζητήσεις τους θα ακολουθήσει η εξιστόρηση των λόγων για τους οποίους πέντε από αυτές (οι πέντε πρωταγωνίστριες δηλαδή) οδηγήθηκαν στης φυλακής τα σίδερα. Ο κοινός λόγος και για τις πέντε ήταν ότι... έδειραν άνθρωπο.
Η εναρκτήρια σκηνή της παράστασης. Προσέξτε, στο σκηνικό του Γιώργου Ανεμογιάννη, τα σκίτσα και τις υπογραφές των πρωταγωνιστριών. Από την έκδοση Θέατρο '62 του Θεόδωρου Κρίτα |
Η τρίτη σκηνή, "Το νυφικό της Αλέκας", είναι πιο δραματική--αφού σε αυτήν πρωταγωνιστεί η Καίτη Μπελίντα, που ειδικευόταν στα δραματικά σκετς. Η Αλέκα (Κ. Μπελίντα) και η Τζούλια (Ντόρα Κωστίδου) πρόκειται να παντρευτούν και πηγαίνουν στο ραφτάδικο της Ντίνας (Μαρίνα Μπιούτη) και της Φρόσως (Βούλα Αλεξάνδρου) για τα νυφικά τους. Εκεί, όμως, η Αλέκα μαθαίνει πως ο δικός της αρραβωνιαστικός πρόκειται να παντρευτεί την Τζούλια! Αντιδρά σκίζοντας το βαρύτιμο νυφικό της αντίζηλής της και τραγουδάει ένα θλιμμένο τραγούδι.
Οι πέντε πρωταγωνίστριες με την ανερχόμενη τότε Φλωρέττα Ζάνα Φωτογραφία από το βιβλίο του Γιώργου Λαζαρίδη Άννα και Μαρία Καλουτά: Από τον θρύλο στο θρίλερ (εκδ. Λιβάνη, 2000) |
Στην τέταρτη σκηνή, "Η Μαριέττα αποτρελαίνεται", η διάθεση των θεατών ανεβαίνει και πάλι καθώς μεταφερόμαστε σε ένα ξενοδοχείο της Κέρκυρας για να δούμε τα παθήματα της Μαριέττας (Ρένα Βλαχοπούλου). Η Μαριέττα επιστρέφει στο νησί για να δουλέψει στο ξενοδοχείο της θείας της. Ο εσωτερικός και εξωτερικός τουρισμός όμως διασαλεύει, όπως γράφει ο Γιαννακόπουλος στο πρόγραμμα, το--ελάχιστο, άλλωστε--λογικό της Μαριέττας. Οι πελάτισσες του ξενοδοχείου (Άννυ Ραζή, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Τιτίκα Γαϊτάνου) είναι απαιτητικές και διαρκώς χτυπούν το κουδούνι για να της ζητήσουν τα πιο απίθανα πράγματα. Όταν μια πελάτισσα ζητάει από τη Μαριέττα να της φέρει βενζίνη, εκείνη χάνει την υπομονή της και αποφασίζει να γίνει θηλυκός Νέρωνας: ρίχνει κάτω τη βενζίνη και καίει το ξενοδοχείο για να ησυχάσει και η ίδια και οι πελάτισσες μια και καλή...
Στην πέμπτη σκηνή, "Σας αρέσει ο Μπραμς;..." έχουμε και πολιτική σάτιρα. Η Μιράντα (Μαρία Καλουτά) είναι μια παντρεμένη κυρία κάποιας ηλικίας που επισκέπτεται την ερωμένη του συζύγου της, την τρυφερή Νέλλη (Φλωρέττα Ζάνα), μια γυναίκα με ομορφιά, φινέτσα και καλλιέργεια, για να κάνουν μια πολιτισμένη συζήτηση υπό τους ήχους της μουσικής του Μπραμς. Η Μιράντα είναι διακριτικός άνθρωπος με πολλή κατανόηση και νοιάζεται μόνο για την ευτυχία του συζύγου της. Όταν καταλαβαίνει πως η Νέλλη μπορεί να του προσφέρει αυτή την ευτυχία, δέχεται να μείνει στο περιθώριο και της ζητά να του σταθεί. Το μόνο που ζητά να μάθει είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γνωρίστηκαν. Η Νέλλη της λέει ότι τον γνώρισε στο πολιτικό γραφείο της Ένωσης Κέντρου, καθώς η ίδια είναι οπαδός της. Τότε η πολιτισμένη Μιράντα γίνεται μαινάδα: η ίδια είναι καραμανλική, οπαδός της ΕΡΕ! Παίρνει ένα μαχαίρι και μαχαιρώνει και τη Νέλλη και την υπηρέτριά της (Ντόρα Αναγνωστοπούλου).
Στην τελευταία ιστορία, που παρουσιάζεται στην έκτη σκηνή ("Τα πράσινα, τα κόκκινα, τα κίτρινα..."), περνούμε από τον πολιτικό φανατισμό στον αθλητικό. Μεταφερόμαστε στη Τρούμπα όπου η Μέλπω (Άννα Καλουτά) και οι άλλες "αρτίστες" ενός καμπαρέ (Μαρίνα Μπιούτη, Ντόρα Κωστίδου, Τιτίκα Γαϊτάνου, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Βούλα Αλεξάνδρου, Βαλέρια) συζητούν "περί ναυτικού, Παμεινώντα και άλλων επαγωγών θεμάτων" και καταλήγουν να τσακώνονται για τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ...
Στην έβδομη, τελευταία εικόνα με τίτλο "Τέλος του περιπάτου και της αγγαρείας" οι είκοσι κρατούμενες επιστρέφουν στα κελιά τους...
Ρένα Βλαχοπούλου, Μαρία Καλουτά, Άννα Καλουτά Της φυλακής τα σίδερα |
Ο "Θίασος Γυναικών" στην είσοδο του θεάτρου Καλουτά. Φωτογραφία από το βιβλίο του Μ. Δελαπόρτα Άννα Καλουτά. Η Βασίλισσα της Επιθεώρησης (εκδ. Ορφέας, 2008) |
Και οι ερμηνείες; Ο Άγγελος Δόξας έγραψε πως η καλύτερη ιστορία είναι το σκετς της Άννας Καλουτά "που ζωντανεύει τη σκηνή με το εξαιρετικό της μπρίο και τις εξατομικευμένες λεπτομέρειες του ταλέντου της σε κίνησι και έκφρασι. Αλλά και στις άλλες σκηνές καθεμιά από τις πρωταγωνίστριες βρίσκει την ευκαιρία να προσαρμόση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ταλέντου της. Η Μαρία Καλουτά την φινέτσα και τη χάρη, η Ρένα Βλαχοπούλου το τραγούδι και τη δυναμικότητα, η Μπελίντα επίσης το τραγούδι και η Μοσχονά την εκφραστικότητα" (Ανεξάρτητος Τύπος, 25-11-1961).
Τα Νέα, 25-11-1961 |
Ο Νέστορας Μάτσας έγραψε για τις αδελφές του Καλουτά πως "εξακολουθούν να κρατούν τα σκήπτρα του μουσικού είδους, χωρίς να διαφαίνεται ακόμη στον ορίζοντα μια πιθανή αντικαταστάτριά τους. Με την ακτινοβολία τους και το μπρίο τους γεμίζουν την σκηνή και παρασύρουν με το κέφι τους ακόμη και τον πιο δύστροπο θεατή" (Θεατής, 12-12-1961). Μια ανυπόγραφη κριτική στον Εθνικό Κήρυκα (που έχω την εντύπωση ότι είναι επίσης γραμμένη από τον Μάτσα) συμπληρώνει: "Μακάρι και τα νέα αμφίβολα αστεράκια που ταλαιπωρούν το θέατρό μας, να ακολουθήσουν τον δημιουργικό δρόμο των δύο αυτών πρωταγωνιστριών" (Εθνικός Κήρυξ, 1-12-1961). Για τη Ρένα Βλαχοπούλου ο Μάτσας γράφει πως ισχύει ό,τι και για τις αδελφές Καλουτά: "Η άλλοτε 'μοντέρνα' τραγουδίστρια, που πρώτη απέδωσε στον τόπο μας τους έξαλλους ρυθμούς της τζαζ, έχει γίνει μια θαυμάσια καρατερίστα, γεμάτη χιούμορ και σκηνικά ευρήματα". Η ανυπόγραφη κριτική πάντως συμπληρώνει πως η παρουσία της Ρένας είναι "πολύ ζωντανή (...) μ' όλο που θα πρέπει να προσέχη μη τυποποιηθή στο ρόλο της Κερκυραίας που τον επαναλαμβάνει διαρκώς".
Οι πέντε πρωταγωνίστριες. Στο κέντρο η Μπέτυ Μοσχονά που άλλαζε διαρκώς χτενίσματα τον Νοέμβριο του 1961 μέχρι να καταλήξει σε αυτό που της πάει... Φωτογραφία: Θεατής, 12-12-1961 |
Με τόσο καλούς οιωνούς θα περίμενε κανείς ότι το έργο θα "σκίσει". Δυστυχώς αυτό δεν συνέβη, Η μοίρα του "Θιάσου Γυναικών" ήταν χειρότερη και από τη μοίρα του θιάσου του Κατράκη ο οποίος αναγκάστηκε να ανεβάσει τέσσερα διαφορετικά έργα για να αντέξει ως το τέλος της σεζόν. Αντίθετα, ο γυναικείος θίασος έδωσε παραστάσεις με Της φυλακής τα σίδερα μόνο για εννιά εβδομάδες. Και παρόλο που γράφτηκε ότι η παράσταση κίνησε το ενδιαφέρον κινηματογραφικών παραγωγών για να μεταφερθεί στο σινεμά και ότι πιθανώς η συνεργασία των πρωταγωνιστριών θα συνεχιζόταν και το καλοκαίρι του '62 στο θέατρο Παρκ, το εγχείρημα δεν είχε συνέχεια. Ποιος να ήταν ο λόγος; Γράφει ο Γιώργος Λαζαρίδης στο βιβλίο που αφιέρωσε στις αδελφές Καλουτά: "ποιος ξεκινάει στις τρεις το μεσημέρι, με την μπουκιά στο στόμα, για να τρέξει στο θέατρο [σημείωση του Rena Fan: ο αριθμός 240 της οδού Πατησίων ήταν τότε πολύ πιο μακρινός από ό,τι είναι σήμερα] να δει της 'φυλακής τα σίδερα', μακάρι να έπαιζε σε έκτακτη φυλακισμένη συμμετοχή και η Μέριλιν Μονρόε"...
Ίσως να είχε δίκιο. Αν οι αδελφές Καλουτά ήταν λιγότερο σεμνές και αποφάσιζαν να παρουσιάσουν το συγκεκριμένο έργο σε κανονικές ώρες παραστάσεων ή αν το έργο παιζόταν σε πιο κεντρικό θέατρο, το αθηναϊκό κοινό μπορεί να ανταποκρινόταν καλύτερα. Και ήταν κρίμα, γιατί φαίνεται πως όντως το έργο του Γιώργου Γιαννακόπουλου ήταν κάτι διαφορετικό από ό,τι παρουσιαζόταν τότε στο μουσικό θέατρο και από ό,τι έκαναν συνήθως και οι πέντε πρωταγωνίστριές του...
Οι πέντε πρωταγωνίστριες πίσω από τα... σίδερα... Φωτογραφία από Τα Νέα, 3-11-1961 |
Της φυλακής τα σίδερα είναι για τις λεβέντισσες... Λεβέντισσες αποδείχτηκαν σίγουρα η Άννα και η Μαρία Καλουτά που ξεκίνησαν έναν μαραθώνιο με τη θεατρική τους επιχείρηση, έναν μαραθώνιο που κράτησε είκοσι χρόνια και που στη διάρκειά του τους έβαλαν αρκετές τρικλοποδιές και παγίδες. Είκοσι χρόνια μετά έχασαν το θέατρο, και το ίδιο το θέατρο, ένα από τα λίγα θέατρα που χτίστηκαν εξαρχής με σκοπό να γίνουν θέατρα, 23 χρόνια μετά κατεδαφίστηκε... Την ύπαρξή του μας θυμίζει μια ταμπέλα έξω από το σούπερ μάρκετ που το διαδέχτηκε και φυσικά το όνομα της στάσης των λεωφορείων: "Καλουτά Άννα-Μαρία"...
Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι προϊόν προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του