Στις 31 Ιουλίου σημπληρώθηκαν 7 χρόνια από τον θάνατο του συνθέτη και πιανίστα Γιάννη Σπάρτακου. Ο Γιάννης Σπάρτακος υπήρξε ο βασικότερος συνεργάτης της Ρένας Βλαχοπούλου στην πρώτη δεκαετία της καριέρας της και διαμόρφωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό το ρεπερτόριό της και τον τρόπο ερμηνείας της.
Γιάννης Σπάρτακος:
ένας γόης του ελαφρού τραγουδιού
Το ξεκίνημα
Ο Σπάρτακος γεννήθηκε το 1914. Το πραγματικό του όνομα ήταν Σπάρτακος-Ιωάννης Αναστασίου αλλά τελικά, για χάρη της πρώτης συζύγου του όπως έλεγε, μετονομάστηκε σε Γιάννης Σπάρτακος. Στα έξι του χρόνια ξεκίνησε τις σπουδές του στο πιάνο ενώ, έφηβος, στα 14, άρχισε να κερδίζει χρήματα συνοδεύοντας στο πιάνο τις προβολές βουβών ταινιών σ’ έναν κινηματογράφο της οδού Μαυρομιχάλη. Στα χρόνια του ’30 ξεκίνησε επίσημα την καριέρα του σαν πιανίστας στα βαριετέ και τα καμπαρέ της εποχής («καμπαρέ» ονόμαζαν τότε τα κέντρα στα οποία σύχναζε ο καλός κόσμος για να απολαύσει τραγουδίστριες όπως η Σοφία Βέμπο και η Δανάη). Οι πρώτες του επιτυχίες στα χρόνια του ’30 ήταν το θρυλικό «Θα γυρίσεις ξανά» με τη Βέμπο (ο πρώτος της δίσκος στην Columbia και η πρώτη της πολύ μεγάλη επιτυχία), το «Τι κι αν κλαις, τι κι αν πονάς» με τη Δανάη και η «Πιτσιρίκα» με το Τρίο Βάμπαρη (τραγούδι που απέκτησε πολεμικούς στίχους μετά την κήρυξη του πολέμου).
ένας γόης του ελαφρού τραγουδιού
Το ξεκίνημα
Ο Σπάρτακος γεννήθηκε το 1914. Το πραγματικό του όνομα ήταν Σπάρτακος-Ιωάννης Αναστασίου αλλά τελικά, για χάρη της πρώτης συζύγου του όπως έλεγε, μετονομάστηκε σε Γιάννης Σπάρτακος. Στα έξι του χρόνια ξεκίνησε τις σπουδές του στο πιάνο ενώ, έφηβος, στα 14, άρχισε να κερδίζει χρήματα συνοδεύοντας στο πιάνο τις προβολές βουβών ταινιών σ’ έναν κινηματογράφο της οδού Μαυρομιχάλη. Στα χρόνια του ’30 ξεκίνησε επίσημα την καριέρα του σαν πιανίστας στα βαριετέ και τα καμπαρέ της εποχής («καμπαρέ» ονόμαζαν τότε τα κέντρα στα οποία σύχναζε ο καλός κόσμος για να απολαύσει τραγουδίστριες όπως η Σοφία Βέμπο και η Δανάη). Οι πρώτες του επιτυχίες στα χρόνια του ’30 ήταν το θρυλικό «Θα γυρίσεις ξανά» με τη Βέμπο (ο πρώτος της δίσκος στην Columbia και η πρώτη της πολύ μεγάλη επιτυχία), το «Τι κι αν κλαις, τι κι αν πονάς» με τη Δανάη και η «Πιτσιρίκα» με το Τρίο Βάμπαρη (τραγούδι που απέκτησε πολεμικούς στίχους μετά την κήρυξη του πολέμου).
Η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Γιάννης Σπάρτακος στην Αμερική
Το καλοκαίρι του ’40 ο Σπάρτακος εργάζεται ως πιανίστας και μαέστρος στό βαριετέ «Όασις» και γνωρίζει τη Ρένα Βλαχοπούλου. Προσέχει αμέσως τη φωνή της και σχεδιάζει να συνεργαστεί μαζί της, αλλά ο πόλεμος θα χαλάσει τα σχέδιά του. Τα καλλιτεχνικά περιοδικά της εποχής μιλούν για τον στρατιώτη Σπάρτακο Αναστασίου που βρίσκεται στο μέτωπο όπως και άλλοι καλλιτέχνες της εποχής (ο Μιχάλης Σουγιούλ, ο Γιώργος Οικονομίδης...).
Στα χρόνια της Κατοχής
Στην Κατοχή συνεχίζει την καριέρα του και κάποια στιγμή, τη σεζόν 1942-43, συναντιέται ξανά με τη Ρένα Βλαχοπούλου, στο θέατρο «Πάνθεον» της οδού Πανεπιστημίου (απέναντι από το «Ρεξ», δεν υπάρχει πια...). Εκεί ανεβάζουν επιθεωρήσεις ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Χρήστος Γιαννακόπουλος με πρωταγωνιστές τους Μάνο Φιλιππίδη, Μαρίκα Κρεββατά, Μαρίκα Νέζερ και ο Σπάρτακος γράφει τη μουσική τους μαζί με τον Μιχάλη Σουγιούλ και διευθύνει την ορχήστρα. Η επιτυχία που γνωρίζει με τη Ρένα είναι πρωτοφανής. Ο κόσμος και ο τύπος της εποχής αποκαλούν αρχικά τον Σπάρτακο «Βασιλιά της Τζαζ» ενώ πολύ σύντομα δίνουν και στη Ρένα τον τίτλο της «Βασίλισσας της Τζαζ». Η νεολαία της Αθήνας διασκεδάζει με τους μοντέρνους ρυθμούς της ορχήστρας Σπάρτακου, η τζαζ γίνεται μόδα και εμφανίζονται ορχήστρες τζαζ σε όλα τα θέατρα.
Η Ρένα Βλαχοπούλου σε φωτογραφία από το θέατρο "Πάνθεον"
τη σεζόν 1942-43. Μαζί της το "Τρίο Μουτσάτσος". Αρχηγός του
τρίο ήταν ο Φώτης Πολυμέρης που διηγήθηκε στον Αρτέμη Μάτσα
ότι ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία της Βλαχοπούλου στο "Πάνθεον"
που κάποτε έκανε 13 "αυλαίες", επανήλθε δηλαδή στη σκηνή για να
χειροκροτηθεί 13 φορές!
Το ρεπερτόριό τους αποτελείται αρχικά από τα ιταλικά τραγούδια τζαζ που διασκευάζει ο Σπάρτακος και ελληνοποιούν με τους στίχους τους οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος: «Νάνι-Νάνι» (“Dormi Bambina”), «Βρέχει, πόσο μ’ αρέσει όταν βρέχει» (“Piove”) και «Το Μπουμπούκι που ‘χεις βάλει στα μαλλιά», όλα μεγάλες επιτυχίες με τη φωνή της Ρένας Βλαχοπούλου. Στη συνέχεια γράφουν και οι έλληνες συνθέτες τις δικές τους τζαζ επιτυχίες: ο Σπάρτακος γράφει το «Όταν σκοτεινιάζει», τα «Όνειρα κοριτσιών», «Ένα φιλάκι να σου ‘δινα», που τα λανσάρει η Ρένα, αλλά και το «Αγάπη μου πού να ‘σαι», «Το φιλί που χτες μου έδωσες στο στόμα», που τα πρωτοτραγούδησε η Ηρώ Χαντά με την οποία ο Σπάρτακος ήταν τότε ερωτευμένος (ο Θόδωρος Κρίτας θυμάται στο βιβλίο του Τα πρώτα χρόνια τη Χαντά να ανεβαίνει στη μοτοσικλέτα του Σπάρτακου και να διασχίζουν αγκαλιασμένοι την οδό Πατησίων ως το τέρμα της, όπου ήταν το σπίτι της ηθοποιού), και άλλα. Ακολουθούν ο Κώστας Καπνίσης με το «Γελάς», ο Γ. Καρδαμης με το «Όλοι μας ζηλεύουνε», ο Γιώργος Μυρογιάννης με τα «Μάτια κανακάρικα» (τα δυο τελευταία ερμήνευσε πρώτη η Ρένα Βλαχοπούλου, που παράλληλα με τον Σπάρτακο συνεργάστηκε και με άλλους συνθέτες εκείνα τα χρόνια).
Η Ρένα Βλαχοπούλου σε φωτογραφία από το θέατρο "Πάνθεον"
τη σεζόν 1942-43. Μαζί της το "Τρίο Μουτσάτσος". Αρχηγός του
τρίο ήταν ο Φώτης Πολυμέρης που διηγήθηκε στον Αρτέμη Μάτσα
ότι ήταν τόσο μεγάλη η επιτυχία της Βλαχοπούλου στο "Πάνθεον"
που κάποτε έκανε 13 "αυλαίες", επανήλθε δηλαδή στη σκηνή για να
χειροκροτηθεί 13 φορές!
Το ρεπερτόριό τους αποτελείται αρχικά από τα ιταλικά τραγούδια τζαζ που διασκευάζει ο Σπάρτακος και ελληνοποιούν με τους στίχους τους οι Σακελλάριος-Γιαννακόπουλος: «Νάνι-Νάνι» (“Dormi Bambina”), «Βρέχει, πόσο μ’ αρέσει όταν βρέχει» (“Piove”) και «Το Μπουμπούκι που ‘χεις βάλει στα μαλλιά», όλα μεγάλες επιτυχίες με τη φωνή της Ρένας Βλαχοπούλου. Στη συνέχεια γράφουν και οι έλληνες συνθέτες τις δικές τους τζαζ επιτυχίες: ο Σπάρτακος γράφει το «Όταν σκοτεινιάζει», τα «Όνειρα κοριτσιών», «Ένα φιλάκι να σου ‘δινα», που τα λανσάρει η Ρένα, αλλά και το «Αγάπη μου πού να ‘σαι», «Το φιλί που χτες μου έδωσες στο στόμα», που τα πρωτοτραγούδησε η Ηρώ Χαντά με την οποία ο Σπάρτακος ήταν τότε ερωτευμένος (ο Θόδωρος Κρίτας θυμάται στο βιβλίο του Τα πρώτα χρόνια τη Χαντά να ανεβαίνει στη μοτοσικλέτα του Σπάρτακου και να διασχίζουν αγκαλιασμένοι την οδό Πατησίων ως το τέρμα της, όπου ήταν το σπίτι της ηθοποιού), και άλλα. Ακολουθούν ο Κώστας Καπνίσης με το «Γελάς», ο Γ. Καρδαμης με το «Όλοι μας ζηλεύουνε», ο Γιώργος Μυρογιάννης με τα «Μάτια κανακάρικα» (τα δυο τελευταία ερμήνευσε πρώτη η Ρένα Βλαχοπούλου, που παράλληλα με τον Σπάρτακο συνεργάστηκε και με άλλους συνθέτες εκείνα τα χρόνια).
Τα θέατρα παρουσιάζουν επιθεωρήσεις με τίτλους όπως Τζαζ ή Στον ρυθμό της τζαζ, η νέα μόδα σατιρίζεται και στα νούμερα και πολύ σύντομα η ορχήστρα τζαζ προβιβάζεται και ανεβαίνει επί σκηνής: το καλοκαίρι του 1943 ο θίασος Ηρώς Χαντά-Μίμη Κοκκίνη παρουσιάζει την επιθεώρηση Τα ίδια Παντελάκη μου στο θέατρο «Περοκέ». Το ίδιο καλοκαίρι η Ρένα Βλαχοπούλου τραγουδάει τζαζ στην επιθεώρηση Ακουαρέλες που ανέβασε ο Βασίλης Αργυρόπουλος στο θέατρο «Λυρικόν» και τα κείμενα του Ασημάκη Γιαλαμά σατιρίζουν την ίδια την τραγουδίστρια του θιάσου αλλά και τον επιτυχημένο μαέστρο του αντίπαλου «Περοκέ» (που, από ό,τι φαίνεται γνώριζε μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία από το «Λυρικόν»):
Σε κάποιο γειτονικό θέατρο υπάρχει
ένα δανδής μαέστρος εν εξάρσει
Και δίπλα του οι ηθοποιοί κομπάρσοι!
Σε κάποιο γειτονικό θέατρο υπάρχει
ένα δανδής μαέστρος εν εξάρσει
Και δίπλα του οι ηθοποιοί κομπάρσοι!
Ο Μίμης Κοκκίνης, η Ηρώ Χαντά και η ορχήστρα
Γιάννης Σπάρτακου επί σκηνής στο "Περοκέ"
Την επόμενη σεζόν ο Σπάρτακος γίνεται πλέον συνθιασάρχης: θίασος Ηρώς Χαντά-Γιάννη Σπάρτακου στο θέατρο «Μοντιάλ». Σύντομα όμως οι επιχειρηματίες καταλαβαίνουν ότι βασικός πόλος έλξης στα θέατρα αποτελεί η τραγουδιστική εμφάνιση των Σπάρτακου-Βλαχοπούλου, οπότε σιγά-σιγά «καταργούν» τους... κομπάρσους, δηλαδή τον υπόλοιπο θίασο και τα σκηνικά και δίνουν προτεραιότητα στο ντουέτο: στο Σινέ Νιους (το «Άστορ» της οδού Σταδίου), μετά την προβολή των επικαίρων ανοίγει η αυλαία και παρουσιάζεται πρόγραμμα βαριετέ με λίγα νούμερα και πολλή... τζαζ μουσική με το «βασιλικό» τζαζ ντουέτο και την ορχήστρα του Σπάρτακου. Η επιτυχία είναι τεράστια, ο κόσμος συρρέει μαζικά και σύντομα στις καθιερωμένες δύο παραστάσεις προστίθεται μια τρίτη, πρωινή! Μάλλον ο κόσμος που συρρέι ελάχιστα ενδιαφέρεται για τα επίκαιρα, τα μορφωτικά φιλμάκια και τα «Μίκυ Μάους» που γράφει η διαφήμιση της εποχής. Αυτό που μετράει είναι ο Σπάρτακος και η «βασίλισσά του...
Η τζαζ-μανία ικανοποιεί και τους ιταλούς κατακτητές (αφού ιταλικά τραγούδια, έστω και διασκευασμένα στα ελληνικά, φαίνεται να εδραίωσαν τη μόδα αυτή) αλλά και τους Έλληνες (για τους οποίους η τζαζ μουσική αποτελεί ένα είδος σύνδεσης με την Αγγλία και την Αμερική μέσα από τις εκπομπές που ακούν παράνομα από τους ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τρέφει τις ελπίδες τους για τη λευτεριά με την επέμβαση των συμμάχων...). Αν και από κάποιους αμφισβητήθηκε το πόσο τζαζ ήταν τελικά όλη αυτή η τζαζ μουσική (ο Μίμης Πλέσσας, που μετά τον πόλεμο δημιούργησε το δικό του τζαζ κουαρτέτο, θεωρούσε πως τότε, στα χρόνια της Κατοχής, ο κόσμος «μπέρδευε» την ελαφρά μουσική με τη τζαζ), κρίνοντας από τις παρτιτούρες της εποχής και τις μεταγενέστερες ηχογραφήσεις (δυστυχώς δεν σώθηκε τίποτα από τις εκπομπές του Σπάρτακου και της Βλαχοπούλου στο κατοχικό ραδιόφωνο) μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι πράγματι μιλάμε για τζαζ μουσική, μάλλον πιο κοντά στα jazz standards τύπου Tin Pan Alley και όχι στη μουσική της Νέας Ορλεάννης, αλλά πάντως τζαζ! Ο Κώστας Μυλωνάς γράφει πως το "καινούριο που φέρνει ο Σπάρτακος στο τραγούδι είναι η μουσική μεταγλώττιση της αμερικανικής τζαζ στα ελληνικά μέτρα". Δημιουργεί, με άλλα λόγια, "ένα ιδίωμα που στέκεται στο μεταίχμιο της αμερικάνικης και της ελληνικής μουσικής νοοτροπίας" (Ιστορία του Ελληνικού Τραγουδιού, τόμος 1, εκδ. Κέδρος, 1984).
Στο Σινέ Νιους, στις αρχές του ’44, ο Σπάρτακος θα παρουσιάσει τη μεγάλη επιτυχία «Θα σε πάρω να φύγουμε»: στίχοι Αλέκος Σακελλάριος-Δημήτρης Ευαγγελίδης, ερμηνεία Ρένα Βλαχοπούλου. Όπως διηγούνταν ο ίδιος, του έδωσαν οι δυο συγγραφείς τους στίχους και εμπνεύστηκε τη μελωδία πάνω στο τραμ, καθώς πήγαινε στο σπίτι του. Η μεγάλη απήχηση του κομματιού αποδεικνύεται από τις απανωτές εκδόσεις που πραγματοποιεί το «μουσικό τεμμάχιον» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαϊτάνου (και μιλάμε πάντα για την Κατοχή...). Το τραγούδι θα ηχογραφηθεί από πολλούς/ές μετά τον πόλεμο, θα ξεπεράσει, όπως θα δούμε, τα σύνορα της Ελλάδας, ενώ κάποια στιγμή, όπως αναφέρει ο Κώστας Μυλωνάς στην Ιστορία του ελληνικού τραγουδιού (εκδ. Κέδρος), γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές στον χώρο της αριστεράς, όπου οι στίχοι παραλάσσονται: «Θα σε πάρω να φύγουμε, μακριά στη Ρωσία»...
Η μεγάλη περιοδείαΚάποια στιγμή φεύγουν οι Γερμανοί, έρχονται οι Άγγλοι και το κοινό της Αθήνας μπορεί πλέον ελεύθερο να διασκεδάζει με αμερικανικά σουίγκ (αλλά και ελληνικά όπως το «Δέκα μέρες σ’ έχω χάσει» που γράφουν ο Σπάρτακος και ο Σακελλάριος και δοξάζει η Ρένα Βλαχοπούλου). Το καλλιτεχνικό ντουέτο χωρίζει για λίγο καιρό (η Ρένα εμφανίζεται κυρίως σε θέατρα με άλλες ορχήστρες και ο Σπάρτακος σε βαριετέ) αλλά ξανασμίγει στα μέσα του ’46 για να ξεκινήσει μια μεγάλη περιοδεία. Τον Ιούλιο του ’46 γνωρίζουν πρωτοφανή επιτυχία στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια πηγαίνουν στην Αίγυπτο (με εξίσου μεγάλη επιτυχία), στη Μέση Ανατολή (στο κοινό τους και ο Σάχης της Περσίας!) και από εκεί στην Αμερική, όπου θα μείνουν για τρία χρόνια.
Υπογράφουν συμβόλαιο με το περίφημο ατζέντη Lou Leslie που αποφασίζει να παρουσιάσει ένα show σε θέατρο του Broadway με επικεφαλής το ντουέτο «Rena and Spartacus». Φαίνεται όμως πως ο άλλοτε ατζέντης της της Lena Horne δεν είναι πλέον ικανός να βρει τους χρηματοδότες που απαιτούνται αλλά, έχοντας ερωτευτεί τη Βλαχοπούλου, δεν θέλει να τα παρατήσει. Οι πρόβες συνεχίζονται χωρίς να φαίνεται φως στον ορίζοντα, οι δυο καλλιτέχνες σπαταλούν όσα χρήματα είχαν κερδίσει στη Μέση Ανατολή και κάποια στιγμή ο Σπάρτακος ζητάει (επεισοδιακά...) από τον Leslie το συμβόλαιο, το σκίζει και με ένα νέο ατζέντη ξεκινούν την περιοδεία τους σε πολιτείες της Αμερικής, λιγότερα φιλόδοξα πλέον αλλά με ικανοποιητική επιτυχία. Δεν εμφανίζονται μόνο σε ελληνικές παροικίες, όπως άλλοι έλληνες καλλιτέχνες που επισκέπτονται την Αμερική, αλλά και σε αμερικανικά κέντρα, cocktail lounge και jazz clubs. Ένα πρόγραμμα που έχει φτάσει στα χέρια μου μας αποκαλύπτει το ρεπερτόριό τους: τραγούδια του Σπάρτακου (που προφανώς η Ρένα τα έλεγε στα ελληνικά), αλλά και τραγούδια αμερικανικά (πχ. του Irving Berlin—άλλωστε τα αμερικανικά δημοσιεύματα της εποχής αποκαλούσαν τον Σπάρτακο «Έλληνα Irving Berlin»), ισπανικά, γαλλικά και φυσικά το ιταλικό «Piove» («Βρέχει»). Υπάρχει ακόμα ένα spiritual, το «Motherless Child».
Μπορεί τα σχέδια για εμφάνιση στο Broadway να μην ευοδώθηκαν, ωστόσο ο Σπάρτακος γεύτηκε τη διεθνή επιτυχία όταν κάποια στιγμή, ενώ βρίσκονταν στο αυτοκίνητό του με τη Ρένα ταξιδεύοντας για κάποιο σταθμό της περιοδείας τους στην Αμερική, άκουσαν το «Θα σε πάρω να φύγουμε» να εκτελείται από την ορχήστρα του Xavier Cugat. Ο Σπάρτακος είχε από καιρό δώσει την παρτιτούρα σε κάποιον ατζέντη, χωρίς να περιμένει πολλά, και το τραγούδι μετονομάστηκε σε «Greek Bolero» για να ακολουθήσει τη δική του καριέρα στις ορχήστρες όλου του κόσμου (η ηχογράφηση του Cugat αλλά και η ηχογράφηση του Jan August περιέχονται στο τριπλό CD 70 χρόνια Γιάννης Σπάρτακος που περιλαμβάνει τα άπαντα του συνθέτη στις 45 και 33 στροφές).
Μετά την Αμερική
Τον Αύγουστο του 1951 η Ρένα Βλαχοπούλου αποφασίζει να επιστρέψει στη Ελλάδα αλλά ο Σπάρτακος παραμένει λίγους μήνες ακόμα. Θα γυρίσει στις αρχές του ’52, αλλά σύντομα θα φύγει και πάλι για μια νέα περιοδεία, αυτή τη φορά στην Ευρώπη, έχοντας για παρτενέρ του το διάσημο «αηδόνι της Χιλής», τη Ροζίτα Σεράνο, με την οποία ήταν ζευγάρι και στη ζωή. Και σ’ αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε ότι πάρα πολύς κόσμος υποστήριζε ότι ο Σπάρτακος και η Βλαχοπούλου ήταν εκτός από καλλιτεχνικό και «κοινό» ζευγάρι (οι αθηναϊκές εφημερίδες στα χρόνια του ’40 μετέφεραν τις φήμες που κυκλοφορούσαν στα καλλιτεχνικά παρασκήνια όταν έφταναν οι φωτογραφίες από την περιοδεία τους στις οποίες οι δυο νέοι πόζαραν δίπλα-δίπλα στον φακό, πράγμα όχι ιδιαίτερα συνηθισμένο τότε στην Ελλάδα). Κάποιοι λέγανε μάλιστα ότι υπήρξε και γάμος στην Αμερική! Ωστόσο και οι δυο καλλιτέχνες διέψευδαν αυτή τη φήμη μέχρι το τέλος της ζωής τους και έτσι κλείνουμε το θέμα εδώ... Η περιοδεία με τη Σεράνο ολοκληρώνεται το 1957 και ο Σπάρτακος επιστρέφει στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας. Εμφανίζεται στα «Αστέρια», το αριστοκρατικό κέντρο της κοσμικής Αθήνας, και κοινό του είναι η υψηλή κοινωνία, ο Ωνάσης με την Κάλλας (ο Ωνάσης μάλιστα τον έπαιρνε ως πιανίστα στα ταξίδια που έκανε με τη θαλαμηγό του).
Η Ροζίτα Σερράνο, το αηδόνι της Χιλής
(που έδωσε το όνομά της και στη γνωστή πάστα...)
Η Ροζίτα Σερράνο, το αηδόνι της Χιλής
(που έδωσε το όνομά της και στη γνωστή πάστα...)
Στις 23 Αυγούστου του 1957 τα Νέα γράφουν πως η Ρένα Βλαχοπούλου επισκέφτηκε το κέντρο στο οποίο εμφανίζεται ο Σπάρτακος «Για πρώτη φορά, ύστερα από δέκα χρόνια, η Ρένα Βλαχοπούλου συνηντήθη προχθές σε κοσμικό κέντρο των Αθηνών με τον άλλοτε συνεργάτη της συνθέτην Σπάρτακο και ετραγούδησε παλαιές των επιτυχίες». Η τζαζ δεν είναι πια τόσο δημοφιλής όσο στα χρόνια του ’40, η Ρένα Βλαχοπούλου έχει ήδη ξεκινήσει μια νέα καριέρα ως ηθοποιός στο θέατρο και το σινεμά, αλλά η έκτακτη αυτή συνάντηση θα θυμίσει πολλά στις Αθηναίες και τους Αθηναίους από τα χρόνια που το ασυναγώνιστο ντουέτο χαλούσε κόσμο στα θέατρα της κατοχικής Αθήνας.
Βλαχοπούλου-Σπάρτακος και πάλι μαζί στην Αθήνα,
έπειτα από δέκα και πλέον χρόνια...
Δυο χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβρη του 1959, η Βλαχοπούλου και ο Σπάρτακος θα συνεργαστούν για τελευταία φορά σε κέντρο, στη θρυλική «Χαβάη» της Θεσσαλονίκης, στη διάρκεια της ΔΕΘ. Την ίδια χρονιά ο Σπάρτακος θα ηχογραφήσει για πρώτη (!!) φορά δίσκο με τη Ρένα Βλαχοπούλου. Μπορεί να ήταν αχώριστοι για μια δεκαετία περίπου, αλλά αφενός οι εταιρίες δίσκων ήταν κλειστές τα χρόνια του πολέμου, αφετέρου στην Αμερική δεν φρόντισαν να ηχογραφήσουν δυστυχώς τίποτα και έτσι η πρώτη δισκογραφική αποτύπωση της συνεργασίας τους έρχεται μόλις στα 1959. Η Ρένα τραγουδάει στη μια πλευρά το «Τι κρίμα αγάπη μου» σε στίχους Αιμίλιου Σαββίδη (τραγούδι που είχε υποβάλει ο Σπάρτακος στο Α΄ Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού τη χρονια εκείνη αλλά απορρίφθηκε—έγινε δεκτό όμως το «Εσένα» που τραγούδησε ο Γιάννης Βογιατζής και απέσπασε το τρίτο βραβείο, τη χρονιά που ο Μάνος Χατζιδάκις και η Νάνα Μούσχουρη άλλαζαν το μουσικό τοπίο της χώρας κερδίζοντας το πρώτο βραβείο με το «Κάπου υπάρχει αγάπη μου», ενώ η Ρένα Βλαχοπούλου τραγούδησε το «Είσαι η άνοιξη κι είμαι ο χειμώνας» των Κώστα Καπνίση-Θάνου Σοφού που δεν διακρίθηκε). Στην άλλη πλευρά του δίσκου η παλιότερη επιτυχία του Σπάρτακου, σε στίχους Κώστα Πρετεντέρη, «Κάποιο ρεφραίν», μεγάλη επιτυχία της Ροζίτα Σεράνο στις περιοδείες τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον Σπάρτακο, τη μέρα της ηχογράφησης η Ρένα είχε 39,5 πυρετό!
Προς το τέλος
Βλαχοπούλου-Σπάρτακος και πάλι μαζί στην Αθήνα,
έπειτα από δέκα και πλέον χρόνια...
Δυο χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβρη του 1959, η Βλαχοπούλου και ο Σπάρτακος θα συνεργαστούν για τελευταία φορά σε κέντρο, στη θρυλική «Χαβάη» της Θεσσαλονίκης, στη διάρκεια της ΔΕΘ. Την ίδια χρονιά ο Σπάρτακος θα ηχογραφήσει για πρώτη (!!) φορά δίσκο με τη Ρένα Βλαχοπούλου. Μπορεί να ήταν αχώριστοι για μια δεκαετία περίπου, αλλά αφενός οι εταιρίες δίσκων ήταν κλειστές τα χρόνια του πολέμου, αφετέρου στην Αμερική δεν φρόντισαν να ηχογραφήσουν δυστυχώς τίποτα και έτσι η πρώτη δισκογραφική αποτύπωση της συνεργασίας τους έρχεται μόλις στα 1959. Η Ρένα τραγουδάει στη μια πλευρά το «Τι κρίμα αγάπη μου» σε στίχους Αιμίλιου Σαββίδη (τραγούδι που είχε υποβάλει ο Σπάρτακος στο Α΄ Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού τη χρονια εκείνη αλλά απορρίφθηκε—έγινε δεκτό όμως το «Εσένα» που τραγούδησε ο Γιάννης Βογιατζής και απέσπασε το τρίτο βραβείο, τη χρονιά που ο Μάνος Χατζιδάκις και η Νάνα Μούσχουρη άλλαζαν το μουσικό τοπίο της χώρας κερδίζοντας το πρώτο βραβείο με το «Κάπου υπάρχει αγάπη μου», ενώ η Ρένα Βλαχοπούλου τραγούδησε το «Είσαι η άνοιξη κι είμαι ο χειμώνας» των Κώστα Καπνίση-Θάνου Σοφού που δεν διακρίθηκε). Στην άλλη πλευρά του δίσκου η παλιότερη επιτυχία του Σπάρτακου, σε στίχους Κώστα Πρετεντέρη, «Κάποιο ρεφραίν», μεγάλη επιτυχία της Ροζίτα Σεράνο στις περιοδείες τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον Σπάρτακο, τη μέρα της ηχογράφησης η Ρένα είχε 39,5 πυρετό!
Προς το τέλος
Στα χρόνια που ακολουθούν το ελαφρό τραγούδι παίρνει την κατιούσα. Ο Σπάρτακος θα πραγματοποιήσει άλλη μια περιοδεία στην Αμερική ενώ όσο βρίσκεται στην Ελλάδα έχει μια διακριτική παρουσία σε νυχτερινά κέντρα και ξενοδοχεία. Πότε μόνος του, ως πιανίστας, ή με τη συνοδεία κάποιου τρίο, επιμένει να ψυχαγωγεί τους φίλους και τις φίλες της μουσικής του. Κατά καιρούς τραγουδούν κοντά του αστέρια του ελαφρού τραγουδιού: η Νάντια Κωνσταντοπούλου, η Κλειώ Δενάρδου, η Άντζελα Ζήλια, η Βέτα Προέδρου αλλά και η πρωτοεμφανιζόμενη Λήδα Χαλκιαδάκη.. Παράλληλα ασχολείται με τη δισκογραφία που δυστυχώς δεν φρόντισε καθόλου τον καιρό που περιόδευε. Γυρίζει μερικά 45άρια με τις κατοχικές του επιτυχίες που τραγουδούν τώρα η Ζωή Κουρούκλη, η Γιοβάννα και η Αλέκα Κανελλίδου. Επίσης γυρίζει, πλαισιωμένος από τα ρυθμικά τρίο του, τρεις δίσκους 33 στοφών με ορχηστρική μουσική: τραγούδια δικά του αλλά και άλλων συνθετών, ελληνικών και ξένων, που καταγράφουν τη μοναδική του δεξιοτεχνία ως πιανίστα. Το 1983 κυκλοφορεί ένας δίσκος 33 στροφών για να γιορτάσει τα 50 χρόνια του συνθέτη: τραγουδούν τις παλιές του επιτυχίες σε νέα ενορχήστρωση του Κώστα Κλάββα οι Μαρινέλλα, Τάνια Τσανακλίδου, Κώστας Χατζής, Μπέσυ Αργυράκη και Δάκης.
Την επόμενη χρονιά, στις 12 και 13 Σεπτεμβρίου 1984 τα 50χρονα του Σπάρτακου γιορτάζονται πανηγυρικά με δυο sold-out συναλίες στο θέατρο του Λυκαβηττού. Παρούσα φυσικά και η Ρένα Βλαχοπούλου και ακόμα ο Γιάννης Βογιατζής, ο Δάκης, η Άντζελα Ζήλια και η Κλειώ Δενάρδου. Η συναυλία μαγνητοσκοπήθηκε, ευτυχώς, από την ΕΡΤ. Η Ρένα Βλαχοπούλου χειροκροτείται ιδιαίτερα καθώς τραγουδάει όλες τις κατοχικές επιτυχίες που της έγραψε ο Σπάρτακος αλλά και κάποιες από τις ιταλικές που είχε εξελληνίσει ο Αλέκος Σακελλάριος (πρόκειται, από όσο ξέρω, για τη μόνη καταγραφή του σλόου «Νάνι-νάνι» αλλά και του δημοφιλέστατου «Μπουμπουκιού»). Τραγουδάει επίσης ένα καινούριο τραγούδι που έγραψαν και πάλι μαζί ο Σπάρτακος και ο Σακελλάριος, «Τα μάτια σου τα γαλανά». Δυστυχώς η συναυλία δεν έχει προβληθεί ολόκληρη εδώ και πολλά χρόνια. Κάποια αποσπάσματα προβλήθηκαν κατά καιρούς σε αφιερώματα στον Γιάννη Σπάρτακο, αλλά μόνον αποσπάσματα. Η ΕΡΤ δεν σκέφτηκε να την προβάλει ούτε όταν πέθανε ο Σπάρτακος ούτε φυσικά όταν πέθανε η Βλαχοπούλου.
Το εξώφυλλο του τριπλού CD που περιλαμβάνει
τα άπαντα του Σπάρτακου στις 45 και τις 33 στροφές
Την επόμενη χρονιά, στις 12 και 13 Σεπτεμβρίου 1984 τα 50χρονα του Σπάρτακου γιορτάζονται πανηγυρικά με δυο sold-out συναλίες στο θέατρο του Λυκαβηττού. Παρούσα φυσικά και η Ρένα Βλαχοπούλου και ακόμα ο Γιάννης Βογιατζής, ο Δάκης, η Άντζελα Ζήλια και η Κλειώ Δενάρδου. Η συναυλία μαγνητοσκοπήθηκε, ευτυχώς, από την ΕΡΤ. Η Ρένα Βλαχοπούλου χειροκροτείται ιδιαίτερα καθώς τραγουδάει όλες τις κατοχικές επιτυχίες που της έγραψε ο Σπάρτακος αλλά και κάποιες από τις ιταλικές που είχε εξελληνίσει ο Αλέκος Σακελλάριος (πρόκειται, από όσο ξέρω, για τη μόνη καταγραφή του σλόου «Νάνι-νάνι» αλλά και του δημοφιλέστατου «Μπουμπουκιού»). Τραγουδάει επίσης ένα καινούριο τραγούδι που έγραψαν και πάλι μαζί ο Σπάρτακος και ο Σακελλάριος, «Τα μάτια σου τα γαλανά». Δυστυχώς η συναυλία δεν έχει προβληθεί ολόκληρη εδώ και πολλά χρόνια. Κάποια αποσπάσματα προβλήθηκαν κατά καιρούς σε αφιερώματα στον Γιάννη Σπάρτακο, αλλά μόνον αποσπάσματα. Η ΕΡΤ δεν σκέφτηκε να την προβάλει ούτε όταν πέθανε ο Σπάρτακος ούτε φυσικά όταν πέθανε η Βλαχοπούλου.
Το εξώφυλλο του τριπλού CD που περιλαμβάνει
τα άπαντα του Σπάρτακου στις 45 και τις 33 στροφές
Μετά τη συναυλία ο Σπάρτακος συνέχισε να εμφανίζεται διακριτικά και αθόρυβα σε κάποια ξενοδοχεία και κέντρα, ενώ ο τελευταίος του δίσκος με τίτλο Τα καινούρια του Γιάννη Σπάρτακου κυκλοφόρησε το 1994. Βασική ερμηνεύτρια η Κρύσταλ αλλά ένα τραγούδι το ερμηνεύει ο ίδιος: «Σ’ αγάπησα για δεύτερη φορά» (στίχοι Σπάρτακου και Κώστα Κοφινιώτη). Συχνά-πυκνά εμφανιζόταν και στην τηλεόραση, ιδιαίτερα σε εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης αλλά και του Seven-X. Πάντα καθισμένος σε ένα πιάνο, πάντα με όρεξη να αυτοσχεδιάσει και να «επικοινωνήσει με το κοινό του», όπως έλεγε ο ίδιος. Πραγματοποίησε την τελευταία του εμφάνιση λίγους μήνες πριν πεθάνει στο Συν και πλην της ΝΕΤ και εντυπωσίασε και πάλι με το πιάνο του. Πέθανε, πλήρης ημερών, στις 31 Ιουλίου 2001, από οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου. Την ώρα της ταφής του στο νεκροταφείο της Καλλιθέας, ο κόσμος τραγουδούσε το «Θα σε πάρω να φύγουμε...»
Αμετανόητος εραστής της τζαζ, της αμερικανικής μουσικής και των ξένων ρυθμών, δεν αγάπησε ποτέ το μπουζούκι και τη λαϊκή μας μουσική. Τον θυμάμαι πάντα στη συναυλία του Λυκαβηττού να χαίρεται επειδή μια εφημερίδα έγραψε πως η μουσική του είναι μια αποτοξίνωση από τα μπουζούκια, ενώ η Ρένα (που λάτρευε τη λαϊκή μουσική) του απαντάει «Ε, όλα χρειάζονται, Γιάννη μου, όλα...». Τη Ρένα τη λάτρευε. Δεν έχανε ευκαιρία να αναφερθεί σ’ αυτήν ως η «ιδανική, μοναδική ερμηνεύτρια των τραγουδιών μου». Σε μια συνέντευξη που έδωσε στον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη (περιοδικό Δίφωνο, τ. 14, Νοέμβριος 1996) δήλωνε:
Να πούμε [για τη Ρένα Βλαχοπούλου], αλλά τι να πούμε; Από πού ν’ αρχίσουμε; Δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. [...] Η Ρένα είναι γέννημα-θρέμμα της μουσικής, είναι μέσα στις φλέβες της η μουσική. Έχει τη μουσική μέσα της. Όλο το σώμα της. Είναι full of music. Και αυτό το ταλέντο βέβαια την πλημμυρίζει, δεν υπάρχει αμφιβολία. Είχα την τύχη να μπορώ—γιατί είναι σαν πηλός—να την πλάσω και να την κάνω ό,τι θέλω. Ό,τι της δίδαξα, ό,τι της έμαθα, όχι μόνο τα έπαιρνε αμέσως, αλλά έβαζε και την προσωπικότητά της και τα έκανε ακόμη πιο νόστιμα από αυτό που ήθελα. Μιλώ για φράσεις μουσικές. Μαζί μου σπούδασε, μαζί μου ένιωσε την τζαζ.
Τι έμεινε λοιπόν για εμάς τους νεότερους από αυτή την εκρηκτική συνεργασία; Όπως είπαμε, τον πρώτο τους κοινό δίσκο οι δύο καλλιτέχνες τον ηχογράφησαν μόλις το 1959 («Τι κρίμα αγάπη μου» και «Κάποιο ρεφραίν»). Οι επόμενες ηχογραφήσεις τους πραγματοποιούνται το 1983, αλλά όχι για τη δισκογραφία. Εκείνη τη χρονιά ο Γιάννης Σπάρτακος και το ρυθμικό του τρίο παρουσίασαν μια σειρά εκπομπών στο κρατικό ραδιόφωνο. Ο Σπάρτακος πείθει (με πολύ κόπο, φαντάζομαι) τη Ρένα Βλαχοπούλου να συμμετάσχει σε μια από αυτές και να καταγραφούν έτσι κάποιες πολύτιμες ερμηνείες της σε δικά του τραγούδια αλλά και σε ξένα! Δεν γνωρίζω αν αυτή η εκπομπή σώζεται στα αρχεία της ΕΡΑ, πάντως σώζεται στο αρχείο του blogger desmich και στο κανάλι του στο youtube. Μπορούμε χάρη στον desmich λοιπόν να απολαύσουμε σήμερα τη Ρένα Βλαχοπούλου του '83 στις παλιές της επιτυχίες «Αγάπη μου πού να ‘σαι» και «Τι κρίμα αγάπη μου» αλλά και στα νέα τραγούδια "Σ' ένα ουίσκι" και «Τα μάτια σου τα γαλανά» (και τα δυο σε στίχους του Σακελλάριου, αργότερα εντάχθηκαν με παραλλαγμένους στίχους από τον Δημήτρη Ιατρόπουλο στον τελευταίο δίσκο του Σπάρτακου με την Κρύσταλ). Επιπλέον όμως ακούμε στην εκπομπή τη Ρένα Βλαχοπούλου να τραγουδά το «How Deep is the Ocean» του Irving Berlin αλλά και το «Les Feuilles Mortes/Autumn Leaves» (στη δίγλωσση βερσιόν που τραγουδούσε και η Edith Piaf! Σαφώς οι ηχογραφήσεις αυτές δεν μας παρουσιάζουν την τραγουδίστρια Ρένα Βλαχοπούλου στη χρυσή της εποχή, αλλά σίγουρα αποτελούν απόδειξη της τεχνικής της και της «χημείας» της με τον συνθέτη, ενώ μας δίνουν και μια ιδέα του ρεπερτορίου τους στα χρόνια των μεγάλων τουρνέ τους.
Έπειτα, υπάρχει η συναυλία στο Λυκαβηττό Ας δούμε τα τρία αποσπάσματα που έχω έχω καταφέρει να βρω ως τώρα. Στο πρώτο ο Αλέκος Σακελλάριος παρουσιάζει τη Ρένα Βλαχοπούλου που τραγουδάει το «Τι κρίμα αγάπη μου».
Στο δεύτερο απόσπασμα η Ρένα ερμηνεύει το «Όταν σκοτεινιάζει» και μαζί με τον Σπάρτακο τραγουδούν «Το φιλί που χτες μου έδωσες στο στόμα». Δυστυχώς η ποιότητα του ήχου δεν είναι πολύ καλή, ο ήχος της ορχήστρας χάνεται και οι ενορχηστρώσεις αδικούνται: ωστόσο έχουμε μια καλή μαρτυρία για τη σκηνική παρουσία του ντουέτου Σπάρτακος-Βλαχοπούλου, έστω και στα χρόνια της ωριμότητάς τους, έστω και με κάποια μικρά λαθάκια ή τεχνικές ατέλειες.
Τέλος, έχουμε το τελευταίο τραγούδι της βραδιάς που είναι, φυσικά, η μεγαλύτερη επιτυχία του ντουέτου, το «Θα σε πάρω να φύγομε».
Η καλύτερη όμως οπτικοακουστική καταγραφή της συνεργασίας τους έγινε ένα χρόνο μετά τη συναυλία του Λυκαβηττού, στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Ρένα, τα ρέστα σου (η τελευταία κινηματογραφική εμφάνιση της Ρένας Βλαχοπούλου πριν επιδοθεί, δυστυχώς, στις βιντεοταινίες). Σ’ αυτή την ταινία ο Γιάννης Σπάρτακος συνοδεύει στο πιάνο αφενός τον Γιάννη Βογιατζή που τραγουδάει το «Σ’ ένα ουίσκι» (που πρωτοτραγούδησε η Ρένα στη ραδιοφωνική εκπομπή που προανέφερα και καταγράφτηκε σε δίσκο με τη φωνή της Κρύσταλ) και αφετέρου τη Ρένα Βλαχοπούλου στο «Αγάπη μου πού να ‘σαι». Απολαύστε τους:
Αλλά ας επιστρέψουμε στα δισκογραφημένα τραγούδια του Σπάρτακου με τη Βλαχοπούλου. Το 1985, ένα χρόνο μετά τη συναυλία του Λυκαβηττού και 41 χρόνια μετά την πρώτη εκτέλεση του «Θα σε πάρω να φύγουμε», έρχεται επιτέλους η στιγμή για τη Ρένα να τραγουδήσει για πρώτη φορά τη δική της επιτυχία σε δίσκο. Το τραγούδι δισκογραφήθηκε 4 φορές στις 78 στροφές στα χρόνια του ’50 από τους Πάνο Παπαθανασίου, Κίτσα Καζάκου, Ι. Φαρδή, Τέτο Δημητριάδη ενώ ακολούθησαν ηχογραφήσεις με τους Ελίζα Μαρέλλι, Φώτη Πολυμέρη, Άνζελα Ζήλια-Βασίλη Βλάχο και, τελευταία, με τη Μαρινέλλα. Αυτή θα ήταν ίσως η καλύτερη ηχογράφησή του, αν δεν υπήρχε ο Γιώργος Κατσαρός που έβαλε τη Ρένα Βλαχοπούλου στο studio για να ξανατραγουδήσει έξι παλιές της επιτυχίες σε νέα, δικιά του, ενορχήστρωση: πρώτο και καλύτερο το «Θα σε πάρω να φύγουμε», έστω και χωρίς το κουπλέ του, δίνει τον τίτλο σε ολόκληρο τον δίσκο (αν και υπάρχει και έκδοση του δίσκου με τον τίτλο Η αρτίστα) που είναι και η πρώτη προσωπική δουλειά της Ρένας Βλαχοπούλου στις 33 στροφές! Πρόκειται για μια υπέροχη εκτέλεση, με μια Βλαχοπούλου ώριμη, μεστή και εκφραστική, που τη συνοδεύει το σαξόφωνο του Κατσαρού και το πιάνο του Μάρκου Αλεξίου. Είναι κρίμα που δεν υπάρχουν άλλα τραγούδια του Σπάρτακου στον εξαίσιο αυτό δίσκο (πόσα να χωρέσουν όμως σε έναν μονό δίσκο; Θα ήμασταν πιο τυχεροί αν ήταν διπλός, όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί...)
12 χρόνια μετά έρχεται η τελευταία δισκογραφική και, γενικότερα, καλλιτεχνική κατάθεση της Ρένας Βλαχοπούλου με τον δίσκο Η Ρένα τραγουδάει jazz που κυκλοφορεί από την FM Records σε παραγωγή του Μάκη Δελαπόρτα και ενορχήστρωση του Γιώργου Θεοδοσιάδη. Είναι η τελευταία ευκαιρία να καταγραφούν κάποιες επιτυχίες του Σπάρτακου με τη φωνή της Βλαχοπούλου και ως ένα βαθμό αυτό γίνεται: η Ρένα τραγουδάει το «Αγάπη μου, πού να ‘σαι;», το «Όταν σκοτεινιάζει» και, σε ντουέτο με τον Γιάννη Βογιατζή, «Το φιλί που χτες μου έδωσες στο στόμα». Επίσης τραγουδάει το θρυλικό «Βρέχει» («Piove»). Αυτά τα τέσσερα τραγούδια είναι και οι καλύτερες στιγμές της στον δίσκο που, κατά τα άλλα, περιέχει αμερικανικά τραγούδια (μεταξύ τους και κινηματογραφικές επιτυχίες) με ελληνικούς στίχους του Γιώργου Φραντζεσκάκη, τραγούδια που σίγουρα η Ρένα τα λέει όμορφα (παρά την κούραση και τη φθορά που διακρίνεται στη φωνή μιας τραγουδίστριας που έχει πλέον περάσει τα εβδομήντα), αλλά θα ήταν πολύ σημαντικότερο αν υπήρχαν περισσότερα τραγούδια από τη συνεργασία της με τον Σπάρτακο, είτε οι δικές του συνθέσεις είτε οι ιταλικές τους επιτυχίες. Σίγουρα οι αμερικανικές επιτυχίες που επιλέχτηκαν δεν πρόσθεσαν τίποτα περισσότερο στην έτσι κι αλλιώς περιορισμένη επιτυχία του δίσκου και, για άλλη μια φορά, έχουμε μια χαμένη ευκαιρία να περάσουν στην αθανασία, με όποιες ατέλειες λόγω της ηλικίας της, επιτυχίες της Ρένας όπως «Όνειρα κοριτσιών», «Δέκα μέρες σ’ έχω χάσει», «Ένα φιλάκι να σου ‘δινα», «Τόσα λόγια», «Νάνι-νάνι», «Το μπουμπούκι που ‘χεις βάλει στα μαλλιά»...
Βλαχοπούλου-Σπάρτακος στην παρουσίαση του δίσκου Η Ρένα τραγουδάει jazz
στο θέατρο "Μινώα". Μαζί τους ο ενορχηστρωτής του δίσκου Γιώργος Θεοδοσιάδης
Πάντως ο Γιάννης Σπάρτακος έδωσε το «παρών» πρώτα στην τηλεοπτική παρουσίαση του δίσκου, σε μια εκπομπή του Πρωινού Καφέ που μεταδόθηκε ζωντανά από το σπίτι της Ρένας Βλαχοπούλου στις 31 Μαρτίου 1997 και, δυο βδομάδες αργότερα, στην επίσημη παρουσίασή του στο θέατρο «Μινώα», που ήταν και τελευταία εμφάνιση της Ρένας Βλαχοπούλου σε θεατρικό σανίδι (διαβάστε σχετικά εδώ). Ο Γιάννης Σπάρτακος ήταν εκεί για να απολαύσει την καλύτερη παρτενέρ του στις δικές του συνθέσεις και να δηλώσει πως η Ρένα ήταν το «κυριότερο κομμάτι της μουσικής μου δημιουργίας»...
(Πηγές φωτογραφιών:
Οι φωτογραφίες της Βλαχοπούλου και του Σπάρτακου από τα χρόνια της Αμερικής προέρχονται από το βιβλίο του Μάκη Δελαπόρτα Βίβα Ρένα (εκδ. Άγκυρα, 2002). Το πρόγραμμα του θεάτρου "Πάνθεον" από το βιβλίο του Γιώργου Τσάμπρα Μιχάλης Σουγιούλ: Ας ερχόσουν για λίγο (εκδ. Άγκυρα, 2005). Η φωτογραφία της Ρένας από το "Πάνθεον" από την αυτοβιογραφία Φώτης Πολυμέρης: Των αναμνήσεων η λιτανεία (εκδ. Άγκυρα, 2003). Η φωτογραφία της Ροζίτας Σεράνο από το CD Γιάννης Σπάρτακος: 70 χρόνια τζαζ. Η φωτογραφία της Χαντά και του Κοκκίνη από το βιβλίο Γιάννης Σπάρτακος: Μουσικές Σελίδες (εκδ. Πιανίσιμο-Αφουξενίδης, 1986). Η διαφήμιση του Σινέ Νιους από τον δίσκο Τα καινούρια του Γιάννη Σπάρτακου. Οι υπόλοιπες φωτογραφίες και τα εξώφυλλα από το αρχείο μου...)
8 σχόλια:
Καλησπερα!
Δεν θα σου δωσω αλλα συγχαρητηρια για το post σου, γιατι εχουμε καταντησει αηδια πλεον.χι!χι!χι!
Θα πω μονο οτι ηταν πληρες, περιεκτικοτατο και κατατοπιστικοτατο!
Ασχετο! η πληροφορια για την παστα σερανο ειναι εξακριβωμενη; Ξερεις κατι περισσοτερο για το πως προεκυψε αυτη συνδεση;
Ενα αλλο σημειο στο οποιο θα θελα εγω να σταθω παντως και ως γυναικα κοιτωντας τις φωτογραφιες που παραθετεις(κι οχι μονο),ειναι οτι η Ρ.Βλαχοπουλου εκτος απο το εμφυτο τραγουδιστικο και υποκριτικο της ταλεντο, ηταν και μια παρα πολυ κομψη κυρια. Καλοντυμενη με γουστο και φινετσα παντοτε, χωρις ακροτητες και υπερβολες. Πως ειναι οι σημερινες βεντετες...καμμια σχεση!
φιλια!
Για τη Σεράνο και την πάστα της υπάρχουν διάφορες πηγές που το λένε, απλώς διαφωνούν για το ζαχαροπλαστείο όπου εμφανίστηκε η πάστα αυτή! Κάποιες πηγές λένε ότι ο ιδιοκτήτης του ζαχαροπλαστείου "Σελέκτ" της Φωκίωνος Νέγρη ονόμασε Σεράνο μια πάστα του προς τιμήν της! Άλλες πηγές λένε ότι αυτό έγινε στου "Ζώναρς".
Για το ντύσιμο της Βλαχοπούλου, τι να πω, δεν είμαι και ειδικός, αλλά νομίζω ότι συμφωνούσανε μαζί σου πολλοί και πολλές: ήταν πάντα ντυμένη ωραία, μέχρι το τέλος.
Κατά τα άλλα, ευχαριστώ κτλ... :)
Καλημέρα...
Η Ροζίτα Σεράνο ήταν μια καλλονή με σοκολατένιο δέρμα. Η πάστα σεράνο δημιουργήθηκε προς τιμήν της από κάποιον (πολύ ερωτευμένο προφανώς) σεφ της εποχής και φυσικά την απολαμβάνουμε όλοι...
Φωτογραφία της Σεράνο (και της Βλαχοπούλου και όλων των κυριών που τραγούδησαν Σπάρτακο) υπάρχει σε παλιό βιβλίο με παρτιτούρες & στίχους τραγουδιών του...
συγχαρητηρια πολλα για την αναρτηση και για το καταπληκτικο σαιτ. παντα τετοια!
ιδου η διεθνης επιτυχια του Σπαρτακου με την ορχηστρα του cugat:
http://youtu.be/9i9k_UJuTUA
..."Πρόκειται για μια υπέροχη εκτέλεση, με μια Βλαχοπούλου ώριμη, μεστή και εκφραστική, που τη συνοδεύει το σαξόφωνο του Κατσαρού και το πιάνο του Μάρκου Αλεξίου"..
http://youtu.be/gcS6_AGHI9E
Πολὺ κακῶς δὲν ἔχω γράψει κάπου δυὸ λόγια γιὰ τὸν Γιάννη Σπάρτακο.
Ἔζησα καὶ μεγάλωσα μὲ τὰ τραγούδια του. Καὶ σήμερα ποὺ ἔκανα μιὰν ἀναδρομὴ σὲ ὅλα αὐτά, ὄχι μόνο συγκινήθηκα, ὄχι μόνο λαχτάρησα ἀλλὰ ἔπιασα καὶ τὸν ἑαυτό μου εὐτυχισμένο στὸ
ἄκουσμα τῶν τραγουδιῶν του. Χάρη, μουσικὴ φαντασία, εὐγενικὸς ἐρωτισμός, λόγια καὶ ἦχοι ποὺ θἄλεγες βγῆκαν καὶ ξαναβγαίνουν ἀπὸ τὸ εἶναι τοῦ καθενός.
Εἴθε τὸ ἐλαφρὸ ἑλληνικὸ τραγοῦδι νὰ ξαναβρεῖ ἰσάξιες δόξες. Γιὰ τὴν ὥρα, δὲν ἔχει σήμερα κἄν τέτοιαν ἐλπίδα.
Χαίρομαι που το κείμενό μου ξύπνησε μέσα σας τόσο ευχάριστα συναισθήματα. Ευχαριστώ για την επίσκεψη!
Ειλικρινά, υπόχρεη!
Καλή συνέχεια, και καλά κουράγια!
Gianu Toto, ευχαριστώ, καλά κουράγια και σε σας! Γιατί αισθάνεστε υπόχρεη όμως;
Δημοσίευση σχολίου