Στις 10 Μαρτίου 1962 το περιοδικό Φαντασία δημοσίευσε ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ σχετικά με τη νυχτερινή διασκέδαση στην Αθήνα, Πρόκειται για ένα μακροσκελές κείμενο, που σε κάποια σημεία θυμίζει περισσότερο χρονογράφημα παρά ρεπορτάζ, και που καταλήγει με την επίσκεψη των δημοσιογράφων στο πλακιώτικο κέντρο "Βράχος", όπου εμφανιζόταν εκείνη τη σεζόν η Ρένα Βλαχοπούλου. Σκέφτηκα, ωστόσο, να παραθέσω ολόκληρο το κείμενο, γιατί παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα εικόνα της νυχτερινής ζωής στις αρχές της δεκαετίας του '60.
Η Αθήνα τη νύχτα
Ένα πικάντικο ρεπορτάζ ειδικού συνεργείου μας με επικεφαλής
τον συνεργάτη μας κ. ΤΖ. ΚΟΡΙΝΗ και τον Α. ΜΟΣΧΟ
Δεν κάναμε άσχημα που στο προηγούμενο ρεπορτάζ παρομοιάσαμε την Αθήνα μ' ένα τερατώδες κορμί. Μόνο σ' ένα τέτοιο κορμί θα μπορούσε να παρατηρηθή τέτοια ιδιορρυθμία.
Την μεγαλύτερη ιδιορρυθμία την παρουσιάζουν οι "σφυγμοί"--τα μέρη δηλαδή όπου συγκεντρώνονται οι Αθηναίοι, είτε για να διασκεδάσουν, είτε για να υποπτευθή ότι θα διασκεδάσουν, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους.
Σ' αυτούς τους σφυγμούς βασιλεύει η ασυδοσία. Όποτε θέλει χτυπάει ο καθένας και όσο έντονα θέλει, χωρίς αυτό να σημαίνη ότι γίνεται καμμιά ανωμαλία στην γενική λειτουργία. Κι είναι πολύ περίεργοι αυτοί οι σφυγμοί, γιατί έχουν το νου τους διαρκώς στο χρήμα και κανονίζουν το χτύπημά τους ανάλογα με το προβλεπόμενο κέρδος.
Πρώτες οι ψησταριές, οι χώροι όπου καίγεται πραγματικό θυμίαμα και όπου οι αναθυμιάσεις ευφραίνουν τα ρουθούνια και κάνουν τις γλώσσες να πλαταγίζουν με προσδοκία. Κι αυτό γιατί το θυμίαμα εδώ είναι μυρωδάτο κοκορέτσι, γευστικό ντονέρ, ξελιγωματικό εξοχικό, γαργαλιστικός μποξάς, κλασικό αρνάκι και χοιρινό της σούβλας και πάει... τρέχοντας τα σάλια!
Πράγμα παράξενο, το θυμίαμα που καίγεται στα μέρη αυτά τρώγεται κιόλας. Και είναι τόσο απολαυστικό το φάγωμα, που δεν θα πρέπει να παραλείψη κανείς τις ψησταριές από τα... κέντρα διασκεδάσεως. Φθάνει μόνο να δη κανείς τις εκφράσεις των... μασώντων για να καταλάβη αν πρόκειται για διασκέδαση ή όχι.
Οι ψησταριές είναι από τους πρώτους σφυγμούς της νυχτερινής Αθήνας. Αρχίζουν το χτύπημά τους πολύ νωρίς, σε έξαλλο ρυθμό όμως, και νεκρώνονται νωρίς, για να δώσουν την θέσι τους σε κάποιον άλλο.
Φαντασία, 10-3-1962 |
Με γεμάτα στομάχια οι Αθηναίοι κι έχοντας στο στόμα τους την γεύσι του φαγητού που έφαγαν στριμώχνονται στριμώχνονται στα ταμεία των κινηματογράφων για να βγάλουν εισιτήρια και να φλομώσουν με τις αναθυμιάσεις του ντονέρ τους φουκαράδες που δεν έλαβαν μέρος στο συμπόσιο!
Με γεμάτα στομάχια ξαπλώνονται σε καθίσματα αναπαυτικά και μη και παρακολουθούν τα δημιουργήματα της Τέχνης που προβάλλονται στο πανί--μια φτηνή διασκέδασι που έχει κατακτήσει όλα τα στρώματα της κοινωνίας.
Και αν μεν το δημιούργημα της Τέχνης έχει καμμιά... σχέσι με την Τέχνη, το ντονέρ γίνεται καλοχώνευτο και ο... χωνεύων μακαρίζει τον συνδυασμό. Αν όμως συμβαίνη το αντίθετο, αρχίζει η δυσφορία, που εκδηλώνεται με σφυριχτά σχόλια και ξεφυσήματα που έχουν σαν αποτέλεσμα να γίνη βαρειά και ασήκωτη η ατμόσφαιρα της αίθουσας.
Ο κινηματογράφος θα είχε πέρα για πέρα κατακτήση τους Αθηναίους και ιδίως αυτούς που, είτε λόγω ασχολιών, είτε λόγω κεφιού σκαρίζουν την νύχτα, αν εκτός από την καλή και πρωτότυπη διαφήμισι, φρόντιζε να έχη και καλές ταινίες. Και δεν είναι μόνο ότι υστερεί σε ταινίες. Έχουμε και τις παραπλανητικές διαφημίσεις. Όπως έχει καταντήσει το πράγμα, μπαίνεις σε μια αίθουσα να δης την Μπριζίτ Μπαρντό να κάνη ένα σκανδαλιστικό "στρηπ τηζ"--έτσι λένε οι διαφημίσεις--και βλέπεις ένα ντοκυμαντέρ σχετικό με την καλλιέργεια της πατάτας!
Κι έτσι, εκτός απ' τα θυμιάματα, καίγονται στους κινηματογράφους και τα αναθέματα! Παρ' όλα αυτά όμως, σφυγμός ξεγελαστικός όπως είναι, εξακολουθεί το χτύπημά του και προσελκύει χιλιάδες πιστούς, έστω κι αν τους δυσκολεύη στην... χώνεψι.
Και την ώρα που αυτοί γελούν και χαχανίζουν και κλαίνε και χτυπιούνται και ξεφωνίζουν και βλαστημάνε και σταυροκοπιούνται και ειρωνεύονται και τον παίρνουν ελαφρά μισογερμένοι στο κάθισμα, άλλοι ανασκουμπώνονται σε κάτι απόμερα σημεία της Αθήνας και ετοιμάζονται για τις σχετικές... εγχειρήσεις των δρόμων.
Έχουν γραφή τόσα άσχημα σχόλια για το σκάψιμο των δρόμων, που βγήκε απόφασι να γίνονται την νύχτα και με γρηγοράδα κινηματογραφική (ίδε ταινίες Σαρλώ), για να μη προλάβη να δη τίποτα η μέρα και βάλη τα γέλια, κατά την συνήθειά της.
Φυσικά το σκάψιμο των δρόμων δεν είναι διασκέδασι, αλλά τώρα αποτελεί μέρος της νυχτερινής ζωής της Αθήνας και δεν υστερεί ούτε σε στρηπ τηζ με την μόνη διαφορά ότι εδώ το γδύσιμο δεν γίνεται από νόστιμες μικρούλες, αλλά από κάτι μουστακαλήδες που πιάνουν πέτρα και την στίβουν.
Είναι ατέλειωτα τα φαιδρά που μπορεί να δη ο περιπατητής της νυχτερινής Αθήνας. Μα τα φαιδρά δεν γίνονται μόνο στους δρόμους, γίνονται και σε κλειστούς χώρους και μάλιστα σ' ένα από αυτούς που διαφημίζει ακόμα και τον... διαφημιστή του!
Πρόκειται για το θέατρο "Ακροπόλ". Επειδή ο τίτλος της επιθεωρήσεως είναι ίδιος με του ρεπορτάζ που κάνουμε, αποφασίσαμε να το επισκεφθούμε, με την ελπίδα ότι θα μας δώση και μια καλή ιδέα, αλλά όπως έρχονται τα πράγματα, αντί να γίνη αυτό, γίνεται το αντίθετο. Μας φεύγουν και αυτές που έχουμε!
Σ' αυτό δεν φταίνε τα μέλη του θιάσου. Φταίνε τα... εισακτέα προϊόντα! Ποτέ μου δεν φαντάσθηκα ότι θα συνέβαινε τέτοιο πράγμα σε καλλιτεχνικό χώρο--από σκηνής!--μα το είδα με τα ίδια μου τα μάτια και δεν μπορώ να βγάλω τον εαυτό μου ψεύτη.
Εκεί που πάνε όλα καλά και ωραία, να 'σου και ξεμπουκάρουν στην σκηνή έξη--ή εφτά ήταν;--γυναίκες... εκπάγλου καλλονής, που θυμίζουν ζωγραφικούς πίνακες που έγιναν στο σκοτάδι. Ξαφνιασμένος τρίβω τα μάτια μου μήπως βλέπω όνειρο αλλά οι εκφράσεις των υπολοίπων θεατών με πείθουν ότι είμαι ξύπνιος και ότι βλέπω αυτή την ασχήμια να διαπράττεται πάνω σε σκηνή θεάτρου. Ρωτώ να μάθω και με πληροφορούν ότι πρόκειται για μια μεγάλη ξένη αττραξιόν, το μπαλλέτο Λόντον Φόλις.
Τρεις οι εμφανίσεις των "Λόντον Φολις" στην επιθεώρηση Η Αθήνα τη νύχτα... Πηγή φωτογραφίας ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ, Τμήμα Παραστατικών Τεχνών, Συλλογή θεατρικών προγραμμάτων. |
Νοιώθουμε όλοι μας την διάθεσι να τα μαζέψουμε και να γίνουμε άφαντοι, αλλά μένουμε μόνο και μόνο για να μη δυσαρεστήσουμε τους Έλληνες καλλιτέχνες που--ελπίζουμε--είναι αμέτοχοι στην διάπραξι αυτής της απερίγραπτης ασχημίας.
Μόλις τελειώνει η παράσταση, είμαστε οι πρώτοι που βγαίνουμε έξω. Για να βεβαιωθούμε ότι οι εντυπώσεις που μας δημιουργήθηκαν δεν είναι απλή σύμπτωσι, πιάνουμε τα πόστα, στήνουμε αυτί, και ακούμε ένα σωρό σχόλια και ταυτόχρονα παρακολουθούμε τις εκφράσεις που τα συνοδεύουν. Και το γεγονός ότι δεν μπορούμε να μεταφέρουμε εδώ κάποια, τουλάχιστον, απ' αυτά δείχνει σε ποια κατηγορία ανήκαν. Το άσχημο είναι όμως ότι δεν τ' ακούει ο θεατρώνης. Θα καταλάβαινε ίσως τι εντύπωσι δημιούργησε στους Αθηναίους η ξένη... ξερασιόν.
Οι θιασάρχες του μουσικού θιάσου του Ακροπόλ. Πηγή φωτογραφίας ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ, Τμήμα Παραστατικών Τεχνών, Συλλογή θεατρικών προγραμμάτων. |
Αηδιασμένοι απ' αυτό που αντίκρυσαν τα μάτια μας και που έγινε χειρότερο από τα σχόλια των άλλων θεατών, απομακρυνόμαστε τροχάδην, ξέροντας πως η μόνη γιατρειά είναι ένα άλλο, υγιέστερο θέαμα. Και, προς Θεού, όχι... ξένο!
Διαλέγουμε τον "Βράχο", αλλά καθώς μπαίνουμε στα στενά της Πλάκας, ακούμε φασαρία κάτω από τα πόδια μας. Κυττάζουμε πιο προσεκτικά και έκπληκτοι ανακαλύπτουμε σε μια γωνίτσα μια μικρή πορτούλα και μερικά σκαλοπάτια. Τα κατεβαίνουμε και αντικρύζουμε ένα θέαμα που είναι κάπως σπάνιο στην σημερινή Αθήνα.
Κάπου τριάντα νεαροί, αγόρια και κορίτσια, γλεντάνε με την καρδιά τους τρώγοντας ελληνικούς μεζέδες και πίνοντας πλακιώτικη ρετσίνα. Το τραγούδι πάει σύννεφο και είναι τόσο προχωρημένο το κέφι, που σου χρειάζονται οκτώ ζευγάρια αυτιά για να ξεχωρίσης τι τραγούδι τραγουδιέται. Αυτό δεν έχει καμμιά σημασία όμως. Οι νεαροί διασκεδάζουν, όπως δείχνουν τα ξαναμμένα τους πρόσωπα και το γυάλισμα των ματιών τους. Η Θεά Διασκέδασι πρέπει να είναι ικανοποιημένη.
Μα δεν είναι μόνο αυτό το θέαμα που μας τραβά την προσοχή. Καθώς κυττάζω γύρω μου, αντικρύζω μια σπάνια κι αστεία εικόνα. Τέσσερα νεαρούδια--δεν θα 'χουν πατήσει τα 14 ακόμα--φρεσκοπλυμένα, καλοχτενισμένα, ντυμένα στην τρίχα, με το θρυλικό τριγωνάκι στην γραβάτα και το σχετικό τσιγαράκι στο χέρι, που μοιάζει να ποζάρη μόνο του, κάθονται σ' ένα απόμερο τραπεζάκι και το... καίνε με φασόλια γίγαντες γιαχνί, ραδίκια, φέτα, σουτζουκάκια κι ένα κιλό ρετσίνα!
Τέσσερις αντιπροσωπευτικοί τύποι της ελληνικής υπαίθρου κάθονται στο φτωχικό τους τραπέζι σαν επίσημοι σε βασιλικό κάλεσμα, και με το ύφος που έχουν μοιάζουν με ηθοποιούς ενός παιδικού θιάσου που παίζουν ρόλους μεγάλων.
Με κεντρισμένη περιέργεια πλησιάζω αυτούς τους τέσσερις "ασίκηδες" και πιάνω κουβέντα μαζί τους. Στην αρχή με κυττάζουν καχύποπτα, όταν όμως τους εξηγώ τι ακριβώς κάνω, σκάζουν χαμόγελο και αρχίζουν να απαντούν στις ερωτήσεις μου σαν στάρλετς που ψοφάνε για διαφήμισι!
Οι τρεις απ' αυτούς είναι λούστροι, ο τέταρτος κουλουράς! Κι οι τέσσερις από διαφορετικά σημεία της Ελλάδος, έχουν συναντηθή στην πρωτεύουσα, έχουν γνωρισθή και δυο φορές την εβδομάδα το έχουν συμφωνημένο: Φορούν τα καλά τους και επισκέπτονται μια ταβέρνα 3ης κατηγορίας για να το κάψουν μέχρι πρωίας!
Εκφράζουν την λύπη τους που δεν κάθομαι να πάρω μεζέ και καθώς φεύγουμε μου λένε ότι θα ξανασυναντηθούμε πολύ γρήγορα γιατί αυτοί δεν αφήνουν... κέντρο για κέντρο αγύριστο! Γελώντας, αφήνουμε το φτωχικό περιβάλλον της ταβέρνας και συνεχίζουμε τον δρόμο μας.
Τα Νέα, 24-2-1962 |
Μπαίνοντας στον "Βράχο", η αντίθεσι χτυπάει αμέσως στα μάτια μας. Άλλο περιβάλλον εδώ, άλλος κόσμος, άλλο κέφι, άλλο είδος διασκεδάσεως. Ο γνωστός από την πρώην "Αρζεντίνα" μαιτρ Αλέκος Παρίσης και ο Μανώλης Καστρινός μάς κάνουν μια θερμή υποδοχή, βάζουν τα πάντα στην διάθεσί μας και πολύ σύντομα το νέο για τον σκοπό της επισκέψεώς μας γίνεται γνωστό.
Οι πελάτες, ύστερα από μερικά περίεργα και ενοχλημένα βλέμματα, μας συνηθίζουν γιατί βλέπουν ότι δεν ήρθαμε για να τους χαλάσουμε το κέφι αλλά μάλλον για να συμβάλουμε σ' αυτό.
Με "μπακ-γκράουντ" τις γλυκές μελωδίες της ορχήστρας του Κώστα Πρέντα, που έχουν ως αποτέλεσμα να ξεχειλίση η πίστα από χορευταράδες και ώσπου ν' αρχίση το πρόγραμμα, πιάνουμε κουβεντούλα με τον Καστρινό, τον Φρειδερίκο και τ' άλλα στελέχη του "Βράχου" που ξεκλέβουν λίγα δευτερόλεπτα για να έρθουν να μας πουν μια καλησπέρα. Και μετά ο Φρειδερίκος αναγγέλλει το Τσίρκο της Χαράς, την "ρεβύ" πίστας που περιλαμβάνει το πρόγραμμα. Και αρχίζει το πανηγύρι.
Η Ρένα Βλαχοπούλου στην επιθεώρηση πίστας Το τσίρκο της Χαράς στον Βράχο Πηγή φωτογραφίας: Φαντασία, 10-3-1962 |
Η Ρένα Βλαχοπούλου, ακούραστη και μπριόζα, λέει όμορφα τραγούδια, κάνει μιμήσεις, τα βάζει με όλους και προ παντός με τα... παπούτσια της, και ο Μανώλης Καστρινός με την Χρυσούλα Ζώκα μας δίνουν ένα ακόμα δείγμα της τεχνικής τους.
Η Χρυσούλα Ζώκα και ο Μανώλης Καστρινός στην επιθεώρηση πίστας Το τσίρκο της Χαράς στον Βράχο Πηγή φωτογραφίας: Φαντασία, 10-3-1962 |
Βλέπουμε ελληνικούς λεβέντικους χορούς από το μπαλλέτο του Καστρινού, ταυρομαχία από την Λάουρα και τον Φρειδερίκο, που μασκαρεύεται σε ταύρο, και βλέπουμε και τον κόσμο να μαγεύεται από το μπουζούκι του Γιώργου Μητσάκη και το τραγούδι της Άννας Μαριάννας.
Η Λάουρα δαμάζει... ταύρους στην επιθεώρηση πίστας Το τσίρκο της Χαράς στον Βράχο Πηγή φωτογραφίας: Φαντασία, 10-3-1962 |
Περνούν δυο ευχάριστες ώρες έτσι κι όταν φεύγουμε έχουμε στ' αυτιά μας μια από τις λαϊκές μελωδίες που παίζει ο Μητσάκης...
Φαντασία, 10-3-1962
Ο Γιώργος Μητσάκης στην επιθεώρηση πίστας Το τσίρκο της Χαράς στον Βράχο Πηγή φωτογραφίας: Φαντασία, 10-3-196 |
Το μόνιμο απωθημένο μου είναι ότι δεν ξέρω ποια όμορφα τραγούδια ερμήνευε η Ρένα Βλαχοπούλου στον Βράχο και στα υπόλοιπα κέντρα που κατά καιρούς εμφανίστηκε. Ωστόσο, για να κλείσω την ανάρτηση με τη φωνή της, επιλέγω δυο τραγούδια σχετικά με την ανάρτηση. Το ένα είναι η "Νυχτερινή Αθήνα" τραγούδι των Γιώργου Κατσαρού και Πυθαγόρα που πρέπει να ηχογραφήθηκε το 1962 (και υποθέτω ότι προέρχεται από κάποια επιθεώρηση πίστας...).
Το δεύτερο είναι το "Πόσο γλυκιά είν' η ζωή" των Γιώργου Μουζάκη-Γιώργου Ασημακόπουλου-Βασίλη Σπυρόπουλου-Παναγιώτη Παπαδούκα. Παρόλο που το 45άρι μπέρδευε για αρκετό καιρό τους/τις φιλόμουσους/φιλόμουσες σινεφίλ γιατί στην ετικέτα του αναγράφεται πως προέρχεται από την ταινία Όταν λείπει η γάτα, αυτό δεν ισχύει (από το φιλμ προέρχεται το "Ας πάει και το παλιάμπελο" που βρίσκεται στην άλλη πλευρά). Είναι τραγούδι από την επιθεώρηση Η Αθήνα τη νύχτα για την οποία μιλάει το παραπάνω ρεπορτάζ της Φαντασίας. Το τραγουδούσαν στο νούμερο "Τα φτωχοκόριτσα" η Σπεράντζα Βρανά και η Νάντια Κωνσταντοπούλου (παράξενο ντουέτο!) και στη δισκογραφία πέρασε με τη φωνή της Ρένας...
Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου