Στις 15 Ιανουαρίου 1964 κάποιες αθηναϊκές εφημερίδες δημοσίευσαν την άποψη των κριτικών τους για το μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη Κάτι να καίει που είχε ξεκινήσει να προβάλλεται στις 13 Ιανουαρίου. Βέβαια οι περισσότερες, οι απογευματινές κυρίως, εφημερίδες δημοσίευσαν την κριτική τους την επομένη της πρεμιέρας. Η υποδοχή που επιφύλαξαν οι κριτικοί στο δεύτερο μιούζικαλ του Δαλιανίδη ήταν κάπως καλύτερη από ό,τι στο πρώτο (βλ. χθεσινό Σαν σήμερα), αλλά σε γενικές γραμμές το μοτίβο ήταν το ίδιο: μεγάλοι έπαινοι για την τεχνική αρτιότητα, συγκατάβαση ή αποδοκιμασία για το σενάριο και τη σκηνοθεσία.
Αν και πρόκειται για την πρώτη διαφήμιση του Κάτι να καίει, οι φωτογραφίες της Ρένας Βλαχοπούλου, της Μάρθας Καραγιάννη και του Κώστα Βουτσά είναι από την ταινία Ένα κορίτσι για δύο |
Είναι γεγονός πως το Κάτι να καίει ήταν πιο ολοκληρωμένο ως μιούζικαλ, καθώς είχε φινάλε και αποθέωση (το Μερικοί το προτιμούν κρύο δεν είχε) επικυρώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη συγγένειά του με την επιθεώρηση. Επίσης παρουσίασε για πρώτη φορά στο κοινό την Έλενα Ναθαναήλ σε ηλικία μόλις 16 χρόνων. Στον δε τεχνικό τομέα, το Κάτι να καίει είχε μια σημαντική πρωτιά: ήταν η πρώτη έγχρωμη σινεμασκοπική ταινία (όχι το πρώτο σινεμασκόπ όπως γράφεται ενίοτε--και τότε γράφτηκε--, το πρώτο ήταν η ενδιαφέρουσα ταινία του Χρήστου Θεοδωρόπουλου Το μεγάλο κόλπο, aka Το μεροκάματο της ευτυχίας, σε σενάριο Ανδρέα Φραγκιά και Νίκου Βώκου) και η φωτογραφία του Νίκου Δημόπουλου για άλλη μια φορά εντυπωσίασε, οπότε όλες σχεδόν οι κριτικές ξεκινούσαν από αυτό.
Μεγάλη η προβολή της ταινίας: η διαφήμιση καταλαμβάνει σχεδόν μισή σελίδα εφημερίδας... |
Πάντως κάποιοι κριτικοί είχαν αισθητά καλύτερη γνώμη σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν. Η "δύσκολη" Ροζίτα Σώκου, για παράδειγμα, έγραψε στην Καθημερινή: (15-1-1964)
Με ευχάριστη έκπληξη χαιρετίζει αυτή η στήλη την πρώτη αληθινή επιτυχία του Γιάννη Δαλιανίδη, ένα έγχρωμο μουσικοχορευτικό φιλμ με δροσιά και χιούμορ, με ρυθμό και ευγένεια. Ελαττώματα που είχαμε σημειώσει στην περυσινή του--εμπορική--επιτυχία "Μερικοί το προτιμούν...", η άσχετη δηλαδή ανάμιξις επιθεωρησιακών κομματιών, εδώ έχει λείψει. Τα μουσικοχορευτικά νούμερα είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με την πλοκή και το μοντάζ πρώτης τάξεως. Ούτε μια καθυστέρησις στην αφήγηση, ούτε μια περιττή σκηνή, εκθαμβωτική η φωτογραφία του Δημόπουλου, θαύμα το χρώμα, έκτακτοι οι ηθοποιοί με επικεφαλής την Ρένα Βλαχοπούλου, τον Ντίνο Ηλιόπουλο και τον ασύγκριτο Κώστα Βουτσά που ενθουσιάζει τους πάντες. Αλλά και ο Νέγκας και η Μάρθα Καραγιάννη, και η Χλόη Λιάσκου, όλοι είναι σωστοί και συμπαθέστατοι. Η καινούρια αποκάλυψις Έλενα Ναθαναήλ είναι ωραιοτάτη παρά μια σχετική αδεξιότητα των κινήσεων που ελπίζομε να διορθωθή με τον καιρό. Θερμά συγχαρητήρια σε όσους συνεργάσθηκαν στην άρτια αυτή εργασία.
Ροζίτα Σώκου
Καθημερινή, 15-1-1964
Ο Νέστορας Μάτσας ελαφρώς φάσκει και αντιφάσκει, αφού αρχικά θεωρεί ότι η ταινία είναι μια "μεγάλη πρόοδος του κινηματογράφου μας, ένα νέο βήμα προς τα εμπρός" (Εθνικός Κήρυξ, 14-1-1964) και τα νούμερα που παρεμβάλλονται "χαρακτηρίζονται από καλό γούστο και ευρηματικότητα". Στη συνέχεια λέει ότι αν "το σενάριο ήταν κάπως πιο προσεγμένο, θα μπορούσαμε στο είδος του να το χαρακτηρίσουμε υποδειγματικό" φιλμ. Και τελικά καταλήγει πως η ταινία "πετυχαίνει κατά τον καλύτερο τρόπο το στόχο της"... Για το πρωταγωνιστικό δίδυμο γράφει: "Ο Ντίνος Ηλιόπουλος και η Ρένα Βλαχοπούλου γεμίζουν με το πληθωρικό κέφι τους τις σκηνές τους".
Η Αγλαΐα Μητροπούλου, λιγότερο αυστηρή από την προηγούμενη χρονιά, επισημαίνει πως η ταινία δεν προσφέρει κάτι καινούριο στον χώρο του μιούζικαλ, αλλά "στέκεται αξιόλογα και είναι γυρισμένη με κέφι και σε πολλά σημεία με καλό, απλό γούστο" (Ακρόπολις, 15-1-1964). Γράφει πως ο Γιάννης Δαλιανίδης "δεν έχει αφήσει να περάσουν χυδαιότητες. Έχει ακόμη μεταχειριστεί με γούστο το περιβάλλον (τις όμορφες πλαζ της Θεσσαλονίκης και την θαυμάσια διαδρομή προς την Αθήνα) και τους ηθοποιούς Ντίνο Ηλιόπουλο, Ρένα Βλαχοπούλου, την καινούργια Έλενα Ναθαναήλ, με την λαμπερή μελαχροινή ομορφιά" και τα υπόλοιπα μέλη του καστ. Σημειώνει επίσης ότι η μουσική του Μίμη Πλέσσα είναι "ευχάριστη γιατί θυμίζει γνωστές διεθνείς επιτυχίες"--απορώ πώς κανένας/καμιά δεν επισήμανε και τα τόσο ωραία (ελαφρο)λαϊκά μοτίβα του σε αυτή την ταινία.
Φωτογραφία: Έθνος, 14-1-1964 |
Το Έθνος (δεν είμαι σίγουρος αν την κριτική έγραψε ο Αχιλλέας Μαμάκης, δεν υπάρχει η υπογραφή του, έχω την εντύπωση ότι εκείνη την περίοδο είχε αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό λόγω του καρκίνου που τον ταλαιπώρησε) σημειώνει πως "ο Γιάννης Δαλιανίδης δίνει μια καινούρια απόδειξι του εξαίρετου συνθετικού του ταλέντου" και η ταινία "πιστοποιεί, για μια ακόμη φορά, το δυναμικό κινηματογραφικό ταλέντο του Ντίνου Ηλιόπουλου, της Ρένας Βλαχοπούλου και του Κώστα Βουτσά" (14-1-1964). Ο Ελ. Νταν. στην Απογευματινή (14-1-1964), δεν ξεχωρίζει καμιά ερμηνεία, αλλά γράφει πως ο "Δαλιανίδης, στην σκηνοθετική του προσπάθεια, έκανε καλή δουλειά", ωστόσο το σενάριό του είναι "παραφορτωμένο, όπως όλα τα ελληνικά σενάρια, που δεν παραλείπει τίποτε. Έρωτες, χωρισμοί, γάμοι που δεν γίνονται, χρήματα που έρχονται από την Αμερική και ένας κόσμος, που στο τέλος καταφέρνει να κάνη αυτό που επιθυμεί. Γι' αυτό το μόνο που μπορεί κανείς να κάνη είναι να αγνοήση το θέμα και να ονομάση την ταινία κινηματογραφημένο βαριετέ" (Σημείωση του Rena Fan: πόσο εύκολοι ακούγονται αφορισμοί τέτοιου είδους!...).
Νομίζω ότι ο εικονιζόμενος ηθοποιός δεν είναι ο Μπάμπης Ανθόπουλος που πραγματοποιεί σε αυτή τη σκηνή το κινηματογραφικό του ντεμπούτο υποδυόμενος τον γκέι Ντίνο Εξαρχόπουλο (φοράει και διαφορετικό ρούχο από τον Ανθόπουλο). Φωτογραφία: Έθνος, 15-1-1964 |
Οι κριτικοί των δυο εφημερίδων του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη ξεκινούν από τον τίτλο της ταινίας. Ο Γ. Πηλιχός στα Νέα (14-1-1964) γράφει πως "Ίσως αυτό το 'κάτι' (...) να μη 'καίη'. Γεγονός είναι, πάντως, αυτό το 'κάτι', έστω και χωρίς μεγάλη θερμότητα, υπάρχει. Υπάρχει στην τεχνική αρτιότητα, στην έστω κατ' απομίμησιν των ξένων φιλμ σκηνοθετική ευρηματικότητα, στο υποτυπώδες αλλά που εξυπηρετεί σχεδόν σωστά τις κινηματογραφικές απαιτήσεις σενάριο, στα βελτιωμένα από αισθητικής πλευράς ντεκόρ και στα κοστούμια και τέλος υπάρχει αυτό το 'κάτι' στην κατά βάσιν σωστή διανομή και ερμηνεία των ρόλων όπως και εν μέρει στη μουσική που συνοδεύει το φιλμ. Με άλλα λόγια, αυτό το 'κάτι' του κ. Δαλιανίδη είναι μια ΤΑΙΝΙΑ, που με όλα της τα ελαττώματα (επιθεωρησιακές κουβέντες και χειρονομίες, στατικά πλάνα, θεατρικοί διάλογοι, απουσία πρωτοτυπίας σε 'καλαμπούρια' ή 'γκαγκ', χορογραφίες χωρίς φαντασία, κάποια δόσι υπερβολής σε ωρισμένες καταστάσεις κ.λ.π.) αποτελεί ένα μικρό, έστω, βήμα προόδου του ελληνικού κινηματογράφου στον τομέα της μουσικής κωμωδίας". Ο Πηλιχός ξεχωρίζει "την Έλενα Ναθαναήλ, που εκτός του ότι είναι όμορφη--βελτιωμένη έκδοσις Λολομπρίτζιτας--και με ζεστή ωραία φωνή, δείχνει να έχη και ταλέντο" και, μολονότι ξεχωρίζει τη Ρένα Βλαχοπούλου, εκφράζει και μια επιφύλαξη για "την κατάχρησι του 'μωρέ' και του 'μωρή...'".
Αφίσα από τη Β' προβολή της ταινίας |
Στο Βήμα, από την άλλη, ο Γ. Π. Σ(αββίδης) θεωρεί πως ο τίτλος "μπορούσε να είναι το σύνθημα για μια ανανεωτική προσπάθεια στον ελληνικό κινηματογράφο, του οποίου το μόνιμο κλίμα είναι χλιαρότατο" Εντοπίζει ενδιαφέρον "αποκλειστικά στον τεχνικό τομέα, στον οποίο ο κ. Γιάννης Δαλιανίδης δείχνει κάποια άνεση" και του αναγνωρίζει και "κάποια σκηνοθετική ευρηματικότητα" στη χρήση της άπλας που προσφέρει το σινεμασκόπ--ενώ το σενάριο δεν τη χρειάζεται. Συνολικά όμως κρίνει πως πρόκειται για μια "μετριότατη μουσική κωμωδία, όπου τα νόστιμα τραγουδάκια του Μίμη Πλέσσα, αντί να διασκεδάζουν την προσοχή του θεατή από την κενότητα του θέματος, αποτελούν διαρκή πηγή αμηχνίας και για τον σκηνοθέτη και για τους ηθοποιούς. Από τους τελευταίους αυτούς, ταιριάζει ν' αναφερθή μόνο η Έλενα Ναθαναήλ, της οποίας η πρώτη εμφάνισι μας επιτρέπει να της ευχηθούμε καλύτερη τύχη".
Η Εστία (14-1-1964) θεωρεί μεν ότι η ταινία είναι "τεχνικόν κατόρθωμα" αλλά "υστερεί από απόψεως σεναρίου (αφελούς... μέχρι ανοησίας) και σκηνοθεσίας, η οποία είναι ανύπαρκτος, καθ' όσον ο σκηνοθέτης, στερούμενος οιασδήποτε προσωπικής και πρωτοτύπου εμπνεύσεως αντιγράφει, και μάλιστα με καθόλου καλόν γούστον, σκηνάς από τας διαφόρους μουσικοχορευτικάς Αμερικανικάς ταινίας". Δεν ξέρω αν πρόκειται για το ίδιο άτομο που έγραψε και την κριτική του Μερικοί το προτιμούν κρύο την προηγούμενη χρονιά και είχε "θάψει" Ηλιόπουλο και Βλαχοπούλου, αλλά αυτή τη φορά έχουμε μια θετική εξέλιξη ως προς τη Ρένα, αφού "Εκ των ηθοποιών διακρίνονται η κ. Ρένα Βλαχοπούλου, η κ. Μάρθα Καραγιάννη και ο κ. Χρ. Νέγκας".
Φωτογραφία από το αρχείο της Φίνος Φιλμ |
Τα καλύτερα λόγια για το πρωταγωνιστικό δίδυμο έγραψε ο Μάριος Πλωρίτης, ο οποίος όμως, αντίθετα από όλες/-ους τους άλλους, είναι πολύ συγκρατημένος για τη Ναθαναήλ (και ευτυχώς διαψεύστηκε): "Ευτυχώς υπάρχει ο ακατάσχετος Ντ. Ηλιόπουλος, με τα γνωστά αλλ' αποδοτικά 'τρυκ' του, ο Κ. Βουτσάς με το πληθωρικό κέφι του, και προπάντων η Ρένα Βλαχοπούλου με το χυμώδη σαρκασμό των πάντων, περιλαμβανομένου και του εαυτού της. Η Μ. Καραγιάννη κι η Χλ. Λιάσκου έχουν το τυπικό 'μπρίο' της ελληνικής κωμωδίας. Κι η Ε. Ναθαναήλ είναι μια πολύ νόστιμη κοπέλλα, για ακίνητες και προπάντων αμίλητες φωτογραφίες..." Για την ταινία γενικότερα συνοψίζει τις επιφυλάξεις που εξέφρασσαν και οι υπόλοιπες/-οι συνάδελφοί του:
Όλο και φουντώνουν τα ελληνικά "μιούζικαλς". Αυτό, μάλιστα, με τα ωραία χρώματά του είναι εξωτερικά 'διεθνούς επιπέδου', όπως λένε. Αλλά (τα αιώνια 'αλλά' της ελληνικής οθόνης) ενώ από την τεχνική άποψη η ταινία ευρωπαΐζει, σ' όλα τ' άλλα παραμένει κι αυτή... Βαλκάνια:
Το σενάριο έχει όλες τις απιθανοσυμβατικότητες της φαρσοκωμωδίας που στηρίζεται περισσότερο στα "αστειάκια" παρά στην κωμικότητα των καταστάσεων, η σκηνοθεσία είναι συχνά θεατρική (πόσες και πόσες φορές δεν παρατάσσει τα πρόσωπα κατά μέτωπο απέναντι στο φακό και τ' αφήνει να μιλάνε, να μιλάνε...) τα χορευτικά και τραγουδιστικά εμβόλιμα ξεφυτρώνουν σχεδόν πάντα αυθαίρετα και ξεκρέμαστα, το 'θεαματικό' μέρος είναι φτωχό (με τις επιθεωρησιακές σκάλες και τα μπαλλονάκια) και--το σπουδαιότερο--οι χορευτές είναι ελάχιστα χορευτές κι οι τραγουδιστές (εκτός από τη Ρ. Βλαχοπούλου) καθόλου τραγουδιστές. Αλλά χορός και τραγούδι είναι το Α και το Ω του μιούζικαλ κι εμείς προσπαθούμε να κάνουμε μιούζικαλ χωρίς τραγούδια και χορό (όσο "χαρούμενη" κι αν είναι η δουλειά του Μ. Πλέσσα και του Μ. Καστρινού) ήγουν σκορδαλιά χωρίς σκόρδο...
Μάριος Πλωρίτης
Ελευθερία, 16-1-1964
Στον Rena Fan δεν αρέσει το σκόρδο, αλλά αρέσουν τα μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη, με όλη την επιθεωρησιακή ατμόσφαιρα που διακρίνει το θεαματικό τους μέρος (είναι άλλωστε αυτή που τα κάνει να είναι ελληνικά και όχι απλές αντιγραφές του αμερικανικού μιούζικαλ) και, φυσικά, το ταλέντο και τη λάμψη της απαράμιλλης Ρένας Βλαχοπούλου. Και θα ευγνωμονεί πάντα τον σκηνοθέτη τους για την αθανασία που της χάρισε με αυτές τις ταινίες...
Λίγο πριν το γύρισμα της αποθέωσης του Κάτι να καίει: Ο Γιάννης Δαλιανίδης φροντίζει μια λεπτομέρεια του κοστουμιού της Έλενας Ναθαναήλ υπό την... επίβλεψη της Χλόης Λιάσκου και μια βοηθός του φροντίζει το κοστούμι της Μάρθας Καραγιάννη. Η Ρένα Βλαχοπούλου άγνωστο πού κοιτάζει... |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου