Στις 12 Νοεμβρίου 1956 ξεκίνησε σε τέσσερις κεντρικούς αθηναϊκούς κινηματογράφους η προβολή της ταινίας Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες με πρωταγωνίστρια τη Ρένα Βλαχοπούλου. Επρόκειτο για την πρώτη ταινία της Ρένας Βλαχοπούλου επί ελληνικού εδάφους (γιατί είχε προηγηθεί και η τουρκική παραγωγή Affet Beni Allahim που γυρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1953) καθώς και για τη δεύτερη έγχρωμη ελληνική ταινία--η πρώτη ήταν Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας που γυρίστηκε και προβλήθηκε πριν από τις Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες. Σε σχέση όμως με το χρώμα τους, οι Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες είχαν κι αυτές δυο πρωτιές: ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που γυριζόταν με το σύστημα Eastman Color και η πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία μεγάλου μήκους που παρουσίαζε τη σύγχρονη Ελλάδα.
Η ταινία είχε αρχίσει να γυρίζεται ακριβώς έναν χρόνο πριν. Στις 12 Νοεμβρίου 1955 είχε μάλιστα δημοσιευτεί στα Νέα η παρακάτω φωτογραφία που απεικονίζει το πρωταγωνιστικό ζευγάρι Ρένα Βλαχοπούλου-Στέφανος Στρατηγός και τον σκηνοθέτη της ταινίας Γιάννη Πετροπουλάκη.
Για την ταινία ο ελληνοαμερικανός παραγωγός Πητ Μέλλας είχε ξοδέψει το τεράστιο για την εποχή ποσό των 7.000 λιρών (την πληροφορία δημοσίευσε το Εμπρός στις 10 Νοεμβρίου 1956). Ως βασικός πόλος έλξης παρουσιάστηκε το όνομα της "βεντέτας του τραγουδιού" Ρένα Βλαχοπούλου (ήταν άλλωστε μόλις δύο χρόνια νουμερίστα...), αλλά και οι εμπειρότεροι κινηματογραφικοί κωμικοί Κούλης Στολίγκας και Νίκος Ρίζος. Ως ζεν πρεμιέ επιλέχτηκε ο Στέφανος Στρατηγός, επίσης έμπειρος κινηματογραφικά, ενώ την αδελφή της Ρηνούλας, τη Μαριέττα, υποδυόταν η νεαρή ηθοποιός του ελαφρού μουσικού θεάτρου Άννυ Μπωλ. Σε μικρότερους ρόλους εμφανίζονταν οι παλαίμαχοι Σταύρος Ιατρίδης, Παμφίλη Σαντοριναίου, Περικλής Χριστοφορίδης, Δέσποινα Παναγιωτίδου και οι νεότεροι ηθοποιοί Πόπη Άλβα, Έλσα Ρίζου, Βασίλης Ανδρεόπουλος. Σε έναν από τους λιγοστούς "καλούς" ρόλους της καριέρας του (γιατί τον συνηθίσαμε σε ρόλο σπαγγοραμένου, κακού και προδότη) ο Δήμος Σταρένιος και πλάι του η σύζυγός του Νίνα Σταρένιου. Η διεύθυνση φωτογραφίας της ταινίας ήταν του Βασίλη Μάρου, που τότε ξεκινούσε και τη διεθνή του καριέρα, ενώ όπως αναφέρουν Τα Νέα της 8ης Νοεμβρίου 1956, το μοντάζ ανέλαβε ο Ζαν Κιουνέ, βοηθός του διάσημου σκηνοθέτη Ρενέ Κλαιρ...
Η ταινία παρουσιάστηκε ως μουσική κωμωδία, και δικαίως, αφού η Ρένα τραγουδά πέντε ωραία τραγούδια του Μενέλαου Θεοφανίδη και επιπλέον υπάρχει μια καντάδα από αντρικό ντουέτο και παραδοσιακοί χοροί της Κέρκυρας στο τελευταίο μέρος της ταινίας. Διαφημίστηκε αρκετά όλη την εβδομάδα που προηγήθηκε της προβολής της. Η πρώτη διαφήμιση καλούσε το κοινό να απολαύσει τους κόπους ενάμιση χρόνου--αν και, όπως είπαμε, η ταινία ήταν το αποτέλεσμα κόπων ενός έτους. Η πρώτη διαφήμιση δεν ανέφερε το όνομα της Ρένας (υπήρχε βέβαια ξεχωριστή αναφορά στην ταινία και στην πρωταγωνίστριά της σε διπλανή στήλη της εφημερίδας Τα Νέα--ενώ επίσης δίπλα υπήρχε και η διαφήμιση για ένα διαφημιστικό, και επεισοδιακό όπως αποδείχτηκε, μουσικό πρωινό του Γιώργου Οικονομίδη που θα διοργανωνόταν στο θέατρο Ακροπόλ στις 11 Νοεμβρίου--στο οποίο συμμετείχαν σταθερές/-οί συνεργάτιδές/-τες του, ανάμεσά τους και η Ρένα Βλαχοπούλου...)
Επίσης χαρακτηριστική είναι και η διαφήμιση που εκμεταλλεύεται τους μορφασμούς του Κούλη Στολίγκα:
Έκπληξη... Θαυμασμό... Υπερηφάνεια θα νιώσετε χάρη στις Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες |
Ενώ λίγο πριν από την πρεμιέρα η ταινία παραλληλίστηκε με θαυματοποιό που ενθουσιάζει τα πλήθη...
Αξίζει, νομίζω, να δούμε πώς υποδέχτηκε η κριτική της εποχής την ταινία. Δεν κατάφερα, λόγω κορωνοϊού, να εντοπίσω τις κριτικές όλων των εφημερίδων, αλλά οι περισσότερες από όσες εντόπισα συμφωνούν στο γεγονός της τεχνικής προόδου που παρουσιάζει η ταινία που κάνει τους κριτικούς να παραβλέψουν τα υπόλοιπα ελαττώματά της--τα οποία ξεκινούν από το αδύναμο σενάριό της. Συγκεκριμένα ο Αχιλλέας Μαμάκης στο Έθνος έγραψε πως η ταινία παρουσιάζει ενδιαφέρον κυρίως από τεχνικής πλευράς:
Αποτελεί την πρώτη ουσιαστικώς έγχρωμη ελληνική παραγωγή. Και ομολογουμένως τα χρώματά της είνε πρώτης τάξεως. Δεν διαφέρουν από τις ξένες έγχρωμες δημιουργίες. Επίσης στο σύνολό της είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και ικανοποιητική η εργασία του εκπαιδευθέντος εις το Παρίσι νέου σκηνοθέτου κ. Πετροπουλάκη. Δεν υπάρχουν παρά έπαινοι και διά την φωτογραφία του οπερατέρ Μάρου (ιδιαιτέρως οι σκηνές και τα τοπία της Κερκύρας συνθέτουν αξιόλογη εργασία), καθώς επίσης και διά την ωραία μουσική του δημοφιλούς συνθέτου Μενέλαου Θεοφανίδη. Υπάρχει όμως και ένα μειονέκτημα. Μειονέκτημα σοβαρό. Είνε δυστυχώς κακό το σενάριο που έγραψεν ο κ. Λυμπερόπουλος. Ασήμαντο, ανούσιο, αδιάφορο, δεν έχει παρά ελάχιστες καλές στιγμές και δεν επιτρέπει και εις τους περισσότερους ηθοποιούς να δείξουν τον καλόν εαυτόν τους. Κρίμα...
Έθνος, 12-11-1956
Ο Λ.Β. Καραπαναγιώτης ξεχώρισε τις Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες ως μια ταινία που μπορούν άνετα να δουν οι αναγνώστριες/-τες του Βήματος με αναμφισβήτη επιτυχία στον τεχνικό τομέα και εξασφαλισμένη εμπορική σταδιοδρομία: "αν η υπόθεσις είναι αδύνατοι και οι διάλογοι εύκολοι, η φωτογραφία είναι πρώτης τάξεως, τα χρώματα ωραιότατα και η σκηνοθεσία του κ. Πετροπουλάκη ικανοποιητική και εξαιρετικά ελπιδοφόρα. Έχει ρυθμό, έχει άνεσι στην αφήγησι, έχει ευρήματα στη σκηνοθεσία. Η Αγλαΐα Μητροπούλου, που έγραψε μια από τις πιο θετικές κριτικές, έκρινε πως οι Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες είναι μια "χαριτωμένη μουσική κωμωδία":
Έγχρωμη σε "Ηστμανκολόρ", δίνει εικόνες από την Κέρκυρα και την Αθήνα που δεν προδίνουν την φυσική τους ομορφιά και πολλές φορές έχει ρυθμό κεφάτο που κατορθώνει να είναι και κινηματογραφικά συναρπαστικός.
Οι σκηνές του τέλους με τους κερκυραϊκούς χορούς είναι οπτικά και κινηματογραφικά αληθινή χαρά των ματιών και σ' αυτό συντελεί ο χορευτικός όμιλος της Κερκύρας και τα Λαϊκά Μπαλέτα της Δώρας Στράτου.
Η Ρένα Βλαχοπούλου στον ρόλο της Κερκυραίας χωριατοπούλας, που δεν θαμπώνεται από τη μεγάλη ζωή της πρωτεύουσας, τραγουδάει ευχάριστα και βρίσκει στιγμές, στιγμές, καλούς κωμικούς τόνους.
Μια καλή κωμική "ενζενύ", θα μπορούσε να γίνει η Άννυ Μπωλ. Ο Στέφανος Στρατηγός παίζει με σιγουριά και συμπαθητικά και ο Κούλης Στολίγκας έναν ξιπασμένον μαιτρ με πολύ κέφι. Οι σκηνογραφίες είναι του Βασιλείου και η μουσική του Μ. Θεοφανίδη.
Αθηναϊκή, 13-11-1956
Μόνο μία ακόμα κριτική ανέφερε το όνομα της Ρένας και γράφτηκε κι αυτή από γυναίκα, τη Ροζίτα Σώκου, η οποία στην Καθημερινή επισημαίνει πως η ταινία είναι "η πρώτη επιτυχημένη ελληνική προσπάθεια στον τομέα του χρώματος" αλλά τονίζει:
Η υπόθεσις και ο διάλογος είναι δυστυχώς πολύ χαμηλού επιπέδου, αλλά τα χρώματα είναι μαγευτικά. Δεν θ' αναγνωρίσετε την Ελλάδα που τόσο αδικείται συνήθως από τον φακό των ταινιών μας. Και το "μοντάζ" των σκηνών, σύντομο και εξυπνότατο όπως στην περιγραφή εκείνη της Αθήνας. με κύριο στόχο την Τροχαία, ενώ ακούγεται η ωραία φωνή της Ρένας Βλαχοπούλου. Με άλλα λόγια, μία τεχνικώς άρτια ταινία που μας κάνει να παραβλέπωμε τις αδυναμίες της σαν έργου.
Καθημερινή, 14-11-1956
Από την Καθημερινή |
Ο Βίων Παπαμιχάλης έγραψε στην Απογευματινή:
Ιδιαιτέρως πρέπει να τονίσωμε την πρόοδο που εσημειώθη στον τόπο μας στον τομέα της εγχρώμου φωτογραφίας με το φιλμ "Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες" (Αττικόν-Ρεξ-Άστυ-Πάνθεον). Η νέα αυτή ελληνική ταινία, παραγωγής "Πήτερ Μέλας", γυρισμένη κατά το μεγαλύτερο ποσοστό μέσα στα μαγευτικά τοπία της Κερκύρας, οφείλεται στον πρωτοεμφανιζόμενον σκηνοθέτην Γιάννη Πετροπουλάκη, στον σεναρίστα Ηλία Λυμπερόπουλο και στον οπερατέρ Βασίλη Μάρο. Παρ' όλο που δεν μπορούμε να αγνοήσωμε τον νέον σκηνοθέτην, που μας απέδειξε ότι ξαίρει καλά το επάγγελμά του, οι έπαινοι πηγαίνουν κυρίως στον κ. Μάρο, για τις αριστουργηματικές φωτογραφίες του, που δεν υστερούν σε τίποτε από τις καλύτερες ξένες. Εύγε του.Το φιλμ, μια μουσική κωμωδία, δεν έχει άλλες απαιτήσεις παρά να διασκεδάση τον θεατή. Γι' αυτό κι εμείς, θα παραβλέψωμε ωρισμένες αδυναμίες του για να επαινέσωμε ανεπιφύλακτα την ευσυνείδητη συνεργασία και την ωραία παρουσίασι του φιλμ.
Απογευματινή, 14-11-1956
Χαρτονένια αφισέτα της ταινίας |
Για μια χαμένη ευκαιρία έγραψε ο Μάριος Πλωρίτης στην Ελευθερία:
Οι "Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες" θα μπορούσαν να είναι σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου μας. Και είναι--από την τεχνική άποψη. Τα χρώματά της είναι άψογα και οι φωτογραφίες της (έργο του κ. Μάρου) αξίζουν ανεπιφύλακτο έπαινο. Προπάντων μερικά τοπία της Κέρκυρας είναι αντάξια των καλυτέρων ξένων ταινιών. Η σκηνοθεσία του κ. Γιάννη Πετροπουλάκη, εξάλλου, δείχνει γνώσι και γούστο και δίνει θετικές υποσχέσεις για το καινούργιο αυτό στέλεχος της κινηματογραφίας μας. Δυστυχώς το σενάριο ακολουθεί τα πιο "πεπατημένα" χνάρια της οπερεττικής φάρσας και δε δίνει, ούτε στο σκηνοθέτη, ούτε στους ηθοποιούς, ευκαιρίες για να εκμεταλλευθούν τα μέσα που οι παραγωγοί τους προσφέρανε. Κρίμα! Γιατί όλη αυτή η ωραία εμφάνιση, οι κόποι και οι δαπάνες θα μπορούσαν να περιβάλουν κάτι πολύ πιο ουσιαστικό και ενδιαφέρον.
Ελευθερία, 14-11-1956
Τέλος μια... άδικα θετική κριτική (αφού συγκρίνει τις Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες με τις σαφώς ανώτερες ταινίες Στέλλα και Ο δράκος αλλά και τόσες άλλες σημαντικές ταινίες που προηγήθηκαν) έγραψε ο Ι.Δ. στην Εστία:
Πρόκειται διά μίαν κωμωδίαν γύρω από την αισθηματικήν περιπέτειαν μιας Κερκυραίας εις τας Αθήνας. Διά πρώτην φοράν τα χρώματα της Ελληνικής αυτής ταινίας είναι πράγματι επιτυχημένα. Εκείνο, όμως, που αξίζει κυρίως να υπογραμμισθή είναι, ότι, αυτήν την φοράν εμφανίζονται τα καλλίτερα και τα πλέον αξιοθέατα σημεία των Αθηνών και της Κερκύρας κι όχι οι λαϊκοί "τεκέδες" με τα μπουζούκια και τους τύπους του υποκόσμου, που δυσφημούν την Ελλάδα εις τας ταινίας τύπου "Στέλλας" ή "Δράκου". Επιπλέον δε, δύο ωραιότατοι "μπάλλοι" προσδίδουν μία ακόμη νόταν καλλιτεχνικού γούστου, εις την ταινίαν αυτήν, η οποία είναι, ασφαλώς, το πρώτο ελληνικόν φιλμ της προκοπής.
Εστία, 13-11-1956
Η ταινία σταδιοδρόμησε και στο εξωτερικό. Ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που ταξίδεψε στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, το 1957. Όπως σημειώνει ο Φρίξος Ηλιάδης στο βιβλίο του Ελληνικός κινηματογράφος 1906-1960 (έκδοση του περιοδικού Φαντασία), η εντύπωση που άφησε εκεί ήταν "αξιοπρεπής". Τον Μάιο του 1957 η ταινία προβλήθηκε σε κινηματογράφους των ΗΠΑ (και κάποιες εφημερίδες της Νέας Υόρκης ασχολήθηκαν μαζί της--αλλά αυτό είναι θέμα για ένα ανοιξιάτικο "Σαν σήμερα")...
Όπως προέβλεψε ο Λ. Καραπαναγιώτης, η ταινία γνώρισε όντως μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα. Σύμφωνα με μια διαφήμισή της που δημοσιεύτηκε μια βδομάδα μετά την πρεμιέρα, τις πρώτες εφτά μέρες προβολής της στα τέσσερα κεντρικά σινεμά της πρωτεύουσας την είδαν 105.326 θεατές. Ο συνολικός αριθμός θεατών που καταγράφεται στους επίσημος πίνακες εισιτηρίων πρώτης προβολής της Αθήνας είναι 113.129 (αριθμός που έφερε την ταινία στη 4η θέση της κατάταξης των ταινιών της σεζόν 1956-57 (εμπορικότερη ταινία της σεζόν ήταν Το αμαξάκι του Ντίνου Δημόπουλου και της Φίνος Φιλμ που έκοψε 138.620 εισιτήρια). Οι Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες συνέχισαν να προβάλλονται σε συνοικιακούς κινηματογράφους και κινηματογράφους Β' προβολής μέχρι το τέλος του 1956.
Δυστυχώς δεν διακρίνονται καθαρά οι φωτογραφίες των εισόδων των σινεμά που πρόβαλαν την ταινία |
Παρά τη μεγάλη της εμπορική επιτυχία, η ταινία δεν ωφέλησε ιδιαίτερα την κινηματογραφική καριέρα της Ρένας Βλαχοπούλου. Πέρασαν σχεδόν έξι χρόνια μέχρι να γυρίσει την επόμενη ταινία της (το Όταν λείπει η γάτα του Αλέκου Σακελλάριου), ενώ η ίδια θυμόταν τα γυρίσματα ως μια κουραστική εμπειρία. Σήμερα η ταινία ανήκει στον κινηματογραφικό οργανισμό Καραγιάννης-Καρατζόπουλος και έχει υποστεί δυστυχώς επεμβάσεις που έχουν αλλοιώσει κάποιες σκηνές (στους τίτλους π.χ.--δεν είχε ανάγκη το όνομα της Ρένας να μπει πριν από τον τίτλο της ταινίας--, στη σκηνή του πανηγυριού, μέχρι και rewind για να δούμε--γιατί άραγε;...--τη Μαριέττα να ξαναπέφτει για ύπνο μετά την καντάδα...), ενώ τα ιστορικά νυχτερινά πλάνα της έχουν χρησιμοποιηθεί με τη σειρά τους ως εμβόλιμα πλάνα σε άλλες, ασπρόμαυρες, ταινίες που εκμεταλλεύεται η ίδια εταιρία για την τηλεόραση.
Μια από τις αφίσες της ταινίας. Από το Αλφαβητάρι του Ελληνικού Κινηματογράφου του Ηλία Μαλανδρή |
Και αν και το ταλέντο της Ρένας μοιάζει ακόμα άγουρο στην ταινία (σίγουρα δεν τη βοηθάει το γεγονός ότι ο ήχος είναι ντουμπλαρισμένος και όχι σύγχρονος), σε κάθε περίπτωση οι Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες παραμένουν μια ωραία αποτύπωση μιας πιο νεανικής εικόνας της μεγάλης πρωταγωνίστριας και βέβαια τα τραγούδια άλλη μια εξαιρετική καταγραφή των μεγάλων ερμηνευτικών της ικανοτήτων... Και φυσικά τα πλάνα της έγχρωμης πρωτοχρονιάτικης Αθήνας της μέρας και των νυχτερινών διαδρομών της παραμένουν αναντικατάστατα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου