Το blog αγαπάει την οπερέττα (ας μην ξεχνάμε ότι η μούσα του είχε κάποιες σχέσεις μαζί της ιδίως στα πρώτα βήματα της καριέρας της) και παρόλο που προτιμάει τις οπερέττες του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, εκτιμά και το έργο του Νίκου Χατζηαποστόλου (η Ρένα Βλαχοπούλου άλλωστε συμμετείχε κάποια στιγμή στη Γιόλα, ενώ είχε καλές σχέσεις με την οικογένεια του συνθέτη, καθώς τραγούδησε με επιτυχία τραγούδια του γιου του, Ανδρέα Χατζηαποστόλου). Έτσι ο Rena Fan δεν θα μπορούσε να λείπει από το φετινό ανέβασμα της πασίγνωστης οπερέττας Οι απάχηδες των Αθηνών, το γνωστότερο έργο του συνθέτη, σε λιμπρέτο του Γιάννη Πρινέα: το εμβληματικό έργο του οπερεττικού ρεπερτορίου παρουσιάζεται φέτος για έξι μόνο παραστάσεις μέχρι τις 30 Δεκεμβρίου από την Εταιρία Λυρικού Θεάτρου Ραφή στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Ευκλείδη, ενορχήστρωση και μουσική διεύθυνση του Μιχάλη Παπαπέτρου, με σκηνικά-κοστούμια της Χριστίνας Σπανού και τη δραματουργική συνεργασία της Κατερίνας Κωνσταντινάκου.
Οι Απάχηδες των Αθηνών είναι η δημοφιλέστερη ελληνική οπερέττα μαζί με τον Βαφτιστικό του Σακελλαρίδη: παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά το 1921 και παίχτηκαν επί δύο χρόνια, πραγματοποιώντας περισσότερες από 650 παραστάσεις--αριθμός-ρεκόρ για την εποχή εκείνη. Από τότε μέχρι σήμερα ανέβηκαν αμέτρητες φορές (όπως και ο Βαφτιστικός): δοκιμάστηκαν σε αυτούς μεγάλα και μικρά ονόματα της "ελαφράς" σκηνής, αθηναϊκοί--κεντρικοί και συνοικιακοί--και επαρχιακοί θίασοι, ενώ την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία σε διαφορετικά ανεβάσματα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο θέατρο Ακροπόλ. Εάν ο Σακελλαρίδης και ο Βαφτιστικός του θεωρούνταν ότι πλησίαζαν περισσότερο τον κόσμο της ευρωπαϊκής οπερέττας, ο Χατζηαποστόλου θεωρούνταν γνήσιος εκπρόσωπος της αθηναϊκής μουσικής ηθογραφίας με τραγούδια που--υποτίθεται--ήταν πιο κοντά στο πνεύμα και το κλίμα της λαϊκής αθηναϊκής γειτονιάς.
Νίκος Χατζηαποστόλου
Βέβαια, όπως σημειώνουν και οι συντελεστές του τωρινού ανεβάσματος, το έργο αναπαράγει μια αστική ματιά, παρόλο που συγγραφέας του λιμπρέτου ήταν ο σοσιαλιστής Πρινέας. Η λέξη απάχης που προέρχεται από τους Ινδιάνους Απάτσι, χρησιμοποιούνταν στον μεσοπόλεμο για να χαρακτηρίσει του περιθωριακούς, επικίνδυνους αλήτες του Παρισιού. Η σημερινή ανάγνωση της οπερέττας από τον Αλ. Ευκλείδη (που αξίζει να υπενθυμίσω ότι μας έδωσε ως τώρα πολύ ενδιαφέρουσες παραστάσεις του Βαφτιστικού και της Κόρης της Καταιγίδος του Σακελλαρίδη) φωτίζει το περιθώριο της σύγχρονης Αθήνας και επαναφέρει τον κοινωνικό διάλογο που υπάρχει στον πυρήνα του έργου (έστω και μέσα από την αστική ματιά του λιμπρέτου): η δράση μεταφέρεται στο Μεταξουργείο, στις εισόδους των γκαλερί όπου, σημειώνει ο σκηνοθέτης, "η αφρόκρεμα της νέας αθηναϊκής δημιουργικότητας, υποστηριζόμενη από το τελευταίο κύμα της δημοσιογραφικής βιομηχανίας του lifestyle, εκθέτει τους (συχνά πολιτικούς) προβληματισμούς της [και] οι σύγχρονοι απάχηδες βρίσκονται σωριασμένοι, εκθέματα κι αυτοί μας από τις πιο αποτρόπαιες δημιουργίες του ευρωπαϊκού ανθρωπισμού".
Ο Γιάννης Πρινέας στη δεύτερη κινηματογραφική μεταφορά των
Απάχηδων (1950)
Έτσι, η οικογένεια Παραλή έρχεται πλέον στην Αθήνα και εγκαθίσταται στο Μεταξουργείο με έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: η κόρη του Ξενοφώντα Παραλή, η Βέρα, πρόκειται να εγκαινιάσει τη νέα της γκαλερί. Οι απάχηδες (ο Πρίγκιπας--διχασμένος ερωτικά αφού είναι ήδη ερωτευμένος με τη Βέρα αλλά διατηρεί δεσμό και με τη Ρωσίδα μετανάστρια Τιτίκα--, ο Καρούμπας και ο Καρκαλέτσος) που εισβάλλουν στον χώρο της παριστάνοντας τους τεχνοκριτικούς και τσακίζουν τον νεοπλουτισμό και την έπαρσή τους είναι άτομα του σύγχρονου περιθωρίου (άστεγοι, μετανάστες) που θα γοητεύσουν τόσο τη Βέρα όσο και τη γεροντοκόρη θεία της, την Αρετούσα. Η τελική λύση που δίνει η ίδια η Βέρα για να αφήσει το φτωχό ζευγάρι να ζήσει τον έρωτά του είναι ευρηματική, όπως είναι και όλες οι διακριτικές προσθήκες και αναφορές σε πρόσωπα και πράγματα της σύγχρονης πραγματικότητας.
Η ανάδειξη όλων αυτών των στοιχείων στην παράσταση της Ραφής λειτουργεί πολύ αποτελεσματικά κατά τη γνώμη μου. Το αρχικό, ευχάριστο ξάφνιασμα του να ακούς τις πολυτραγουδισμένες επιτυχίες του Χατζηαποστόλου σε ένα εντελώς καινούριο περιβάλλον (το "Μάη τρελέ με τα λουλούδια", ας πούμε, ερμηνεύεται εδώ με αγωνιστική διάθεση από τη χορωδία των αστέγων) διαδέχεται η διαπίστωση ότι όλο αυτό το σκηνικό είναι πραγματικά ο μοναδικός χώρος στον οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει σήμερα το έργο και να "μιλήσει" στο σημερινό κοινό. Δεν θα ωφελούσε προφανώς ένα ακόμη νοσταλγικό, μουσειακό ανέβασμα των Απάχηδων που θα συγκινούσε το κοινό μεγαλύτερης ηλικίας και θα απωθούσε τους/τις νεότερους/ες. Τα ζητήματα του κοινωνικού διαλόγου που θέτει η σκηνοθεσία ενισχύονται από τις ερμηνείες των τραγουδιστών/τριών και της χορωδίας (υπεύθυνη για τη διδασκαλία της ήταν η Ιωάννα Φόρτη) και την άψογη εκτέλεση της μουσικής (η ανάγνωση της αυθεντικής παρτιτούρας από τον Μιχάλη Παπαπέτρου και τους τέσσερις μουσικούς του αναδεικνύει πολύ όμορφες πτυχές των συνθέσεων του Χατζηαποστόλου). Ίσως σε λίγα σημεία (τουλάχιστον τη βραδιά που είδα εγώ το έργο) να έπρεπε να είναι πιο γοργός ο ρυθμός της πρόζας, αλλά η παράσταση είναι γενικά καλοκουρδισμένη, χωρίς πλαδαρότητες που χαρακτηρίζουν συχνά οπερεττικές παραστάσεις.
Η σκηνοθεσία έχει οδηγήσει τα μέλη της ομάδας σε πολύ πετυχημένες σατιρικές αλλά και αυτοσαρκαστικές πινελιές. Ξεχωρίζουν ο Δημήτρης Ναλμπάντης ως Πρίγκιπας, η εξαιρετική Ιωάννα Φόρτη ως ασυγκράτητη Αρετούσα (μοναδικές οι πόζες της, το περπάτημά της και τα βλέμματά της, ειδικά στο "Πω πω τρελάθηκα"), η Λουντμίλα Μπονταρένκο ως απολαυστική μετανάστρια Τιτίκα (θαυμάσιο το ντουέτο της με τον Πρίγκιπα στο "Μόνο με σένα"), ο Δημήτρης Δημόπουλος ως ξιπασμένος νεόπλουτος Ξενοφών Παραλής και η Αναστασία Κότσαλη ως αφελής γκαλερίστα Βέρα Παραλή. Τη διανομή συμπληρώνουν οι Θοδωρής Μπιράκος, Γιάννης Πεδιαδιτάκης, Βασίλης Πελαντάκης, Κωνσταντίνος Πασσάς και Μικαέλα Δανά. Τη χορωδία αποτελούν οι Χριστίνα Αλεξίου, Δημήτρης Γκογκόσης, Ξένια Ζήση, Κατερίνα Θεοδοσίου, Αντωνίνα Καλαϊτζή, Λίνα Καλπαζίδου, Ξένια Καπώνη, Άρτεμις Κονδυλοπούλου, Γαρυφαλιά Κουτσογιάννη, Αναστασία Μολυβδά, Μαρία Μουρκούση, Μαριαλένα Πολίτη και Χριστίνα Τσίμπρη. Ο πολύ καλός συντονισμός όλου του συνόλου αναδεικνύεται σε πολλά σημεία της παράστασης, και κυρίως στο φινάλε της δεύτερης πράξης που συγκεντρώνει και κάποια από τα πιο γνωστά μοτίβα του. Εκτός από τον Μιχάλη Παπαπέτρου που παίζει πιάνο παίρνουν μέρος οι μουσικοί Άγγελος Λιακάκης (βιολοντσέλο), Γιώργος Γουμενάκης (μαντολίνο), Δημήτρης Τίγκας (κοντραμπάσο) και Αντώνης Παπακώστας (κλαρινέτο).
Οι Απάχηδες των Αθηνών του Αλέξανδρου Ευκλείδη και της Ραφής παρουσιάζονται μόνο για έξι παραστάσεις: οι τρεις τελευταίες δίνονται σήμερα, αύριο και μεθαύριο, στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (πληροφορίες εδώ). Σας προτείνω ανεπιφύλακτα να δείτε το εγχείρημα της Ραφής, να αφουγκραστείτε τα θέματα που θίγει η σκηνοθεσία και, εντέλει και, το ίδιο το έργο και, φυσικά, να απολαύσετε και τα όμορφα τραγούδια του Χατζηαποστόλου. Κάποια από αυτά λίγο πειραγμένα ίσως, αλλά όλα τους απολαυστικά.
Φωτογραφίες του Ιωάννη Σκλάβου από την παράσταση:
Φωτογραφίες του Ιωάννη Σκλάβου από την παράσταση:
Η απολαυστική Ιωάννα Φόρτη ως ασυγκράτητη Αρετούσα
Απολαυστικό ντουέτο:
ο Δημήτρης Ναλμπάντης (Πρίγκιπας) και η Λουντμίλα Μπονταρένκο (Τιτίκα)
Ο Δημήτρης Ναλμπάντης και ο θίασος
Ο θίασος στο φινάλε της δεύτερης πράξης
Η χορωδία και οι μουσικοί στην έναρξη του έργου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου