Δευτέρα 30 Αυγούστου 2021

Σαν σήμερα το 1970: Τα εβδομηκοστά έκτα γενέθλια της Επιθεώρησης

Στις 30 Αυγούστου 1970 η Επιθεώρηση έκλεισε τα 76 χρόνια της, αφού το πρώτο έργο του είδος αυτού, το Λίγο απ' όλα του Μίκιου Λάμπρου, ανέβηκε στις 30 Αυγούστου 1894 στο θέατρο του Παραδείσου. Επικεφαλής του θιάσου ο Δημήτριος και η Ελένη Κοτοπούλη και κοντά τους το επτάχρονο κοριτσάκι τους, η μετέπειτα κορυφαία πρωταγωνίστρια Μαρίκα Κοτοπούλη, που τραγουδούσε, μαζί με άλλα παιδάκια, "Η κυρά μας η δασκάλα, που 'ναι άγρια και κακιά, είπε στα παιδάκια τ' άλλα πως δεν είμαι παστρικιά..." Πρωτοφανής η επιτυχία του Λίγο απ' όλα, χρειάστηκε όμως να περάσει τουλάχιστον μια δεκαετία για να καταφέρει το νέο είδος να στεριώσει στις σκηνές των αθηναϊκών θεάτρων...

Για να τιμήσει τα 76α γενέθλια της επιθεώρησης, ο ηθοποιός και συνεργάτης του περιοδικού Οικογενειακός Θησαυρός Αρτέμης Μάτσας ζήτησε από τρεις πρωταγωνίστριες της επιθεώρησης, έναν συγγραφέα και έναν συνθέτη της να μιλήσουν γι' αυτό το θεατρικό είδος και να εκφέρουν τη γνώμη τους για την εξέλιξή του. Παρουσιάζω τις απόψεις τους με τη σειρά που δημοσιεύτηκαν στο ρεπορτάζ του Μάτσα.

ΣΟΦΙΑ ΒΕΜΠΟ
--Λοιπόν, κυρία Βέμπο, πέστε μας, τι είναι για σας η επιθεώρησι;
--Αγαπητέ μου κύριε Μάτσα, για μένα η επιθεώρησι είναι η μάνα μου, η αδελφή μου, η φιλενάδα μου, η ίδια μου η ζωή, γιατί σ' αυτήν χρωστάω την ζωή μου, σ' αυτήν χρωστάω την Βέμπο. Να, έτσι σαν όνειρο:
Την βραδιά θυμάμαι εκείνη
που με καρδιοχτύπια χίλια
του θεάτρου το σανίδι
πρωτοπάτησα χλωμή
και με στεγνωμένα χείλια
είπα το τραγούδι ετούτο
ενώ μ' έπνιγαν λυγμοί:
"Τσιγγάνα μαυρομάτα
αντάμωσα στη στράτα..."

--Και έτσι, κυρία Βέμπο, αρχίσατε την θριαμβευτική σας καριέρα... Πέστε μας τις εντυπώσεις που προκάλεσε αυτή σας η εμφάνισι...
--Θα σας τις πω με στίχους που έγραψε ο Μίμης Τραϊφόρος, όταν γιόρτασα τα τριάντα μου χρόνια στη σκηνή.
Αυτές ήταν οι πρώτες μου οι νότες που ακουστήκαν
κι όσοι τις άκουσαν στα δυο αμέσως χωριστήκαν.
Άλλοι ενθουσιάστηκαν, φώναξαν "μπράβο"
και οι πιο πολλοί συμφώνησαν πως κάνω για τεκέ.
Εγ' όμως δεν φοβήθηκα, ετράβηξα μπροστά
κι είπα τραγούδια ένα σωρό που έγιναν γνωστά.

--Είναι πραγματικά πολύ παραστατικοί αυτοί οι στίχοι.
--Με γυρίσατε τόσα χρόνια πίσω, κ. Μάτσα. Στην επιθεώρησι, που κλείνει τις μέρες αυτές τα 76 της χρόνια, οφείλω την ευγνωμοσύνη μου και το πιο μεγάλο μου ευχαριστώ.
--Κι εκείνη σας ευχαριστεί και σας περιμένει πάλι τον χειμώνα, ανυπόμονα, μαζί με το κοινό, για να της χαρίσετε νέες στιγμές θριάμβου.
[Σημείωση του Rena Fan: η αίσθησή μου είναι ότι αντί για τη Βέμπο μίλησε ο Τραϊφόρος...]
 


ΑΝΝΑ ΚΑΛΟΥΤΑ
--Ποια είναι η γνώμη σας για την επιθεώρησι; ρωτήσαμε την "βασίλισσα" του μουσικού μας θεάτρου τηλεφωνικώς από την Θεσσαλονίκη όπου βρίσκεται.
--Μα είναι το πιο αγαπημένο θεατρικό είδος του κοινού, μας απάντησε με τη βελούδινη φωνή της από το ακουστικό.
--Ποιες νομίζετε πως ήσαν οι χρονιές που βρισκόταν στην μεγαλύτερη ακμή της;
--Το 1936 με τις ωραιότατες επιθεωρήσεις του Γιαννουκάκη, του Ευαγγελίδη και άλλων εκλεκτών συγγραφέων αρχίζει η εξέλιξί της για να βρεθή σε μεγάλη ακμή από το 1940 μέχρι το 1964. Οι χρονιές 1950-1958, με τις περίφημες επιθεωρήσεις του θεάτρου "Βέμπο", των θεατρικών επιχειρήσεων Μπουρνέλλη, των επιχειρήσεων Κρίτα και του θιάσου μας, γράφονται στο ενεργητικό της επιθεωρήσεως. Θριαμβευτική επιτυχία είχε σημειώσει, ανάμεσα στις άλλες, η επιθεώρησι "Ντόλτσε Βίτα" των Γιαννακόπουλου-Νικολαΐδη-Μουζάκη.
--Και έπειτα;
--Πτώσι... Δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια. Ενώ το θέατρο πρόζας και ο κινηματογράφος πλουτίστηκαν με αξιόλογα στελέχη, το ελαφρό θέατρο ελάχιστα ανανεώθηκε. Επείγουσα ανάγκη να βρεθή, να υπάρξη μια πλήρης Σχολή Μουσικού Θεάτρου. Προσωπικά επιθυμώ να συμβάλω στην δημιουργία της και να αφιερωθώ στον μεγάλο της σκοπό, όπως αφιερώθηκα σ' όλη μου την ζωή στην ιδέα του θεάτρου. [Σημείωση του Rena Fan: έχω την εντύπωση ότι η Άννα Καλουτά ήδη δίδασκε τότε στη Σχολή Μουσικού Θεάτρου του Μενέλαου Θεοφανίδη, αλλά μπορεί να κάνω και λάθος...] Η επιθεώρησι στάθηκε πιστή πάντα πλάι στο κοινό. Η επιθεώρησι αντιπροσωπεύει τον λαό μας. με τους καημούς, τις χαρές και τις λύπες του. Τον εμψυχώνει, του δίνει κουράγιο στις δύσκολες στιγμές και τον κάνει ν' αντιμετωπίζη τα πάντα με το γέλιο. Την αγαπώ όσο τίποτα στον κόσμο. Εύχομαι η θεατρική της πορεία να είναι πάντα στρωμένη με φύλλα δάφνης.



ΡΕΝΑ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΥ
Η κορυφαία του μουσικού μας θεάτρου Ρένα Βλαχοπούλου είναι ντυμένη Πυθία, για να βγη σε λίγο στη σκηνή του θεάτρου του Εθνικού Κήπου και να χαρίση με την απαράμιλλη τέχνη της το γέλιο στους άπειρους θεατές, που γεμίζουν πλατεία και... διαδρόμους για να δουν την επιθεώρησι της χρονιάς "Έρχονται δεν έρχονται" [Σημείωση του Rena Fan: στην οποία ήταν κομπέρ ο ίδιος ο Αρτέμης Μάτσας, διαβάστε περισσότερα εδώ].
--Αφού είστε μία... Πυθία, κυρία Βλαχοπούλου, θα θέλαμε να μας πήτε για το μέλλον της επιθεωρήσεως.
--Με συγχωρείς, φίλε μου, αλλά Πυθία είμαι μόνο στη σκηνή, μας απάντησε γελώντας. Ωστόσο η μακρόχρονη θητεία μου στην επιθεώρησι μου επιτρέπει να σας διαβεβαιώσω ότι θα έχη πάντα ένα λαμπρό μέλλον, με την προϋπόθεσι ότι όλοι θα την δουν, αν και είναι ελαφρό είδος, πολύ σοβαρά. Πρέπει οι νέοι ηθοποιοί της να δουλέψουνε, να καλλιεργήσουν το ταλέντο τους και, προ παντός, να μη βιάζωνται να γίνουν βεντέττες. Πριν προβάλουν τους όρους τους για τα νούμερα που θέλουν να παίξουν και για την θέσι που επιθυμούν να γραφτή τ' όνομά τους, ας ελέγξουν καλά τις δυνατότητές τους... Η επιθεώρησι είναι Ρωμιά, βέρα Ρωμιά, και αφού η Ρωμιά είναι πολύ όμορφη, πώς να μην είναι κι εκείνη;

ΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ
--Η επιθεώρησι βρίσκεται στον πιο λαμπρό της δρόμο, μάς είπε ο, εκ των συγγραφέων της μεγαλύτερης εφετεινής επιτυχίας "Έρχονται, δεν έρχονται", Κώστας Νικολαΐδης. Πλουτίστηκε με νέα πρόσωπα που προέρχονται από την πρόζα και αυτό είναι ήδη στο ενεργητικό της. Η ζωή προχωράει... Τίποτα δεν μπορεί να σταματήση την ροή του ποταμού. Βεβαίως υπήρξαν μεγάλες, πολύ μεγάλες, μορφές που οι επιτυχίες τους έμειναν αξέχαστες. Ωστόσο πρέπει με αισιοδοξία ν' ατενίζουμε το μέλλον. Ο Παράβας, ο Κωνσταντίνου, ο Πάντζας, ο Μουστάκας, η Στυλιανοπούλου, η Προκοπίου, ο Κάππης είναι ήδη εξαιρετικές μονάδες. Συνέχεια της Αριστοφάνειας κωμωδίας, μιλάει στην ψυχή του λαού μας, που πάντα την θεωρεί σαν κάτι δικό του.
--Τι νομίζετε ότι θα βοηθούσε, ώστε να πάη ακόμα πιο μπροστά;
--Ο σχηματισμός θιάσων με την ένωσι πρωταγωνιστών που θα παραμέριζαν τον καταστρεπτικό βεντετισμό, γιατί ο ηθοποιός την αξία του τη δείχνει στη σκηνή και όχι στο διαφημιστικό πανώ, και η ανάθεσι του ανεβάσματός τους--εγώ προσωπικά θα ήθελα να γίνη κάτι τέτοιο σε μια δική μου--σ' έναν Κουν, αν θα ήθελε ο ίδιος ο Κουν, που τόσο μου άρεσε η σκηνοθεσία του στην "Λυσιστράτη".

ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ
Το 1940, πριν τριάντα χρόνια δηλαδή, την μουσική της επιθεωρήσεως "Όλοι στην ουρά" των Ασημακοπούλου, Σπυροπούλου, Παπαδούκα έγραψε ένας νέος συνθέτης, ο Μενέλαος Θεοφανίδης. Η επιθεώρηση αυτή που ανέβηκε στο "Μακέδο" σημείωσε μεγάλη επιτυχία και οι κριτικές επισήμαναν το ταλέντο του νέου συνθέτη που χάρισε στην μετέπειτα καριέρα του ατέλειωτη σειρά από μεγάλες επιτυχίες. [Σημείωση του Rena Fan: το Όλοι στην ουρά ανέβηκε στο Μακέδο το καλοκαίρι του 1942... Ο Θεοφανίδης, ωστόσο, είχε ήδη ξεχωρίσει λίγο πριν τον πόλεμο ως συνθέτης της οπερέτας].
Με το κύρος της προσωπικότητός του ο εξαίρετος συνθέτης μάς λέει:
--Ό,τι αρέσει περισσότερο στην επιθεώρησι είναι η σάτιρα των ηθών, η σάτιρα της πολιτικής ζωής, των γνωστών καταστάσεων γενικά που ζη ο κάθε άνθρωπος. Μιλάει στην καρδιά, μαστιγώνει ανώδυνα, χαρίζει κέφι, δίνει θάρρος, εμψυχώνει... Νομίζω όμως ότι τελευταία παρατηρείται--με λίγες μόνον εξαιρέσεις--κάποια πτώσι από πλευρά εμψύχου υλικού. Εύχομαι οι νέοι--και τους το συμβουλεύω με όλη μου την καρδιά--να πειθαρχούν πάντα στους νόμους και τις απαιτήσεις του μουσικού θεάτρου για να μπορέσουν να κάνουν μια επιτυχημένη καριέρα. Η επιθεώρησι περιμένει πολλά από τους νέους. Ας την αγαπήσουν κι ας συνεχίσουν τον λαμπρό της δρόμο. 
Ο αγαπημένος... ραδιοφωνικός θίασος του Αρτέμη Μάτσα. Παλιές δόξες του 
ελαφρού μουσικού θεάτρου (μόνο η Μπέμπα Δόξα και η Κούλα Γκιουζέπε λείπουν!]
που συγκεντρώθηκαν πιθανότατα για κάποια από τις δεκάδες
ραδιοφωνικές εκπομπές που αφιέρωσε ο Μάτσας στο, προπολεμικό και πολεμικό κυρίως,
μουσικό θέατρο. Μπορεί σε αρκετά σημεία τους να ακούγονται γραφικές
με τα δεδομένα της σημερινής εποχής, διασώζουν, ωστόσο, πολύτιμα ντοκουμέντα:
τις αφηγήσεις και τις ερμηνείες παλιών ηθοποιών,
έστω και στη δύση της καριέρας τους ή και της ζωής τους...

Και ο Αρτέμης Μάτσας κλείνει το ρεπορτάζ με κάποιες σκέψεις του για το επιθεωρησιακό είδος.
Οι παλιοί λένε: δεν υπάρχουν αξιόλογες μονάδες να τους παραδώσουμε τη σκυτάλη. Οι νέοι βιάζονται να γίνουν φίρμες. Χρειάζεται δουλειά, πολύ [sic] δουλειά για την επιτυχία.
Οι νέοι λένε: οι παλιοί--όχι όλοι βέβαια--δεν μας βοηθάνε. Μας κόβουνε τ' αστεία από τα νούμερα και διαλέγουν πάντα τα καλύτερα και τα πιο αβανταδόρικα. Ωρισμένοι συγγραφείς μάς βλέπουν σαν πλαισίωμα. Αν δεν μας δοθή η ευκαιρία, πώς θα φανούμε κι εμείς;
Και οι συγγραφείς; Σε αντίθεσι με την πρόζα και τον κινηματογράφο, όπου οι... μισοί Έλληνες γράφουν θεατρικά έργα ή σενάρια, στο μουσικό θέατρο φτάνουν μόλις τους δέκα. Οι περισσότεροι δώσανε μεγάλες επιτυχίες. Θεμελίωσαν το μουσικό θέατρο, τα νούμερά τους ανάδειξαν καλλιτέχνες. Όσοι--ελάχιστοι--προσπαθούν να δημιουργήσουν καριέρα κυττάζουν πώς να φανούν αρεστοί στους φτασμένους... Ίσως να θεωρούν και τον εαυτό τους... Σαίξπηρ και γυρίζουν περιφρονητικά τις πλάτες τους στους νέους που θέλουν να τους εκφράσουν τα όνειρά τους και την φιλοδοξία τους να παίξουν ένα καλύτερο νούμερο.
Προσωπικό συμπέρασμα: πίσω από την χαρούμενη αυλαία με τα πολύχρωμα φώτα και την ξέφρενη μουσική κρύβεται της περισσότερες φορές ένας σκληρός αγώνας υπάρξεως. Κορυφαίες μορφές της μίλησαν για πτώσι της στάθμης της επιθεωρήσεως. Τι θα μπορούσε να την βοηθήση; Μα πρώτα απ' όλα η σκληρή πειθαρχία, η έλλειψη βεντετισμού, η συνολική εργασία με δίκαιο καταμερισμό ρόλων. Να λείψουν εκτός από το λαμπερό θιασαρχικό σχήμα οι αφέντες και οι πληβείοι, γεγονός που φαίνεται απόλυτα στη δουλική "αποθέωσι" του φινάλε και στην αναγραφή των ονομάτων στα πανώ. Παλαιοί και νέοι πρέπει να δώσουνε τα χέρια. Δεν τους χωρίζει τίποτα. Οι νέοι να σέβωνται τους παλαιούς, οι παλαιοί να προετοιμάζουν αυτούς που θα τους παραδώσουν την σκυτάλη. Τέλος, οι συγγραφείς να βλέπουν όλους σαν συνεργάτες τους.
30 Αυγούστου 1894--30 Αυγούστου 1976. Τα χρόνια της θριαμβευτικής πορείας της επθεωρήσεως. Πάντα κοντά στο κοινό. Πάντα προσφέροντας το τόσο πολύτιμο για τον άνθρωπο γέλιο. Ας την βοηθήσουν οι παράγοντές της με την αρμονική τους συνεργασία να τα χιλιάση... ΠΡΕΠΕΙ.

Τρία χρόνια μετά, στο Άλσος Παγκρατίου, μια ομάδα νέων ηθοποιών επιχείρησε να κάνει αυτό που δεν κατάφεραν (ή δεν ήθελαν;) οι "παλαιοί": να ανανεώσουν το επιθεωρησιακό είδος. Το Ελεύθερο Θέατρο, με την προοδευτική του ματιά και την ουσιαστική κατάργηση του βεντετισμού, άνοιξε έναν νέο δρόμο που, για κάποια χρόνια τουλάχιστον, οδήγησε σε μεγάλες επιτυχίες... Το τι έγινε μετά και το τι μπορεί να γίνει σήμερα είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία.  Σήμερα ας μείνω στους... εορτασμούς, με ένα τραγούδι της Λίνας Νικολακοπούλου και του Διονύση Τσακνή, που ακούστηκε για πρώτη φορά στην επιθεώρηση του Θεσσαλικού Θεάτρου Μας πήρε το ποτάμι (σεζόν 1990-91) και επαναλήφθηκε στην επιθεώρηση Οι αγαπητικοί της βοσκοπούλας, πάλι του Θεσσαλικού Θεάτρου, το καλοκαίρι του 2010...


Αν και από τους ωραιότατους στίχους της Νικολακοπούλου λείπουν ονόματα που δεν θα 'πρεπε (ενώ υπάρχουν ονόματα που δεν είχαν μεγάλη πορεία στο είδος), υπάρχει μια ολόσωστη αναφορά σε:
αυτά τα φίνα θηλυκά
που πλέον μείναν θρυλικά
και από τα γέλια τους παθαίναμε συμφόρηση.
Η Ρένα μας η Ντορ για τσαχπινιά δική της
τον κόσμο πια τον ξέκανε
στα νούμερα που έκανε
τραβώντας όλο νάζι το βρακί της.
Κι η Βλαχοπούλου, η γυναίκα η τεράστια
με το τραγούδι της ξυπνούσε τα προάστια...

Η επιθεώρηση όντως είναι πολύτιμη όταν "δεν έχει Θεό η αθεόφοβη" και "ανεβάζει επί σκηνής τους οδοιπόρους κι ασθενείς που της φωνάζουν της ζωής: αναθεώρηση!"...   



Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.

Σάββατο 14 Αυγούστου 2021

Σαν σήμερα το 1993: Μια Κερκυραία στη Σάμο...

Στις 14 Αυγούστου 1993 κάποιες αθηναϊκές εφημερίδες δημοσίευσαν φωτογραφίες από τις διακοπές της Ρένας Βλαχοπούλου στη Σάμο. Η Σάμος ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα δυο στενών συνεργατών της Ρένας, του συνθέτη Μενέλαου Θεοφανίδη και του ηθοποιού Νίκου Σταυρίδη, και η εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος συνέδεσε τον δεύτερο με τις διακοπές της εκεί:

Σαμιώτισσα η Ρένα
"Να πας Ρένα, να δεις το χωριό μου. Να πας να φας 'μπούκνες' και να ρίξεις τις βουτιές σου στα πεντακάθαρα σαμιώτικα νερά", της είχε πει κάποτε ο Νίκος Σταυρίδης.
Το εκμυστηρεύτηκε, στη Σάμο, η Ρένα Βλαχοπούλου, που αν και Κερκυραία ξετρελάθηκε με τις ομορφιές του νησιού. Ειδοποίησε μάλιστα και τον σύζυγό της, τον Γιώργο Λαφαζάνη, να πάει κι εκείνος να τη συναντήσει, "για να δουν μαζί ό,τι δεν μπόρεσε να δει μόνη της".

Ελεύθερος Τύπος, 14-8-1993 


Ο Λεωνίδας Νικολαΐδης και η Ρένα Βλαχοπούλου στο Κοκκάρι της Σάμου.
Μαζί τους ο Ηλίας Στέκας, ο επιχειρηματίας Νίκος Γρέβιας και ο Κώστας Παναγιωτίδης.
Πηγή:
Ελεύθερος Τύπος, 14-8-1993

Την ίδια βραδιά, στο ίδιο "γνωστό στέκι" στο Κοκκάρι της Σάμου, σε άλλο τραπέζι βέβαια, βρίσκονταν ο Σταμάτης Φασουλής και η Δήμητρα Παπαδοπούλου. Και οι δύο, όπως έχουν δηλώσει κατά καιρούς σε συνεντεύξεις τους, θαύμαζαν πολύ τη Ρένα, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει κάποια φωτογραφία και των τριών από εκείνο το βράδυ.



Τρεις εβδομάδες αργότερα η εφημερίδα Λοιπόν, στη στήλη "Παραλοιπό(ν)μενα", δημοσίευσε μια ακόμα φωτογραφία με την παρέα της Ρένας από εκείνο το βράδυ στο Κοκκάρι, με την υποσημείωση πως η Ρένα "πολύ στενοχωρήθηκε για τις φωτιές που σκόρπισαν την καταστροφή... Κάποιοι την είδαν να κλαίει...". Δεν αμφιβάλλω πως η Ρένα πράγματι θα στενοχωρήθηκε για τις πυρκαγιές που κατέστρεψαν μεγάλες εκτάσεις στη Σάμο στις 31 Ιουλίου 1993. Ωστόσο, σύμφωνα με το Facebookικό προφίλ του ηθοποιού Λεωνίδα Νικολαΐδη, συνεργάτη και φίλου της Ρένας, που τη συνόδευε στο Κοκκάρι, εκείνο το βράδυ η Δήμητρα Παπαδοπούλου γιόρταζε τα γενέθλιά της. Τα γενέθλια της ηθοποιού είναι στις 19 Ιουλίου, οπότε η Ρένα είχε μάλλον φύγει από το νησί όταν ξέσπασε η φωτιά...

Η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Λεωνίδας Νικολαΐδης, ο Νίκος Γρέβιας,
ο Θεόδωρος Κατσικάρης και η σύζυγός του Άντζυ.
Πηγή:
Λοιπόν, 9-9-1993

Ο Νικολαΐδης γράφει επίσης στο προφίλ του ότι η Ρένα έμεινε δέκα μέρες στη Σάμο και ότι πολύ συχνά πήγαινε για ψάρεμα με έναν γέρο βαρκάρη του νησιού... 

Άλλη μια φωτογραφία από εκείνες τις διακοπές της Ρένας στη Σάμο.
Μαζί της ο ηθοποιός και φίλος της Λεωνίδας Νικολαΐδης
και, αν δεν κάνω λάθος, η φίλη της Ρένας Μαργαρίτα Παπαγεωργίου.
Φωτογραφία από το προφίλ του Λεωνίδα Νικολαΐδη στο Facebook



Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.

Σάββατο 7 Αυγούστου 2021

Σαν σήμερα το 1954: Σουσουράδα

Στις 7 Αυγούστου 1954 η Ρένα Βλαχοπούλου εμφανιζόταν στην επιθεώρηση του θεάτρου Βέμπο Σουσουράδα που είχαν γράψει ο Μίμης Τραϊφόρος και ο Γιώργος Γιαννακόπουλος με μουσική του Μενέλαου Θεοφανίδη. Επικεφαλής του θιάσου ήταν η Σοφία Βέμπο και ο Νίκος Σταυρίδης. Στο πλάι τους η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Κώστας Δούκας, η Σοφία Βερώνη, η Αλίκη Βέμπο και το χορευτικό ζευγάρι Φλερύ-Άλμα. Ανάμεσα στα νέα φιντάνια του θιάσου η Μπέτυ Μοσχονά (που είχε βέβαια θητεία στα μπουλούκια) και ο Γιάννης Φέρμης. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 9 Ιουνίου 1954.

Μίμης Τραϊφόρος, Μενέλαος Θεοφανίδης,
Σοφία Βέμπο, Νίκος Σταυρίδης, Ρένα Βλαχοπούλου
στις πρόβες της
Σουσουράδας το καλοκαίρι του 1954.
Από το αρχείο του Πάνου Μαυραγάνη


Η Σουσουράδα είναι μια σημαδιακή παράσταση στην καριέρα της Ρένας, καθώς σε αυτή εμφανίστηκε πρώτη φορά με διπλή ιδιότητα: ως τραγουδίστρια και ως νουμερίστα. Όπως έχουμε δει στο παρελθόν, οι κριτικοί τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια είχαν επισημάνει ότι η Ρένα ήταν μια τραγουδίστρια που διέθετε και υποκριτικά προσόντα--ερμήνευε τα τραγούδια της πάντα με ιδιαίτερη εκφραστικότητα. Οπότε ο Μίμης Τραϊφόρος αποφάσισε να την πιέσει να βγει στη σκηνή και ως ηθοποιός--σε ασφαλές φυσικά περιβάλλον, αφού θα ήταν παρτενέρ του έμπειρου Νίκου Σταυρίδη. Με βάση το αρχοντορεμπέτικο τραγούδι "Κάνε μου τέτοια" (γνωστό και ως "Άλα, πασά μου") οι συγγραφείς έγραψαν ένα σκετσονούμερο (σκετς, δηλαδή ελεύθερη και όχι έμμετρη πρόζα, που κατέληγε σε τραγούδι) στο οποίο ο Σταυρίδης συναντούσε μια "αθώα" κοπέλα σε ένα καφενεδάκι και της έκανε κόρτε. Εκείνη δεν αργεί να "πέσει" και, μάλλον (κρίνοντας από τους στίχους που τραγουδούσε η Ρένα στον Σταυρίδη), αποκαλύπτεται πως είναι και έτοιμη για πιο... πονηρά πράγματα...

Η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Νίκος Σταυρίδης στο νούμερο
"Κάνε μου τέτοια" της επιθεώρησης
Σουσουράδα
Από το βιβλίο του Μάκη Δελαπόρτα Βίβα Ρένα (εκδ. Άγκυρα, 2002)

Τη Ρένα και τον Σταυρίδη πλαισίωναν στο νούμερο ο Γιάννης Δούκας, ο Γιάννης Φέρμης και ο Ν. Τζανάτος. Παρόλο που, όπως έχουμε δει, είχε από τον Απρίλιο ανακοινωθεί πως η Ρένα θα εμφανιζόταν και σε νούμερα στη Σουσουράδα, φαίνεται πως δεν ήταν απολύτως έτοιμη ψυχολογικά για το μεγάλο βήμα. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των συνεργατών και συναδέλφων της (Τραϊφόρος, Θεοφανίδης, Φ. Ντάβου) η Ρένα έκλαιγε στα παρασκήνια από το άγχος και παρακαλούσε να κοπεί το νούμερο. Ο Τραϊφόρος την έσπρωξε με το ζόρι στη σκηνή και, έτσι όπως βγήκε σαστισμένη, το κοινό χειροκρότησε αυθόρμητα. Εκείνη από το τρακ της κάποια στιγμή έπεσε από την καρέκλα, ενώ της έπεφτε κάθε τόσο και το καπέλο, και το κοινό ενθουσιάστηκε. Εκείνο το βράδυ λοιπόν της 9ης Ιουνίου 1954 γεννήθηκε μια νέα πρωταγωνίστρια στο ελαφρό μουσικό θέατρο, στο οποίο θα κυριαρχούσε τα επόμενα σαράντα χρόνια. Ήταν τόσο μεγάλο το σουξέ της Ρένας και του Σταυρίδη που έκαναν τρία μπιζ. Ωστόσο, ο Σταυρίδης, μπαίνοντας στα παρασκήνια, είπε στον Τραϊφόρο: "Με διέλυσε η κωλοκερκυραία!..."

Από το αρχείο του Μάκη Σουρμπή

Εκτός από το "Κάνε μου τέτοια" η Ρένα ερμήνευε στην παράσταση δυο καινούρια τραγούδια του Μενέλαου Θεοφανίδη: το "Αθήνα ξελογιάστρα" και το "Σατράπη μου" (περίπου στο μέσον της πρώτης πράξης, αφού η καθιερωμένη τραγουδιστική εμφάνιση προ του φινάλε ανήκε αναμφισβήτητα στη θιασαρχίνα Σοφία Βέμπο. 




Οι περισσότερες κριτικές επισήμαναν τη νέα ιδιότητα της Ρένας. Αξίζει όμως τον κόπο να διαβάσουμε ολόκληρες τις κριτικές... Ξεκινάμε από τον Αχιλλέα Μαμάκη.
Είνε αναντίρρητον ότι οι συγγραφείς και αυτής της επιθεωρήσεως δεν πολυκουράστηκαν. Νούμερα πνευματώδη, υπό την πραγματικήν έννοια του όρου, δεν υπάρχουν και γι' αυτό και στην "Σουσουράδα" παίζουν σημαντικό ρόλο τα χορευτικά της επιθεωρήσεως και το θεαματικό της στοιχείο, που αν και σχετικού μόνον πλούτου έχει ωρισμένες στιγμές έντονη την σφραγίδα των καλαίσθητων δημιουργιών του Μάριου Αγγελόπουλου. Το κείμενο όμως, εάν δεν λέη μεγάλα πράγματα, διαθέτει κάτι που εκτιμά ο θεατής. Έχει πολιτική σάτιρα που πάντοτε απετέλεσε γνώρισμα της αθηναϊκής επιθεωρήσεως και είνε ακόμη και σαν τεχνική επάνω εις τα καθιερωμένα καλούπια του είδους. Έτσι, με την βοήθεια της μουσικής του Θεοφανίδη ωρισμένες σκηνές παρουσιάζουν πολύ μπρίο. Εάν προσθέση τις και τον αδρό υπογραμμισμόν αυτού του στοιχείου από τον δημοφιλή άσσο Νίκο Σταυρίδη και τον συμπαθή κωμικό Κώστα Δούκα πλαισιωμένους από μερικά γνωστά στελέχη της μουσικής σκηνής--όπως ο Αριστείδης Χρυσοχόος, ο Γιάννης Δούκας, ο Νίκος Φιλιππόπουλος και ο νέος καλλιτέχνης κ. Γιάννης Φέρμης που είχε δυο-τρεις αξιοσημείωτες εμφανίσεις--καθώς και τις κυρίες Αλίκη Βέμπο, Φίτσα Ντάβου και Νανά Γκάτση, φθάνουμε στην διαπίστωσι μιας ζωηράδας που εξασφαλίζει δυο ευχάριστες ώρες. Θα ήταν μάλιστα πιο ευχάριστες εάν δεν είχε το χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις κείμενο και ένα άλλο μειονέκτημα: Είνε υπερτροφικό. Είνε πολύ διωγκωμένο και υπάρχουν ένα σωρό περιττά λόγια που αν έλειπαν θα εκέρδιζε το σύνολον. Έπεσε--έμαθα--ψαλίδι και κόπηκαν ένα σκετς κι ένα ντουέττο. Υπάρχουν όμως και άλλα πράγματα που θα έπρεπε να κοπούν, όπως εκείνο το θλιβερό σκετς του Δούκα για τις Μις όπου κατεποντίσθη άδικα η καλλιτέχνις της πρόζας Ιουλιέττα Σωτηράκη. Περιορισμό θέλουν και τα συνεχώς επαναλαμβανόμενα στερεότυπα σατιρικά βέλη εναντίον του κ. Μαρκεζίνη.


Ανέφερα ήδη ότι τα χορευτικά του Γιάννη Φλερύ αποτελούν αναμφισβήτητο μέρος ενεργητικού της παραστάσεως. Θα πρέπει να προσθέσω ότι ξεχωρίζει το μάμπο που χορεύει με δαιμονισμένο μπρίο μαζί με την Λίντα Άλμα και το γκροτέσκο χορευτικό "Ένας περίπατος στο Φάληρο του 1914". Η "Πικρή ξενητειά" του δεν είχε τουλάχιστον στην πρεμιέρα την απήχησι που ανεμένετο, η δε χορογραφική προβολή του "Καραγκιόζη" με συνδυασμό και μαύρου φωτισμού μπορεί να είνε θεαματικώς εντυπωσιακή, αλλά δεν μπορεί να διεκδικήση ξεχωριστές δάφνες, αφού έχει γίνει ήδη άλλη επιτυχημένη χορευτική εκμετάλλευσις του θεάτρου των σκιών. Πρέπει ακόμη να εξαρθή όχι μόνον η χορογραφική επίδοσις του Φλερύ, αλλά και η παράλληλη χορευτική δεινότης τόσον αυτού όσον και της παρτεναίρ του. Μένει η μουσική: Ο Μενέλαος Θεοφανίδης έχει την ικανότητα να θέλγη τον ακροατή του με συνθέσεις, στις οποίες συμβαδίζουν παράλληλα η μοντέρνα τεχνοτροπία και η γλυκειά μελωδία. Αυτή η δημιουργική του ικανότης κάνει πολύ γλυκειά την μουσική του που φυσικά βρήκε ιδεώδεις ερμηνεύτριες την θιασάρχιν και την Ρένα Βλαχοπούλου. Η τελευταία μάλιστα όχι μόνον λανσάρησε από την πρώτη βραδυά το καινούργιο τραγούδι του Θεοφανίδη για την Αθήνα, αλλά επέδειξεν εις ένα ντουέττο με τον Σταυρίδη, το "Κάνε μου τέτοια", υποκριτικά στοιχεία που της εξησφάλισαν έντονη προβολή ανάμεσα εις όλα τα γυναικεία στελέχη του συγκροτήματος. Και αφού ξαναήλθε ο λόγος γι' αυτά, επιβάλλεται να αναφερθή ότι η ύστερα από τόσον καιρό επανεμφάνισις της Σοφίας Βερώνη επιστοποίησε πως ήταν αδικαιολόγητη η εκουσία απουσία της από την μουσικήν σκηνή. Το απέδειξε ιδιαίτερα εις το σκετς του Ιπποδρόμου που είνε και το πιο χαριτωμένο της "Σουσουράδας".
ΑΧ. ΜΑΜΑΚΗΣ
Έθνος, 12-6-1954






Σπάνια φωτογραφία της μαρκίζας του θεάτρου Βέμπο
το καλοκαίρι του 1954.
Απο τη σελίδα του Facebook
Μουσικό Θέατρο
του ηθοποιού και χορευτή Γιάννη Χριστόπουλου 

Ο Φέργκουσον της εφημερίδας Ανεξαρτησία (υποπτεύομαι πως είναι ψευδώνυμο του Γιάννη Φερμάνογλου) έγραψε:
Με άριστα εβαθμολογήθη ως νουμερίστα και η Ρένα Βλαχοπούλου εις το θέατρον "Βέμπο". Ανταξία παρτεναίρ ενός δυναμικού πρωταγωνιστού, του Νίκου Σταυρίδη, η Βλαχοπούλου, γεμάτη φινέτσα, δροσιά και μπρίο, δικαιολογεί απόλυτα το τόλμημά της όταν μάλιστα σκεφθή κανείς πόση έλλειψις δυναμικών στελεχών του είδους υπάρχει εις το μουσικό θέατρο.
Ανεξαρτησία, 14-6-1954


Ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε στην Ελευθερία:
Με την καινούρια τους επιθεώρηση "Σουσουράδα" ο Δ. Τραϊφόρος και ο Γ. Γιαννακόπουλος ξαναγυρίζουν στην πηγή της ελληνικής επιθεώρησης και της αρχαίας κωμωδίας, στην πολιτική σάτιρα. Τα τελευταία χρόνια το "θέαμα"--κι ίσως και κάποιος κόρος του κοινού--είχαν λίγο πολύ παραμερίσει τη σάτιρα αυτή από την αθηναϊκή επιθεώρηση. Στη "Σουσουράδα" ξαναγυρίζει απόλυτη κυρίαρχη από την εισαγωγή ως το φινάλε. (Το δίχως άλλο, τα έργα και αι ημέραι των πολιτικών μας ευνοούν, με το παραπάνω, αυτή την αναβίωση...). Κι οι δυο συγγραφείς την εκμεταλλεύονται μ' επιτυχία και χωρίς βιαιότητα. Ιδιαίτερα γουστόζικη είναι στα πολιτικά νούμερα--αλλά και στα άλλα--η παρωδία γνωστών τραγουδιών--που είναι, κι αυτή, μια από τις "παραδόσεις" της ελληνικής επιθεωρήσεως. Προ πάντων στο "Ξυπόλητο τάγμα", όπου σατιρίζεται το θέμα--ποιων άλλων--των Δημοσίων υπαλλήλων.
Από τ' άλλα νούμερα ξεχωρίζει το "Κάνε μου τέτοια" που δίνει την ευκαιρία στη Ρένα Βλαχοπούλου να δείξει, πλάι στη γνωστή τραγουδιστική της αξία, και σημαντικά χαρίσματα νουμερίστας: υποκριτική, μιμική, μπρίο που θα ζήλευαν και οι "βετεράνες" του είδους. Τη συντροφεύει ο Νίκος Σταυρίδης με το αιώνιο κέφι του και την αστραπιαία επικοινωνία του με το κοινό. Ο ίδιος χαρίζει πολλά στην "Αλλαγή φύλου" με την συμπαράσταση της Αλίκης Βέμπο και της Σοφίας Βερώνη, που κάνει μιαν ωραία επιστροφή στη σκηνή, ιδιαίτερα με "Τα σίγουρα...". Από τους άλλους ηθοποιούς σημειώνω τον "αγαθό" Κώστα Δούκα, τον Αρ. Χρυσοχόο, το Γιάννη Ιωαννίδη (στην "Επικρατέστερη"), το Ν. Φιλιππόπουλο και τρεις "καινούργιους": τη Τζένυ Τσακίρη, τη Μπέττυ Μοσχονά και τον κωμικό Ι. Φέρμη (ιδιαίτερα στο "Ξυπόλητο Τάγμα" [Σημείωση του Rena Fan: το νούμερο για τους χαμηλόμισθους "πειναλέους" δημοσίους υπαλλήλους].
Η Σοφία Βερώνη,
σύζυγος του Μενέλαου Θεοφανίδη,
 στην επιθεώρηση
Σουσουράδα
Όσο για τη Σοφία Βέμπο, αξιοποίησε με τη γνωστή της "επιβλητικότητα" τα καινούργια τραγούδια του Θεοφανίδη, που συνέθεσε με γούστο και γνώση το γενικό μουσικό πλαίσιο του έργου.
Ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει για τα χορευτικά της "Σουσουράδας" που χορογράφησαν με φαντασία και κέφι ο Γιάννης Φλερύ και η Αλίκη Βέμπο. Το πιο χαριτωμένο είναι το "1914: περίπατος στο Φάληρο"--αναπόληση και σάτιρα της προ-προ-πολεμικής Αθήνας έξυπνη σε ευρήματα και παρωδία. Το πιο "δυναμικό", το "Μάμπο", δίνει στη Λίντα Άλμα και το Φλερύ την ευκαιρία να επιδείξουν τα εξαίρετα χορευτικά τους προσόντα και την "ευρωπαϊκή" τους κλάση.
Ο Μάριος Αγγελόπουλος συνδύασε στα ντεκόρ και τα κοστούμια το απαραίτητο "θέαμα" και την αποφυγή των υπερβολικών επιδείξεων. Ιδιαίτερα πετυχημένη ήταν η δουλειά του στο "Θέατρο Σκιών"--θεατρική μετάπλαση του Καραγκιόζη, πενιχρή σε κείμενο αλλά αξιόλογη σε χρώματα, σχήματα και διατήρηση αυτού του άλλοτε κοσμαγάπητου είδους.
Μ. ΠΛΩΡΙΤΗΣ
Ελευθερία, 16-6-1954

Τα μικρότερα ονόματα του θιάσου της Σουσουράδας. Ανάμεσά τους η επιστήθια φίλη της Ρένας
Φίτσα Ντάβου και η μετέπειτα πρωταγωνίστρια του μουσικού θεάτρου Μπέτυ Μοσχονά.
Από το αρχείο του Μάκη Σουρμπή




Αντίθετα από τον Πλωρίτη, ο Γεράσιμος Σταύρου στην Αυγή δεν έμεινε ικανοποιημένος από την πολιτική σάτιρα της Σουσουράδας--και μάλιστα εντόπισε και ένα συγγραφικό ατόπημα (επίσης δεν έκανε καμιά αναφορά στη Ρένα Βλαχοπούλου!). Ο Σταύρου παρουσίασε ένα κριτικό σημείωμα και για τα τρία επιθεωρησιακά θεάματα του αθηναϊκού κέντρου. Εκτός από το Βέμπο, επιθεώρηση παρουσίαζε φυσικά το Ακροπόλ (Μπλε τριαντάφυλλα της συγγραφικής τριάδας Ασημακόπουλος-Σπυρόπουλος-Παπαδούκας με μουσική Σουγιούλ και σκηνικά-κοστούμια Στέλιου Δόξα) με το βαρύ πυροβολικό της επιθεώρησης: Μακρής, Αυλωνίτης, Μαυρέας, Ντορ, Νέζερ, Μπελίντα, Λειβαδίτης, Π. Άλβα, Γαβριηλίδης. Επίσης το Περοκέ (Όσα παίρνει ο άνεμος των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου με μουσική Μουζάκη) διέθετε έναν αρκετά ισχυρό θίασο "νέου" κυρίως αίματος: Ντιριντάουα, Κοκκίνης, Χατζηχρήστος, Στολίγκας, Βρανά, Μηλιάδης. Διέθετε βέβαια τον Γιώργο Ανεμογιάννη στα σκηνικά και τα κοστούμια που οργίαζε (και το θεατρικό ανέκδοτο που κυκλοφορούσε στα παρασκήνια εκείνο τον καιρό έλεγε πως κανονικά ο τίτλος του έργου θα έπρεπε να είναι "Όσα παίρνει ο Ανεμογιάννης"!...). Ο Γεράσιμος Σταύρου λοιπόν παρουσιάζει και τις τρεις επιθεωρήσεις, μαζί με τις σκέψεις του για το επιθεωρησιακό είδος. Καθώς σήμερα κλείνουμε έναν κύκλο αναρτήσεων στον οποίο μας απασχόλησε σταθερά η επιθεώρηση, αφού σ' αυτήν επιδόθηκε κυρίως η Ρένα Βλαχοπούλου στο θέατρο, θα το δημοσιεύσω ολόκληρο, έτσι, πανηγυρικά...


ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ "ΕΛΑΦΡΟ" ΘΕΑΤΡΟ
ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΙΣ
Ένα ζωντανό θεατρικό είδος που μάρανε η έμμεση λογοκρισία.--Δεν νοείται επιθεώρησις χωρίς πολιτική σάτιρα.--Ο πλούτος των σκηνικών, οι ακρότητες και η τζαζ δεν αναπληρώνουν την έλλειψιν της σατίρας.--Αξιόλογοι συγγραφείς και καλλιτέχνες μπορούν να ανανεώσουν το είδος.
Η επιθεώρηση, η "σατιρική μουσική επιθεώρηση" όπως αναφέρεται συνήθως στα προγράμματα, είναι ένα θεατρικό είδος που έχει δημιουργήσει μεγάλη παράδοση στον τόπο μας και για την μεγάλη μερίδα του κοινού αποτελούσε, κι ίσως αποτελεί ακόμα, το προσφιλέστερο θέαμα. Κι αυτό για πολλούς λόγους: Πρώτα-πρώτα η επιθεώρηση έχει το στοιχείο της επικαιρότητας, της προβολής των καθημερινών γεγονότων με διάθεση εύθυμη και σατιρική κι έτσι βρίσκεται σε άμεση επαφή με τα ενδιαφέροντά μας κατά τον πιο απλό και διασκεδαστικό τρόπο. Η πολιτική ζωή, οι κοινωνικές αντιθέσεις, οι λαϊκές αντιδράσεις, οι καημοί, τα μεράκια, οι χαρακτηριστικώτεροι τύποι της ελληνικής ζωής είναι οι πηγές που αντλούν οι επιθεωρησιογράφοι τα θέματα των διαφόρων σκηνών. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η επιθεώρηση είναι η θεατρική έκδοση μιας εφημερίδας--μιας εφημερίδας που εκφράζει ή θάπρεπε να εκφράζει ανόθευτα την κοινή γνώμη πάνω σ' όλα τα φλέγοντα ζητήματα, με τον τρόπο της φυσικά.
Έπειτα το θεατρικό αυτό είδος έχει ποικιλία, έχει πλούσιο θέαμα, ενισχύεται από την μουσική, τα τραγουδάκια, και διασκεδάζει ευκολώτερα τον θεατή, όταν μάλιστα οι γνωστές συνθήκες που κρατούσαν πάντα σε απομόνωση τις πνευματικές ανησυχίες του λαού, δεν άφηναν να καρποφορήσουν ανάλογα οι άλλες εκπολιτιστικές εκδηλώσεις.
Αλλά θα ήταν ασυγχώρητη επιπολαιότητα να κατατάσσεται η επιθεώρηση στα "ελαφρά" θεάματα, με την έννοια ότι μπορεί να εξαντλεί την επιείκειά μας και να παραγράφονται ορισμένες απαραίτητες αξιώσεις. Το θέατρο, σε οποιαδήποτε μορφή του, όσο και να περνάει δύσκολες μέρες, δεν παύει νάναι κοινωνικό λειτούργημα. Κι ασφαλώς ούτε η επιθεώρηση θα πρέπει να εξαιρεθεί, αφού έρχεται σ' επαφή με το μεγάλο κοινό, του επιβάλλει απόψεις, ιδέες κι επηρεάζει την διάθεση και το γούστο του. Μα υπάρχει κι άλλος σοβαρώτατος λόγος που ενισχύει τα παραπάνω. Η επιθεώρηση, όπως είπαμε και στην αρχή, έχει δημιουργήσει παράδοση, είναι καθιερωμένο πια θεατρικό είδος, με αυτάρκεια και λαϊκές εκπολιτιστικές βάσεις. Ανάδειξε συγγραφείς και ηθοποιούς, και δεν θάναι υπερβολή να πούμε ότι έπαιξε κι αυτή τον ρόλο της στην προβολή της πολιτικής και κοινωνικής μας ζωής. Συγγραφείς, όπως ο Άννινος, ο Τσοκόπουλος, ο Πωπ, ο Πολ. Δημητρακόπουλος, ο Μωραϊτίνης, ο Καρακάσης από την περασμένη γενιά, αφιέρωσαν μεγάλο μέρος του σατιρικού τους έργου στην επιθεώρηση. Κι υπάρχουν επιθεωρησιακές σκηνές ("Ο ευχαριστημένος", "Βίβλος γενέσεως" κ.ά.) που, για την εποχή τους, στάθηκαν υπόδειγμα θεατρικής φαντασίας, εξυπνάδας, πρωτοτυπίας, λαϊκής θυμοσοφίας--την ποιότητα και την αξία τέτοιων σκηνών, την ίδια εποχή, δεν θα την εύρισκε κανείς, αν έψαχνε στις αντίστοιχες κωμωδίες "σοβαρών" συγγραφέων, οι οποίες είχαν για θέμα, συνήθως, ό,τι "χαριτωμένα" πράγματα γίνονταν στα σαλόνια και στις κρεββατοκάμαρες...
Έτσι, η ελληνική επιθεώρηση, όσο και να δανείστηκε πριν από πενήντα χρόνια τα πρότυπά της απ' το Παρίσι, εξελίχθηκε σε καθαρά ντόπιο θεατρικό είδος, ικανό να προσφέρει αληθινή ψυχαγωγία στο μεγάλο κοινό...
*    *    *
Πώς λοιπόν συμβαίνει τα τελευταία χρόνια κι η επιθεώρηση περνάει, κατά γενικήν ομολογία, επικίνδυνη για την υπόστασή της κρίση; Ο πρώτος και κύριος υπεύθυνος είναι αναμφισβήτητα η επιβολή πότε της απροκάλυπτης (Τεταρτοαυγουστιανής) και πότε της έμμεσης (καλή ώρα) λογοκρισίας. Ξέρουν οι εκάστοτε ιθύνοντες τι επίδραση μπορεί να έχει το μουσικό θέατρο στο κοινό κι εκεί σφίγγουν, όσο παίρνει, τα χαλινάρια. Για τα σόκιν, τα γυμνά, τα υπονοούμενα "φιλολογικά" μόνο καμώνονται τους αυστηρούς. Εκεί που είναι πανέτοιμοι να επέμβουν με το ψαλλίδι, απειλητικά ανοιχτό κι ανελέητο, είναι στην πολιτική σάτιρα των επιθεωρήσεων. Αλλά επιθεώρηση χωρίς ελεύθερη πολιτική σάτιρα δεν μπορεί να ευδοκιμήσει. Όταν αυτή λείψει ή "αποχρωματιστεί", μοιάζει με σκορδαλιά δίχως σκόρδο. Και τότε επιστρατεύονται τα πλούσια--νεοπλουτικά τις περισσότερες φορές--σκηνικά, τα γυμνά μπαλλέτα, τα χοντροκομμένα σόκιν για να καλύψουν το κενό. Μα, όπως απέδειξε η πραγματικότητα, τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει το γνήσιο σατιρικό κείμενο. Αντίθετα, φορτώνονται οι μουσικοί θίασοι με περιττά έξοδα (περιττά για τις οικονομικές συνθήκες του σημερινού θεάτρου και του κοινού) και κάθε τόσο κινδυνεύουν να χρεωκοπήσουν. Το κοινό, το κοινό των επιθεωρήσεων, πάνω απ' όλα θέλει ν' ακούσει πολιτική και κοινωνική σάτιρα για όλα τα σημερινά γεγονότα που τ' απασχολούν κι όχι ό,τι δεν θα ενοχλήσει τους κ.κ. ιθύνοντες. Δεν λέμε πως πρέπει να περιφρονείται το θεαματικό μέρος στις επιθεωρήσεις. Κάθε άλλο. Και τα ωραία σκηνικά, και τα κουστούμια, κι οι χοροί και τα μπαλλέτα--μπαλλέτα όμως!--είναι απαραίτητα στοιχεία για να συμπληρώσουν το σατιρικό κείμενο. Να το  σ υ μ π λ η ρ ώ σ ο υ ν  και να μη θέλουν να το υποκαταστήσουν, καθώς συμβαίνει σήμερα.
Συγγραφείς το ελαφρό θέατρο διαθέτει αρκετούς που έχουν δώσει πολλά δείγματα του πηγαίου ταλέντου τους: Οι αδελφοί Χρ. και Γ. Γιαννακόπουλος, ο Ασημάκης Γιαλαμάς (ποιος ξεχνάει το θαυμάσιό του "Γιούπι-Γιούπι", την μόνη μεταπολεμική επιθεώρηση που χωρίς "στολίδια" και πολλές φίρμες έδωσε με αληθινό χιούμορ και πρωτοτυπία τα χαρακτηριστικώτερα γεγονότα του 1946-47;), ο Αλ. Σακελλάριος, ο Θίσβιος, ο Δ. Γιαννουκάκης, ο Παν. Παπαδούκας, ο Γ. Ασημακόπουλος κι ένα σωρό άλλοι δοκιμασμένοι και νεώτεροι επιθεωρησιογράφοι. Όλοι αυτοί θα μπορούσαν και σήμερα να ανταποκριθούν, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, με τις απαιτήσεις του είδους. Αλλά το γενικώτερο πολιτικό κλίμα δεν τους αφήνει περιθώρια. Χαρακτηριστικά θ' αναφέρουμε ότι δεν είναι τυχαίο που τις παραμονές της ενάρξεως των μουσικών θεάτρων διαδίδεται καταλλήλως η προετοιμασία για επιβολή λογοκρισίας. Τότε βέβαια κινούνται οι θεατρικές οργανώσεις, οι "μπαμπούλες" πείθονται να ματαιώσουν τις επιθυμίες τους "διά να μην εκτεθεί η δημοκρατία μας", παράλληλα όμως λαβαίνουν από θεατρώνες και καμμιά φορά κι από συγγραφείς την διαβεβαίωση ότι θα λογοκρίνουν τα έργα τους οι ίδιοι, γι' αυτό ας μην ανησυχούν.
*    *    * 
Αυτά τα περιστατικά και οι παραπάνω σκέψεις νομίσαμε πως θάπρεπε να σημειωθούν πριν μιλήσουμε για τις τρεις επιθεωρήσεις που ανέβηκαν φέτος το καλοκαίρι, γιατί λίγο-πολύ κι οι τρεις γράφτηκαν με αυτές τις "προϋποθέσεις". Η συγγραφική τριάδα Ασημακόπουλος-Σπυρόπουλος-Παπαδούκας κατέβαλε μια προσπάθεια να ξεφύγει απ' αυτό το πραγματικό αδιέξοδο στην επιθεώρηση: "Τα μπλε τριαντάφυλλα" (Θέατρο "Ακροπόλ"). Εδώ δόθηκε μεγαλύτερο βάρος στο κείμενο--λείπουν από τα σκηνικά οι επιδείξεις "πλούτου" και δεν νομίζουμε ότι στενοχωριέται το κοινό... Εξ άλλου, το "Ακροπόλ" διαθέτει και το δυναμικώτερο, ας πούμε, συγκρότημα ηθοποιών που βρίσκει την ευκαιρία να εμφανιστεί σε αρκετές σκηνές με ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα ο Κυριάκος Μαυρέας με τους αμίμητους αυτοσχεδιασμούς του, το μπρίο και την ζωντάνια του--αληθινός "αρτίστας"--σημειώνει μεγάλη επιτυχία στο διασκεδαστικώτερο ίσως νούμερο του έργου: "Μαρκεζινιάδα", όπου εμφανίζεται ως νέος Όμηρος. Επίσης επιτυχημένες σκηνές ήταν "Οι Γερμανοί ξανάρχονται" με τους Αλ. Λειβαδίτη, Γ. Γαβριηλίδη και Ν. Ρίζο ως γερμαναράδες, αλλά υπό... μορφήν εμπορικών εκπρόσωπων του Αντενάουερ, το "Μπάι-μπάι", μια σάτιρα των αμερικανικών αποστολών που καταχειροκροτείται και ερμηνεύεται από την Ρένα Ντορ και τον Αλ. Λειβαδίτη, το σκετς: "Η κυρία ντύνεται" με τον Ορ. Μακρή και την Μαρίκα Νέζερ. Επίσης ο κ. Αυλωνίτης στον περιορισμένο πάντα ρόλο του "κομπέρ" κατάφερε με το παίξιμό του να δώσει ενδιαφέρον. Στο φινάλε της Αης πράξεως σατιρίζονται τ' αποτελέσματα της υδρογονοβόμβας κι εκφράζεται ο πόθος των λαών για Ειρήνη, αν και το θέμα δεν το εκμεταλλεύονται οι συγγραφείς όσο θάπρεπε [Σημείωση του Rena Fan: το βασικό μοτίβο του φινάλε ήταν ότι τα πάντα στη γη αλλάζουν χρώμα εξαιτίας της υδρογονοβόμβας, εξ ου και ο τίτλος Μπλε τριαντάφυλλα]. Οι χορογραφίες του κ. Τάκη Βαρλάμου, χωρίς να θέλανε να εκπλήξουν, είχαν μια φαντασία κι ένα καλό γούστο. Δεν ήταν, όπως συχνά συμβαίνει στις επιθεωρήσεις, ανεξάρτητα απ' τις ικανότητες των χορευτών, "θεαματικές κινήσεις" και τίποτ' άλλο. Για την μουσική του έργου, γραμμένη από τον κ. Σουγιούλ, θάχαμε να σημειώσουμε κάτι που παρατηρείται, από μας έστω τους... αναρμοδίους, σ' όλες τις "μουσικές" των επιθεωρήσεων, αν κι εδώ το κακό παραγίνεται: Η επίδραση της έξαλλης αμερικάνικης τζαζ κυριαρχεί πέρα ως πέρα και δεν επιτρέπει να ξεχωρίσουμε την προσωπικότητα του εμφανιζόμενου ως συνθέτη. Κι η "ελληνική μουσική" εξαντλείται στα μοτίβα των γνωστών ρεμπέτικων τραγουδιών. Προσπάθεια για μιαν ανανέωση δεν βλέπουμε δυστυχώς. Γενικά, "Τα μπλε τριαντάφυλλα" μπορεί να ξεχωρίζουν από τις άλλες δυο φετεινές επιθεωρήσεις σε κέφι και σατιρική διάθεση, αλλά οι σατιρικοί τους στόχοι παραμένουν περιορισμένοι σ' ένα-δυο πολιτικά πρόσωπα και σε μερικές καταστάσεις που δεν χαρακτηρίζουν φυσικά τα κύρια θέματα της καθημερινής μας ζωής...
Οι κ.κ. Χρ. Γιαννακόπουλος και Αλ. Σακελλάριος έγραψαν θαρρείς με "τσιγγουνιά" την επιθεώρησή τους "Όσα παίρνει ο άνεμος" (Θέατρο "Περοκέ"). Σχεδόν αγνόησαν εντελώς την πολιτική και κοινωνική σάτιρα (δεν νομίζουμε πως μπορεί να την αντικαταστήσει το νούμερο για τους υπαρξιστές), το κείμενό τους είναι λίγο και σε ποσότητα και σε ποιότητα. Στη θέση του επικρατεί το θέαμα--σκηνογραφίες μπαλλέτα, κουστούμια. Αλλά έτσι που προσφέρεται, μάλλον για να προκαλέσει τον θαυμασμό μας, στο τέλος σ' αφήνει με την εντύπωση ότι αντί να χαρείς, κουράστηκες. Από τις σκηνές του έργου σημειώνουμε το νούμερο "Ένας φρέσκος υπαρξιστής" και την "Ιπτάμενη Παράγκα", όπου το μπρίο του Κώστα Χατζηχρήστου διασκεδάζει αληθινά το κοινό, το σκετς του Μίμη Κοκκίνη: "Φορολογούμενος πολίτης", μια επιτυχής σάτιρα των... φορολογικών παθημάτων μας, και το φινάλε της Αης πράξεως που έχει το ίδιο θέμα με το "Ακροπόλ". Η Κα Ντιριντάουα αδικείται από τα "νούμερά" της. Το χορευτικό ζευγάρι Μ. Καστρινός-Χρυσούλα Ζώκα έχει ωραίες εμφανίσεις, οι χορογραφίες του όμως επιδεικνύουν τις δυνατότητές του, χωρίς να τις αξιοποιούν σε συγκεκριμένα θέματα. Η μουσική του κ. Μουζάκη κάνει κατάχρηση των άγριων ρυθμών της τζαζ κι ενισχυμένη από τα μεγάφωνα, συνεχώς απειλεί κι αυτιά και νεύρα. Η σκηνοθεσία του κ. Αλ. Σακελλάριου έδωσε ρυθμό στην παράσταση.
Η "Σουσουράδα" τέλος, του Γιώργου Γιαννακόπουλου και του Μίμη Τραϊφόρου (Θέατρο "Βέμπο") ρίχνει επίσης το βάρος στο θέαμα. Ο σκηνογράφος κ. Μ. Αγγελόπουλος βοήθησε πολύ σ' αυτό. Αλλά η σάτιρα κι εδώ είναι ελάχιστη και μόλις πάει ν' αγγίξει μερικά θέματα, μόνο και μόνο για να μη λείπει εντελώς--το περυσινό "Τρόλλεϋ-Μπας", των ιδίων συγγραφέων, ήταν ασυγκρίτως καλύτερο. Επίσης τώρα γίνεται απόπειρα όχι μόνο να μην αγνοηθούν, αλλά να δικαιωθούν πολιτικά πρόσωπα και πολιτικές καταστάσεις του παρελθόντος--όπως έξαφνα ο Μεταξάς κι η 4η Αυγούστο--και του παρόντος. Η επιτυχία του έργου είναι οι χορογραφίες κι οι χοροί του Γιάννη Φλερύ και της Λίντα Άλμα. Η αναπαράσταση του "Νέου Φαλήρου κατά το 1914" ήταν έξοχη σε ρυθμό, σε κίνηση και χιούμορ. Θαυμάσια κι η ιδέα κι η εκτέλεση του "Καραγκιόζη"--αδικείται όμως από το κείμενο που αναφέρεται στον γνωστό "μύθο" του "Μεγαλέξαντρου και του καταραμένου όφι" χωρίς προσπάθεια ν' ανανεωθεί με συμβολική, έστω, σάτιρα πάνω στα σημερινά γεγονότα.
Τελειώνοντας, θάχαμε να προσθέσουμε πως οι τόσο αξιόλογοι ηθοποιοί του μουσικού μας θέατρου κι οι επιθεωρησιογράφοι, αν θέλουν να εξελιχθεί όπως τ' αξίζει αυτό το λαϊκώτατο θεατρικό είδος, η επιθεώρηση--και πιστεύουμε να το θέλουν--, θα πρέπει, με την ενίσχυση ολόκληρου του καλλιτεχνικού κόσμου, να επιβάλουν μια πραγματική ελευθερία στο θέατρο, ν' αντιμετωπίσουν θαρραλέα τις διάφορες "πιέσεις", γιατί μονάχα έτσι θα εκπληρώσουν τον εκπολιτιστικό τους προορισμό, το χρέος τους προς το μεγάλο κοινό που με τόση συμπάθεια και χαρά τους παρακολουθεί και τους περιμένει...
Γ. ΣΤΑΥΡΟΥ
Αυγή, 20-6-1954

Η Ρένα Βλαχοπούλου και, αν δεν κάνω λάθος, ο Γιάννης Δούκας
στο νούμερο "Κάνε μου τέτοια" της επιθεώρησης
Σουσουράδα

Από τα τρία επιθεωρησιακά θέατρα του καλοκαιριού εκείνου, μόνο το Περοκέ άλλαξε έργο. Ανέβασε στα μέσα Ιουλίου την επιθεώρηση των Ναπ. Ελευθερίου-Κ. Νικολαΐδη-Ηλ. Λυμπερόπουλου Όμορφα και ωραία που κράτησε το πρόγραμμα του θεάτρου μέχρι το τέλος της σεζόν. Οι άλλες δυο επιθεωρήσεις ενισχύθηκαν τον Αύγουστο με κάποιες νέες σκηνές. Στο Βέμπο εμφανίστηκε επιπλέον η Γεωργία Βασιλειάδου (στις 28 Αυγούστου). Στην πρώτη θέση του πίνακα των εισπράξεων παρέμεινε σταθερά όλο το καλοκαίρι το θέατρο Ακροπόλ, ενώ το Περοκέ και το Βέμπο ακολουθούσαν (και συνήθως το Βέμπο βρισκόταν στην τρίτη θέση). 


Φυσικά το "Κάνε μου τέτοια" παρέμεινε στο πρόγραμμα της Σουσουράδας και το τραγούδι γνώρισε τεράστια επιτυχία. Στη δισκογραφία η Ρένα το τραγούδησε παρέα με τον Πάνο Σάμη, ενώ το ηχογράφησαν επίσης η Μάγια Μελάγια και η Καίτη Μπελίντα. Σχεδόν όλες οι τραγουδίστριες της εποχής το τραγουδούσαν στα κέντρα της Αθήνας (μία από αυτές η Τούλα Λαμάρ μιμούνταν στο πρόγραμμά της διάφορες τραγουδίστριες, ανάμεσά τους και τη Ρένα Βλαχοπούλου, ενώ σύμφωνα με το θεατρικό κουτσομπολιό, ενέταξε στους στίχους το όνομα του Υπουργού Εργασίας Ελευθέριου Γονή, με τον οποίο είχε... προηγούμενα, όταν εκείνος εμφανίστηκε στο κέντρο που τραγουδούσε: "Άλα Γονή μου, άλα υπουργέ μου, κάνε μου τέτοια!"...). Φυσικά τραγουδήθηκε και εκτός Αθήνας, καθώς η Σουσουράδα παρουσιάστηκε από περιοδεύοντες θιάσους: τον Ιούλιο του 1954 την παρουσίασε η Τούλα Δράκου στην Κωνσταντινούπολη ενώ τον επόμενο χρόνο την παρουσίασε στη Θεσσαλονίκη ο θίασος Ρένας Ντορ-Νανάς Σκιαδά-Αλ. Λειβαδίτη-Κ Δούκα (άγνωστο, δυστυχώς, ποιοι έπαιζαν το νούμερο σε αυτά τα ανεβάσματα). 

Το φινάλε της Σουσουράδας στο θέατρο Μετροπόλ της Θεσσαλονίκης
τον Ιούλιο του 1955. Επικεφαλής του θιάσου: Ρένα Ντορ, Νανά Σκιαδά,
Αλέκος Λειβαδίτης, Κώστας Δούκας

Το φθινόπωρο του 1954 η Άννα και η Μαρία Καλουτά ερμήνευσαν το τραγούδι και στα ρεσιτάλ που έδωσαν στην Αμερική (και, αν πιστέψουμε την εφημερίδα Εθνικός Κήρυξ της Νέας Υόρκης το τραγούδι δεν άρεσε στο κοινό της ομογένειας, αφού "δεν του αρέσει το χοντροκομμένο σόκιν", εκτιμά τις αδελφές Καλουτά όταν δεν τους "ξεφεύγει το μέτρο", και χειροκρότησε το τραγούδι από "απλή ευγένεια", ενώ χειροκρότησε ενθουσιωδώς σε άλλα μέρη του προγράμματος!...)

Η Άννα κι η Μαρία Καλουτά με τη Σόνια Κούρτις
στη Νέα Υόρκη το φθινόπωρο του 1954

Φαίνεται όμως πως και στην Αθήνα κάποια στιγμή το τραγούδι (που είχε χρησιμοποιηθεί μέχρι και σε πολιτική γελοιογραφία του Φωκίωνα Δημητριάδη) ενόχλησε κάποια πιο συντηρητικά άτομα. Στις 3 Οκτωβρίου, μια μέρα μετά τη λήξη των παραστάσεων της Σουσουράδας, διαβάζουμε στην εφημερίδα Ανεξαρτησία ότι το "Κάνε μου τέτοια" απαγορεύτηκε από το ραδιόφωνο!... Τι σημασία είχε όμως πια; Είχε φτάσει στα αφτιά και στα στόματα όλου του κόσμου, ενώ είχε καταφέρει να καθιερώσει τη Ρένα Βλαχοπούλου ως κωμική ηθοποιό...

Διάλεξα αυτό το θέμα για το σημερινό "Σαν σήμερα" επειδή σήμερα κλείνει ένας κύκλος στο blog. Σαν σήμερα πριν από έναν χρόνο αποφάσισα να αρχίσω να γράφω μια σειρά αναρτήσεων με θέμα "Σαν σήμερα η Ρένα Βλαχοπούλου..." βάζοντας ένα προσωπικό στοίχημα: να γράφω κάθε μέρα μια ανάρτηση για έναν ολόκληρο χρόνο. Δεν ήμουν σίγουρος αν θα καταφέρω να ολοκληρώσω το εγχείρημα. Άλλωστε ο λόγος που το ξεκίνησα ήταν καθαρά ψυχοθεραπευτικός: κάποιο "κρυμμένο τραύμα" που ταλαιπωρούσε την καθημερινότητά μου αλλά και οι πρωτόγνωρες συνθήκες της πανδημίας επέβαλλαν μια αποφόρτιση που σταθερά προσφέρει πάντοτε στη ζωή μου η Μούσα μου, η Ρένα Βλαχοπούλου. Το στοίχημα το κέρδισα. Επί ένα χρόνο, χωρίς αργίες, σε καθημερινές, γιορτές και σχόλες (και χάρη βέβαια στον χρόνο που αναγκαστικά μάς πρόσφερε η πανδημία), ο Rena Fan ξετρύπωνε κάθε βράδυ στο αρχείο του μια δραστηριότητα της Ρένας, ένα δημοσίευμα που την αφορούσε, μια ταινία, μια παράσταση, μια τηλεοπτική εμφάνιση. Με αγάπη πάντα και με κριτική ματιά ενίοτε. Και βέβαια η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν συχνά η αφορμή για να γράψω κάτι παραπάνω για το κλίμα της κάθε εποχής, για το ελαφρό τραγούδι, για τον λαϊκό κινηματογράφο, για το μουσικό θέατρο που τόσο πιστά υπηρέτησε η Ρένα. Πενήντα εφτά χρόνια καριέρας πρόσφεραν τελικά πολύ υλικό, πολλές αναμνήσεις και πολλές νέες γνώσεις. Θέλω να πιστεύω ότι ζωντανεύοντας στιγμές της καριέρας αυτής ζωντάνεψε και ένας ολόκληρος κόσμος που εγώ γνώρισα και αγάπησα μέσα από την έρευνα χάρη στη Μούσα μου.

Με τη συμπαράσταση φίλων, παλιών και νέων, που διάβαζαν τις αναρτήσεις μου, σχολίαζαν, διόρθωναν, έδιναν περισσότερες ιδέες αλλά και υλικό, και τις/τους ευχαριστώ για αυτό, το "Σαν σήμερα η Ρένα Βλαχοπούλου" έφτασε στο τέλος του. Δεν σταματά για πάντα, φυσικά. Ούτε το υλικό εξαντλήθηκε αλλά ούτε και η έρευνα για το φαινόμενο "Ρένα Βλαχοπούλου" ολοκληρώθηκε (και δεν ξέρω αν θα ολοκληρωθεί ποτέ...). Το "Σαν σήμερα" θα εμφανίζεται κάθε τόσο, απροειδοποίητα ή όχι, με μια νέα ανάρτηση, με κάποια ακόμα ανάμνηση, κάποια ακόμα ανακάλυψη. Όπως η Σουσουράδα σήμανε ένα νέο ξεκίνημα για τη Ρένα Βλαχοπούλου, η ολοκλήρωση του "Σαν σήμερα" θα σημάνει, ελπίζω, νέα ξεκινήματα για τον Rena Fan, για την ολοκλήρωση παλιών και νέων project... Πάντως σαν σήμερα το 1954 η Ρένα τραγουδούσε "όξω μαράζια, όξω σεκλέτια..." Το νάζι της, η γλύκα της, τα σκέρτσα της, τα σορόπια της, η νοστιμάδα της, το ταλέντο και η προσωπικότητά της που σπάζαν "από πιάτο ως κατσαρόλα", και τα μπερικέτια της είναι μια εγγύηση για αυτό... Κυρία Βλαχοπούλου, δεν θα ζητήσω ποτέ "καιρό το κουράγιο να βρω να ξεμπλέξω" από σας, γιατί αυτός ο έρωτας δεν με τυραννάει ποτέ...



Ευχαριστίες στον Γιάννη Δαρόπουλο, τον Νίκο Ζάικο, την Ειρήνη Πολυδώρου και τον Μάκη Σουρμπή που μου έστειλαν υλικό για τις αναρτήσεις μου. Επίσης πολλές ευχαριστίες στην Κωνσταντίνα Σταματογιαννάκη, υπεύθυνη του Τμήματος Παραστατικών Τεχνών του ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ, και το προσωπικό της Βιβλιοθήκης της Βουλής που με διευκόλυναν στην αναζήτηση του υλικού για την έρευνά μου...



Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021

Σαν σήμερα το 1968: Ο "θηλυκός Σαρλώ" στη "Ζηλιάρα"

Στις 6 Αυγούστου 1968 διαβάζουμε στην εφημερίδα Έθνος:

          

 Η "ΖΗΛΙΑΡΑ"
     Μια ακόμη επιτυχία της Ρένας Βλαχοπούλου 
 
Με την Ρένα Βλαχοπούλου, τον θηλυκό Σαρλώ, όπως την απεκάλεσαν, γυρίζει ο Κώστας Καραγιάννης την "Ζηλιάρα". Μαζί της πρωταγωνιστούν ο "σεφ" του γέλιου Γιώργος Κωνσταντίνου και, ακόμη, η "μπριόζα" Άννα Μαντζουράνη, ο Λαυρέντης Διανέλλος, ο Π. Χριστοφορίδης κ.ά.
     Το σενάριο είναι του Νίκου Τσεκούρα, η μουσική του μαέστρου Γιώργου Κατσαρού και οι στίχοι, πάντα, του Πυθαγόρα.
     Εδώ διχάζονται οι γνώμες του σκηνοθέτου και της Ρένας.
    Ο πρώτος ισχυρίζεται ότι η νέα του ταινία δεν θα χαρίση μόνον γέλιο, αλλά και την ευχαρίστησι της... διερευνήσεως του χαρακτήρος των πρωταγωνιστών. 
     Η Ρένα, όμως, δίχως δισταγμό, απαντά:
--Τι είναι αυτά, μωρέ παιδάκι μου; Εμείς δεν κάνουμε ταινία. Εμείς εισάγουμε "μικρόβια" και πρέπει να μας συλλάβουν.
--Γιατί, κυρία Ρένα;
--Διότι μόλις προβληθή η ταινία θα μεταπηδήση στις αίθουσες η τροπική ασθένεια του γέλιου. Έχεις ακούσει τίποτα γι' αυτήν;
--Όχι...
--Ε, θα ακούσης. Ή θα πάθης...
     Πάντως, σαν παλιός αθλητής, και με παθολογική αγάπη προς τα "ρεκόρ", έχει ανακαλύψει άλλη μιαν επίδοσι. Είναι της Ρένας Βλαχοπούλου, που είναι ο μόνος θηλυκός κωμικός ηθοποιός στον Κόσμο, λέει ο σκηνοθέτης. Φυσικά, αρσενικοί κωμικοί υπάρχουν πολλοί, σε όλες τις χώρες.
   Στην ίδια ταινία εκπληκτική είναι η απόδοσι του... υψηλοτάτου Γιώργου Κωνσταντίνου. Και ακόμη μία έκπληξις: το ανεξάντλητο κέφι της Άννας Μαντζουράνη.
     Η ταινία αυτή προορίζεται για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Έθνος, 6-8-1968 

Οι χαριτωμένες υπερβολές των προωθητικών κειμένων των ταινιών... Σαφώς η Ρένα Βλαχοπούλου δεν ήταν η μοναδική γυναίκα κωμικός του κόσμου. Βέβαια, οι γυναίκες κωμικοί ήταν (και είναι) πράγματι λιγότερες από τους άνδρες, και γι' αυτό, δυστυχώς, έσπευδαν συχνά να τις χαρακτηρίσουν ως θηλυκές εκδοχές ανδρών. Έτσι η Ρένα χαρακτηρίζεται εδώ "θηλυκός Σαρλώ" και αλλού "θηλυκός Βέγγος"--ενώ ποτέ δεν θα ακούσουμε να λένε για τον Θανάση Βέγγο ότι ήταν μια "αρσενική Βλαχοπούλου" (ή σχεδόν ποτέ, αφού το είπε, όπως ανακάλυψα πρόσφατα, στο, άκρως ενδιαφέρον, αφιερωμένο στη Ρένα Παρασκήνιο ο Γιάννης Δαλιανίδης--την εκπομπή έφερε πρόσφατα στο φως το αρχείο της ΕΡΤ με αφορμή την επέτειο του θανάτου της ηθοποιού).

Όσο για τη Ζηλιάρα, όπως έχουμε πει ξανά, ήταν η πιο αδύναμη από τις δεκαεννιά ταινίες που γύρισε η Ρένα στον παλιό εμπορικό κινηματογράφο και αυτό φάνηκε και στην εμπορική της επιτυχία: κατέκτησε μόλις τη 16η θέση στον πίνακα των εισιτηρίων Α' προβολής της σεζόν 1968-69 με 346.522 εισιτήρια. Ίσως όμως αυτό να ήταν για καλό, αφού η μέτρια επιτυχία της ταινίας μπορεί να έπεισε τη Ρένα να δεχτεί την πρόταση της Φίνος Φιλμ και να επιστρέψει στην εταιρία που την ανέδειξε εμπορικά (λέω "ίσως", γιατί μπορεί αυτό που τελικά μέτρησε να ήταν μόνο η οικονομική προσφορά που της έγινε από την εταιρία)... Ευτυχώς, γιατί έτσι γυρίστηκε η Παριζιάνα, η Σαραντάρα και οι υπόλοιπες ταινίες της τριετίας 1969-1972. Μου κάνει εντύπωση, πάντως, πως και για τις τρεις ταινίες που γύρισε η Ρένα με τον οργανισμό Καραγιάννης-Καρατζόπουλος (Βουλευτίνα, Βίβα Ρένα, Ζηλιάρα) γράφτηκε ότι προορίζονται για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης--χωρίς ποτέ να προβληθεί καμιά τους τελικά εκεί--, ενώ ποτέ δεν γράφτηκε αυτό για τις ταινίες που γύρισε στη Φίνος Φιλμ...

Από το βιβλίο του Κρίστη Κουπάτου
Το πιο λαμπρό αρχείο. Η πλήρης ταινιοθήκη του οργανισμού
Καραγιάννης Καρατζόπουλος
(ιδιωτική έκδοση, 2019)

Τέλος, αξίζει να αναφέρω ότι το καλοκαίρι του 1968 το γύρισμα της Ζηλιάρας είχε ήδη ολοκληρωθεί. Αυτό πιστοποιείται από τα χειμωνιάτικα ρούχα που φορούν οι ηθοποιοί της ταινίας, αλλά και από το συμβόλαιο της Ρένας που έφερε στο φως το βιβλίο του Κρίστη Κουπάτου Το πιο λαμπρό αρχείο. Η πλήρης ταινιοθήκη του οργανισμού Καραγιάννης-Καρατζόπουλος (εκδ. 2019): σ' αυτό διαβάζουμε ότι το γύρισμα της ταινίας ήταν προγραμματισμένο να γίνει από τις 20 Μαρτίου ως τις 30 Απριλίου 1968. Δεν διαβάζουμε κάτι για την αμοιβή της Ρένας--ίσως η σχετική πληροφορία να υπήρχε σε άλλο συμβόλαιο, εκτός αν η σχετική παράγραφος αφαιρέθηκε από τον συγγραφέα του βιβλίου για λόγους διακριτικότητας...


Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

Σαν σήμερα το 1970: Έρχονται, δεν έρχονται

Στις 5 Αυγούστου 1970 η Ρένα Βλαχοπούλου εμφανιζόταν στην επιθεώρηση Έρχονται, δεν έρχονται που παιζόταν στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου από τις 27 Ιουνίου.  Η επιθεώρηση των Κώστα Νικολαΐδη-Ηλία Λυμπερόπουλου, που γνώρισε τεράστια επιτυχία, επανέφερε τον μαέστρο Γιώργο Μουζάκη στις επιχειρήσεις του Βασίλη Μπουρνέλλη (από τις οποίες είχε αποχωρήσει για μία δεκαετία περίπου). Το έργο παρουσιαζόταν από τον θίασο Ρένας Βλαχοπούλου-Σταύρου Παράβα-Νινής Τζάνετ με τη σύμπραξη της Ελένης Προκοπίου και της Γκιζέλας Ντάλι και του χορευτικού ζεύγους Φώτη Μεταξόπουλου-Νάντιας Φοντάνα.


Σύμφωνα με τον Φάνη Κλεάνθη των Νέων, ο τίτλος Έρχονται δεν έρχονται ήταν ο πέμπτος κατά σειρά που δόθηκε στο έργο. Είχαν προηγηθεί το Μάταλα, μάταλα (αν και αυτός αρχικά λεγόταν ότι θα είναι ο τίτλος ενός μιούζικαλ που θα ανέβαινε στον Κήπο με πρωταγωνίστρια τη Ρένα Βλαχοπούλου),  το Ντίρλα-ντίρλα-ντιρλαντά (που ήταν ένα από τα βασικά νούμερα του έργου), το Κυρά-Γιώργαινα, τη σκούπα και το Έρχεται, δεν έρχεται. Οι συγγραφείς δήλωσαν πως με τον τίτλο Έρχονται, δεν έρχονται μπορεί να υπονοούνται τα δολάρια της αμερικανικής βοήθειας, μπορεί και οι εκλογές, μπορεί και κάποια πρόσωπα της επικαιρότητας (ο Καραμανλής ή ο Γλύξμπουργκ;...). 

Πάντως, το περιοδικό Οικογενειακός θησαυρός, που παρουσίασε δισέλιδο ρεπορτάζ από τις πρόβες, έγραψε πως κάποια στιγμή συζητήθηκε και ο τίτλος Τρίχες. Ήταν η εποχή που στο Λονδίνο γνώριζε τεράστια επιτυχία το μιούζικαλ Hair και ο Φώτης Μεταξόπουλος αποφάσισε να μεταφέρει κάποια από τα τραγούδια του έργου στη σκηνή του Θεάτρου Εθνικού Κήπου.


Το ρεπορτάζ στον Οικογενειακό Θησαυρό υπογράφει το Κουνούπι. Δεν είμαι σίγουρος για την ταυτότητα του ρεπόρτερ, έχω την εντύπωση πως ήταν ένας από τους διευθυντές του περιοδικού, πιθανώς ο Δ. Αγγελόπουλος. Παρουσιάζω ολόκληρο το ρεπορτάζ: αν και οι πληροφορίες που δίνει για το έργο δεν είναι πολλές (και μέρος του αναλώνεται σε αναφορές στο ίδιο το... Κουνούπι και το περιοδικό), αποτυπώνει ως ένα βαθμό το κλίμα των προβών και γενικότερα της εποχής εκείνης...

"Μαλλιά στον Κήπο". Κάπως έτσι θάταν ο σωστός τίτλος της επιθεωρήσεως, που παίζεται στο θέατρο "Μπουρνέλλη" του Εθνικού Κήπου. Για να ακριβολογήσουμε, καλύτερα, στη θέσι της λέξεως "μαλλιά" θα μπορούσε να μπη η λέξι "Τρίχες". Θάμαστε μέσα στα πράγματα αλλά... Ο Βασίλης Μπουρνέλλης, ο ρέκτης θεατρικός επιχειρηματίας, πρόβαλε βέτο στους συγγραφείς:
--Όχι και "τρίχες", βρε παιδιά. Θα γίνη καμιά σύγχυσι.
--Δηλαδή;
--Θα νομίζη ο κόσμος πως το έργο... είναι ό,τι λέει ο τίτλος.
--Μα...

Την αντίρρησι την είχε πρώτος ο χορογράφος, χορευτής και σκηνοθέτης της νέας επιθεωρήσεως, που η πρεμιέρα της δόθηκε την περασμένη εβδομάδα. 
Ο Φώτης είχε, βλέπετε, μεταβή στο Λονδίνο ειδικά για τις "Τρίχες". Τις είδε, ενθουσιάστηκε και επέστρεψε με το κεφάλι γεμάτο όχι τρίχες, αλλά ιδέες.
--Μα τι είναι επιτέλους αυτές οι "Τρίχες", βρε Φώτη; τον ρωτήσαμε.
Απόρησε.
--Είσαι ντιπ απληροφόρητος λοιπόν;
--Μάλλον.
--Μάθε, λοιπόν, πως το έργο "Τρίχες", ή "Μαλλιά αν θέλης, παίζεται δυο χρόνια στο Λονδίνο και χαλάει κόσμο. Προσκύνημα κάνουν οι Εγγλέζοι κάθε βράδυ στο ταμείο του θεάτρου.
--Για τις τρίχες;
--Μάλιστα. Και μη γελάς. Είναι το πιο έξυπνο μιούζικαλ της σύγχρονης εποχής. Εκφράζει τα νέα κοινωνικά ρεύματα και τις πνευματικές τάσεις των προηγμένων ανθρώπων.
--Σοβαρολογείς;
--Μάλιστα. Οι τρίχες, κύριέ μου, είναι η σφραγίδα της εποχής μας.
--Κύριε ελέησον!
Ο Φώτης δεν έδωσε σημασία. Πήρε αμπάριζα και συνέχισε με ιερό πάθος την "κατήχησί" μας.
--Όλα στη ζωή σήμερα είναι... τρίχες. Από κει ξεκινούν τα πάντα. Στην Αγγλία, στη Γερμανία, στην Αμερική.
--Μη μου πης.
--Στο λέω. Το μιούζικαλ παίζεται με την ίδια επιτυχία και στο Μπροντγουαίη. Και σηκώνει θύελλες κάθε βράδυ. Έτσι και μεις... 
 

Ούτε λίγο ούτε πολύ ο Μεταξόπουλος έπεισε τον κ. Μπουρνέλλη με την θεωρία περί... τριχών. Ευθύς εκλήθησαν οι συγγραφείς Κ. Νικολαΐδης και Ηλ. Λυμπερόπουλος κι έκοψαν πάνω στα ελληνικά μέτρα τις λονδρέζικες "Τρίχες". Το έργο ετοιμάστηκε και ξεκίνησαν οι πρόβες.
Ώσπου την τελευταία στιγμή, για λόγους ευαισθησίας των Αθηναίων, ο τίτλος της νέας επιθεωρήσεως άλλαξε και έγινε "Έρχεται, δεν έρχεται".
Όμως καλύτερα θα ήταν να μείνη αγνός και παρθένος: "Τρίχες".
Τι λέτε κι εσείς;
Τις προφέρεις και γεμίζει το στόμα σου.
 

Νάμαστε λοιπόν και πάλι για το... παλιό μας βιολί. Ο ρεπόρτερ-κουνούπι παίρνει πέννα και χαρτί και... πάει για τρίχες. Δουλειά κι αυτή, ε;
Βράδυ, αργά, ώρα 11 και κάτι... Μόνο δυο προβολείς στέλνουν τις φωτεινές δέσμες τους πάνω στο παλκοσένικο του θεάτρου του Εθνικού Κήπου όπου γίνονται οι πρόβες. Η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Σταύρος Παράβας, στημένοι στη σκηνή, υπό τους μελωδικούς ρυθμούς του μαέστρου Γιώργου Μουζάκη, "στρώνουν" μια σειρά από χαριτωμένα σκετς, δεμένα με τολμηρή πολιτική σάτιρα και καυτό χιούμορ. 
Στο αντίκρυσμά μας, καθώς περνάμε μουλωχτά πίσω από τα σκηνικά, η Ρένα Βλαχοπούλου διακόπτει για λίγο την πρόβα.
--Όχι πιτσιρδέλες φωτογραφίες στο περιοδικό. Φτιάχτε κάτι μεγάλο, τσιγκούνηδες.
Ο υποβολέας και ο Παράβας τα χάνουν, καθώς φαίνεται να διερωτώνται: πού τους είδε η Ρένα...
--Τι με κυττάτε σαν χαζοί; τους ρωτάει εκείνη.
--Μάτι έχεις, παιδί μου εσύ, ή αστρίτη; της πετάει ο Παράβας και σταυροκοπιέται, καθότι Σταύρος...
Ο φωτορεπόρτερ μας κ. Καραμανώλης στέλνει μερικές δέσμες από το φλας της μηχανής του που καρφώνει στο νεγκατίφ τού φιλμ του ζωντανές πόζες από τις νυχτερινές πρόβες.
Στο μεταξύ ο σκηνοθέτης διαμαρτύρεται:
--Πρόβες κάνουμε τώρα ή φωτογραφίες;
--Και τα δυο! του πετάει η Βλαχοπούλου, που τον αγριοκυττάει... φιλικά.

Σε μια μικρή ανάπαυλα της πρόβας, ξεμοναχιάζουμε την Βλαχοπούλου.
--Ρένα...
--Λέγε, βρε κουτσομπόλικο κουνούπι, που δεν σε πιάνει ψόφος να ησυχάσουμε κι εμείς και οι κουίντες με τα τσιμπήματά σου. Τι θέλεις πάλι από μένα;
--Ιντερβιού.
--Να σε βράσω. Γράψε, βρε, πόσο ωραία γυναίκα είμαι. Δεν είμαι, μωρέ;
--Μπουκιά και συχώριο.
--Λίγο σιτεμένη, όμως, ε;
--Μωρέ μπουκιά, σου λέω.
--Δεν πιστεύω να γράψης αυτά που λέμε τώρα;
--Πώς σου πέρασε τέτοια ιδέα;
--Ξέρω γω;
--Πώς βλέπεις, Ρένα, την επιθεώρησί σας;
--Εγώ δεν την βλέπω. Την παίζω. Εσύ πώς την βλέπεις;
--Σου παίρνω ή μου παίρνεις συνέντευξι;
--Βρε θα γίνω δημοσιογραφίνα για να σε κάψω. Εσύ καις τόσον κόσμο. Νεκροκαλλιτεχνικοθάφτη!
--Λοιπόν, Ρένα;
--Δεν μιλάω. Έλα να δης την επιθεώρησί μας και μετά γράψε ό,τι νομίζεις.
--Πού πας τώρα;
--Πάω να δροσιστώ με τ' αστεία σου, κουνούπι.
Και η Ρένα χάνεται πίσω από τα παρασκήνια.


Τώρα οι ριπές της δημοσιογραφικής "ανακρίσεως" κατευθύνονται προς τον Παράβα:
--Σταύρο... 
--Λέγε, βρε κουτσομπόλη. Λέγε βρε που δεν έχετε αφήσει καλλιτέχνη σε χλωρό κλαδί.
--Πού το ξέρεις εσύ αυτό;
--Χα, χα, χα! ξεφωνίζει ο Παράβας και σείεται η σκηνή. Βρε, νομίζεις ότι δεν διαβάζουμε "Οικογενειακό ΘΗΣΑΥΡΟ"; Γυρνάμε τα ξημερώματα της Τρίτης την Ομόνοια γυροβολιά, μέχρις ότου φανή ο πρώτος εφημεριδοπώλης και αρπάζουμε το περιοδικό. Δεν πας μια φορά ξημέρωμα στην Ομόνοια να δης τα υποψήφια θύματά σας, που ψάχνουν να διαβάσουν "για ποιους χτυπάν οι καμπάνες";
--Τώρα θα μας πης για την επιθεώρησι;
--Έχω να σου πω ένα χαριτωμένο κουτσομπολιό, που συνέβη χθες βράδυ σε παραλιακό κέντρο.
--Ξέρω, ξέρω...
--Ε, όχι και ξέρεις, που να ξεραθής! Πες μου το...
--Ήσουνα σε ένα παραλιακό κέντρο με την Γκιζέλα Ντάλι. Κι εκεί συνέβη, το και το...
Ο Παράβας τα χάνει. Γίνεται στήλη άλατος.
--Ώστε το ξέρεις κι αυτό; Βρε δεν σας ξορκίζω με τον απήγανο, πούλεγε η γιαγιά μου;
--Λέγε μας για το έργο.
--Επιθεωρησάρα, αδελφέ μου!
--Δηλαδή;
--Τολμηρή πολιτική σάτιρα, ζωντανά σκετς, πολύ-πολύ πιπέρι και υπονοούμενα χωρίς τέλος.
--Ακούσαμε δυο-τρία.
--Πότε; Ποια;
--Τώρα που κάνατε πρόβες.
--Ποια μωρέ;
--Για την Ελένη Βλάχου, την Βουλή, τους Βουλευτές, τον Αβέρωφ, κι άλλους πολλούς...
--Για πες μου το.
"Πού πήγες, Ελένη,
πού πήγες, καημένη
και χάθηκες Μεσημβρινώς
στις 21 κάποιου μηνός..."
Και το άλλο που τραγουδάτε:

"Στην απάνω γειτονίτσα
στην απάνω γειτονίτσα
βρήκαμε δύο τσαρούχια
δυο τσαρούχια και μια γκλίτσα
του Αβέρωφ του Τοσίτσα..."
--Και πού να ακούσετε και τα άλλα...
--Θα τα ακούσουμε στην συνέχεια.
Μόνη, χαϊδεύοντας ένα τεράστιο μπουλντώκ, η θαυμάσια Νινή Τζάνετ, τρίτο σκέλος του θιάσου, κάθεται σε μια σκοτεινή άκρη σκεφτική.
--Βάσανα έχεις, Νινή;
--Και ποιος δεν έχει;
--Αν επιτρέπεται, τι ακριβώς σε βασανίζει;
--Οι θαυμαστές. Πληθύνανε τόσο που κοντεύω να πνιγώ!
--Μακάρι νάχουν όλες τέτοια βάσανα. Γι' αυτό έχεις το μπουλντώκ;
--Ναι. Με τη διαφορά ότι... δεν δαγκώνει.
Ας τόχουν υπ' όψι τους οι πολυάριθμοι θαυμαστές της λοιπόν. Δεν δαγκώνει το σκυλί. Ούτε και η κυρά του. Αντιθέτως μάλιστα...

Ο ρόλος της Νινής Τζάνετ στην επιθεώρησι "Έρχεται, δεν έρχεται" είναι σπαρταριστός. Κι ο πιο μπριόζος. Η Τζάνετ υποδύεται την "Κυρά-Γιώργαινα" που πετάει πικρά και δηλητηριώδη βέλη προς πάσαν κατεύθυνσιν. Κι όποιον πάρει ο χάρος! Τα περισσότερα σκάγια πέφτουν στην ράχη της Τζάκυ και του Ωνάση. Σκάγια με υπονοούμενα, που αν γράφονταν, θα κοκκίνιζε το χαρτί... Ευτυχώς που η Νινή τα λέει μονάχα.
Αθέατος σε μια γωνιά ο "Μέγας Αρχιερεύς" του Αθηναϊκού Κηποθέατρου και γενικώτερα του ελληνικού μουσικού θεάτρου Βασ. Μπουρνέλλης, παρακολουθεί τις πρόβες αμίλητος. Ούτε λέει, ούτε επεμβαίνει, ούτε διορθώνει. Μια ώρα σχεδόν κάθετα κάτω απ' τη φυλλωσιά σχεδόν απαρατήρητος. 
--Δεν λέτε τίποτε εσείς;
--Εγώ δεν λέω. Βλέπω.
--Κι έχετε δη δεκάδες φορές δεκάδες πρόβες.
--Δεν λέτε εκατοντάδες!...
--Δεν επεμβαίνετε ποτέ;
--Όχι. Ξέρουν όλοι πως του βλέπω κι αυτό είναι αρκετό.
Να μια μεγάλη κουβέντα επιχειρηματία.

 

John Petritsis, Philip Lawson, Diana Spyropoulos, Caroline Nowell
το φωνητικό κουαρτέτο που απέδιδε τα τραγούδια του μιούζικαλ
Hair
στο τέλος της πρώτης πράξης της επιθεώρησης
Έρχονται, δεν έρχονται

--Γεια σου, Αρτέμη!...
Ο Αρτέμης Μάτσας, ο "κακός" του ελληνικού κινηματογράφου και καλός συνεργάτης του "Οικογενειακού ΘΗΣΑΥΡΟΥ", θα είναι ο κομπέρ των... τριχών.
--Για οδήγησέ μας. Ποια είναι η παρέα των νεαρών που κάθεται με τον Μεταξόπουλο;
--Ξένοι. Τους έφερε απ' έξω. Είναι ο Φιλίπ Λόουσον, ο Τζων Πετρίτσης, η Νταϊάνα και η Καρολίνα Νοέλ. Παίζουν στις "Τρίχες".
--Γι' αυτό είναι μακρυμάλληδες;... Ποιοι άλλοι παίρνουν μέρος στην παράστασι;
Τους απαριθμεί. Εκτός από τον Σταύρο Παράβα, την Ρένα Βλαχοπούλου, τον Φώτη Μεταξόπουλο, την παρτεναίρ του Φοντάνα και τους μακρυμάλληδες καθώς κι απ' τη Νινή Τζάνετ, που είναι συνθιασάρχις, παίζουν η Ελένη Προκοπίου, ο Βαγγέλης Πλοιός, η Ρία Δελούτση, πρώην μις Ελλάς, η Γκιζέλα Ντάλι, η Σάσσα Καστούρα κ.ά.
Ένας κι ένας που λένε. Και μία και μία...

Λάθος! Οι μίες δεν είναι μόνες τους.
Στις τέσσερις καρέκλες, κάτω απ' το φως των αστεριών και τις φωτοσκιάσεις των δέντρων, δυο ζευγάρια ψιλοκουβεντιάζουν. Είναι η Ρία Δελούτση και ο Βαγγέλης Πλοιός. Παντρεύτηκαν δυο μέρες πριν από την πρεμιέρα. Και ακόμα... δεν μπορούν να συνέλθουν.
Δίπλα, η Ελένη Προκοπίου με κάποιον θαυμαστή της.
--Καλησπέρα!
--Ω!... κουνούπια μας έλειπαν τώρα...
--Τι κάνεις, Ελένη;
--Στη σκηνή ή εκτός σκηνής;
--Στη σκηνή.
--Διάφορα. Κυρίως σατιρίζω τον... χοντρουλάκο.
--Ποιον χοντρουλάκο;
--Ένας είναι. Ο δήμαρχός μας, ο κ. Ρίτσος. 
Αμάν, δήμαρχε! Πήγαινε ώς το Κηποθέατρο να γελάσης κι εσύ!

Σάτιρα, σάτιρα, σάτιρα... Και κομμένα δέντρα, εκείνα τα περιβόητα που κόπηκαν για να στηθή η σκηνή. Και δροσιά και νύχτα και φυλλώματα.
Και τρίχες.
Θα το πιστέψετε ότι οι τελευταίες είναι το μεγαλύτερο θέλγητρο στο θέατρο του Εθνικού Κήπου;     
 
Ο ΡΕΠΟΡΤΕΡ-ΚΟΥΝΟΥΠΙ
Οικογενειακός Θησαυρός, 30-6-1970

Δεν ξέρω αν το τελευταίο ήταν απλώς ένα λογοπαίγνιο ή ένα σχόλιο για την ποιότητα των κειμένων της επιθεώρησης. Αξίζει πάντως, αφού πρόκειται για έργο που γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία, να δούμε το περιεχόμενο των νούμερων, όπως το παρουσίασε ο Φάνης Κλεάνθης στα Νέα

Η επιθεώρηση αρχίζει με το σατιρικό νούμερο "Τελευταία νέα" με τον Μπάμπη Ανθόπουλο εφημεριδοπώλη. Ακολουθεί το ντουέττο της Σάσας Καστούρα με τον Σ. Τσολακάκη "Ψύλλοι στα αυτιά μου μπήκανε", σάτιρα πάνω στο τραγούδι της εποχής. Οι Φ. Μεθυμάκης, Βαγγ. Πλοιός, Τζεβελέκος εμφανίζονται γέροι στο νούμερο "Νάμαστε στο 21" αναλογιζόμενοι τι θα μπορούσαν να κάμουν αν ήσαν νέοι. Η Γκιζέλα Ντάλι εμφανίζεται στο νούμερο "Στον ρυθμό του Κάντυ Ε Κάντυ" με τον Ανθόπουλο και τον Μεθυμάκη. Η Νινή Τζάνετ σαν "Κυρά-Γιώργαινα αποτείνεται στην κυρά-Κώσταινα, την κυρά-Νίξαινα και την κυρά-Τάσκαινα και λέει τον καημό της. Η Ελένη Προκοπίου, στο αντιπολεμικό σόλο "Παλαιστίνη '70" εμφανίζεται σαν θύμα του πολέμου κοριτσάκι που έχει μητέρα Εβραία και πατέρα Άραβα. Η Ρένα Βλαχοπούλου ερμηνεύει το διεθνούς σατίρας νούμερο "Πυθία του '70" στο οποίο προλέγει τη μοίρα διαφόρων πολιτικών. Επίσης, ερμηνεύει κι ένα νέο τραγούδι. Ο Σταύρος Παράβας έχει δύο εμφανίσεις. Η πρώτη είναι το σόλο "Ο τρελός του Λούνα-Παρκ" [Σημείωση του Rena Fan: την προηγούμενη σεζόν είχε ξεκινήσει ο θρίαμβος του Θανάση Βέγγου στο ομότιτλο έργο του Γιώργου Λαζαρίδη], στο οποίο τρελλός είναι ο λαουτζίκος και λούνα-παρκ ο κόσμος. Η δεύτερη είναι μια σάτιρα πάνω στο σύνθημα "Σκέψου πριν αγοράσης", στην οποία λέγει στους θεατάς, στη μουσική του "Ντιρλαντά", πώς πρέπει να σκέφτωνται για όσα λογαριάζουν να κάμουν. Και το α' μέρος τελειώνει μ' ένα χορευτικό, διασκευή από τις θρυλικές "Τρίχες".

Η Ρένα Βλαχοπούλου ως Πυθία στο Έρχονται, δεν έρχονται
(μαζί της ο Σωτήρης Τζεβελέκος ως δημοσιογράφος).
Στις πρώτες παραστάσεις φαίνεται πως φορούσε περούκα,
την οποία αργότερα εγκατέλειψε...

Εκτός από την περούκα, υπάρχουν βέβαια και κάποιες διαφοροποιήσεις στο σκηνικό
(δείτε και τη φωτογραφία παρακάτω), οπότε η συγκεκριμένη πόζα είναι πιθανώς
από τη φθινοπωρινή εκδοχή του
Έρχονται, δεν έρχονται στο θέατρο Ακροπόλ.
Πηγή φωτογραφιών: Γιώργος Μουζάκης--Βίρα τις Άγκυρες του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη
(εκδ. Άγκυρα, 2001)

Το Β' μέρος χωρίζεται σε τρία ταμπλώ. Το α' είναι οι ποδοσφαιρικοί αγώνες του Μεξικού. Οι άνδρες του θιάσου εκπροσωπούν τις διάφορες ομάδες και η Νινή Τζάνετ την Εουροβίζιον [sic]. Το β' είναι το σκούπισμα των ακτών. Οι γυναίκες του θιάσου με επικεφαλής την Ελένη Προκοπίου και την Γκιζέλα Ντάλι εμφανίζονται μαθητριούλες κι η Ρένα Βλαχοπούλου με τον Σταύρο Παράβα παιδιά του νηπιαγωγείου. Το γ' ταμπλώ έχει για ντεκόρ μια κάλπη που τη βρήκαν τα παιδιά στα σκουπίδια. Τα χρόνια περνούν, τα παιδιά γίνονται γέροι κι ακόμα να χρησιμοποιηθή η κάλπη... 

Η διανομή της Β' πράξης
από το πρόγραμμα του 
Έρχονται, δεν έρχονται
της συλλογής του Τμήματος Παραστατικών Τεχνών
του ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ

Το Β' μέρος είχε τον τίτλο "Μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας" (όπως είπαμε ήδη, από το προηγούμενο καλοκαίρι το φινάλε των επιθεωρήσεων είχε μεταφερθεί στη δεύτερη πράξη) και είχε δύο ακόμα ταμπλό: το τέταρτο που ήταν ένα χορευτικό του μπαλέτου με τίτλο "Οδοκαθαριστές" και το πέμπτο, με όλον τον θίασο, που παρουσίαζε εκλογές του μέλλοντος. Στο πρόγραμμα που έχει στο αρχείο του ο Rena Fan ο τίτλος του ταμπλό είναι "Εκλογές του 3015". Στο πρόγραμμα που βρίσκεται στο Τμήμα Παραστατικών Τεχνών του ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ ο τίτλος είναι "Εκλογές του 2051". Δεν ξέρω δυστυχώς ποια εκδοχή είναι πρώτη και ποια δεύτερη... 

Ένθετη η φωτογραφία του Γιώργου Νταλάρα 
στο πρόγραμμα της επιθεώρησης
Έρχονται, δεν έρχονται

Λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα (πιθανότατα την 1η Ιουλίου) άρχισε να εμφανίζεται στην επιθεώρηση Έρχονται, δεν έρχονται και ο Γιώργος Νταλάρας. Το πρόσωπο, πάντως, που φαίνεται πως έκλεβε την παράσταση σε αυτήν την παράσταση δεν ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου, αλλά ο Σταύρος Παράβας. Αυτό επισημαίνεται και στις δυο κριτικές που έχω εντοπίσει. Ξεκινάω, με αντίστροφη χρονολογική σειρά, από την κριτική του Γιώργου Κάρτερ στην εφημερίδα Νέα Πολιτεία

Θα θέλαμε, απ' την αρχή κι όλας, να το σημειώσουμε: ότι σε τούτη την επιθεώρησι το ταλέντο του Στ. Παράβα εμφανίζει μιαν εξέλιξι ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Σε δύο από τους ρόλους του έχει βρει τις πιο χαρακτηριστικές λεπτομέρειες για να "κρεάρη" έναν "τρελλό" κι έναν "Κρητικό" με αληθινή κωμική υπόστασι. Ο Παράβας δεν καταφεύγει στο φθηνό για να εξασφαλίση το χειροκρότημα, δεν ξεπερνάει το μέτρο για να κερδίση το γέλιο με το χυδαίο, καθώς πράττουν άλλοι συνάδελφοί του και, τις περισσότερες φορές, οι συγγραφείς των επιθεωρήσεων, που προσφέρονται, λες, σε μια προσπάθεια της εποχής, να χαμηλώση το, τόσο χαμηλωμένο με τα ποδόσφαιρα, τις γκαγκστερικές ταινίες, τις πολυποίκιλες φυλλάδες, πνευματικό επίπεδο της μάζας.
     Τα διάφορα νούμερα, που έγραψαν οι Νικολαΐδης και Λυμπερόπουλος για την επιθεώρησι "Έρχονται, δεν έρχονται", έχουν μια εμφανή ανομοιογένεια ποιότητος. Άλλα βασίζονται, πράγματι, σε χονδρά σόκιν, άλλα επαναλαμβάνουν την ιδέα από προγενέστερα δικά τους νούμερα--και, μάλιστα, όχι από τα πιο επιτυχημένα--και άλλα διακρίνονται για το πνεύμα τους κι ένα χιούμορ, όπως το "Σκέψου πριν αγοράσης", το "Τρελλός του Λούνα Παρκ", το "Νηπιαγωγείον Δ. Αθηναίων", που (συμπτωματικά;) και στα τρία αυτά πρωταγωνιστεί ο Παράβας [Σημείωση του Rena Fan: στο τελευταίο παρέα με τη Ρένα Βλαχοπούλου].
     Από τους άλλους πρωταγωνιστάς του θιάσου, η Ρένα Βλαχοπούλου μάς αρέσει πάντα για το ιδιότυπο προσωπικό της παίξιμο, την άνεσί της και το αδιάλειπτο κέφι της, η Ελένη Προκοπίου για την ευγενική σκηνική της εμφάνισι και την συγκίνησι με την οποία ντύνει το ρόλο της, καθώς και η Νινή Τζάνετ για την ζωντάνια της, που εδώ, όμως, τα κείμενα δεν την βοηθούν να εκφραστή.
Ξεχωριστά, επίσης, αναφέρω τον Σάκη Παπανικολάου. Έχει ένα θερμό μέταλλο φωνής, ξέρει να φραζάρη σωστά και, επιτέλους, δεν διαθέτει... φαβορίτες, μακρυά μαλλιά και... δαντέλλες.
     Σ' ένα αρκετά μεγάλο μέρος της επιθεωρήσεως, πλούσια θεαματικό, το μπαλλέτο του θιάσου, με κορυφαίους τον Φ. Μεταξόπουλο και την Ν. Φοντάνα, μάς προσέφερε μια γεύσι από... "Χαιρ".
     Τα σκηνικά της Ριακόνι, σε πρόχειρα επίπεδα κυρίως, δεν ταίριαζαν καθόλου μ' εκείνο το μόνιμο φόντο του μεσαιωνικού πύργου... 
     Η μουσική του Γ. Μουζάκη απλώς ευχάριστη.
Νέα Πολιτεία, 17-7-1970

Ο Σταύρος Παράβας κι η Ρένα Βλαχοπούλου
λίγο πριν ανέβουν στη σκηνή του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου
όπου στο δεύτερο μέρος της επιθεώρησης
Έρχονται, δεν έρχονται
υποδύονται τα νήπια που καθάρισαν την Αθήνα
(κάποια εγχείρημα του Δήμου Αθηναίων εκείνης της εποχής)
και ο κομπέρ Αρτέμης Μάτσας.
Και σ' αυτή την εμφάνιση η Ρένα φορούσε αρχικά περούκα
την οποία όμως στη συνέχεια εγκατέλειψε...
Πηγή φωτογραφίας: Ανάρτηση του Βασίλη Χαρισόπουλου
στη σελίδα του Facebook
Θέατρα που έκλεισαν

Η Ρένα ως νήπιο με το φυσικό της μαλλί.
Δίπλα της ο Σταύρος Παράβας και ο Αρτέμης Μάτσας.
Πηγή φωτογραφίας:
Γιώργος Μουζάκης--Βίρα τις άγκυρες
του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη (εκδ. Άγκυρα, 2001)

Ο Γιάννης Φερμάνογλου στη Βραδυνή έμεινε, όπως φαίνεται, πιο ικανοποιημένος από τη μουσική του Μουζάκη και την επιστροφή της πολιτικής σάτιρας στα κείμενα της επιθεώρησης (εκφράζει βέβαια κι αυτός επιφυλάξεις). Έμεινε επίσης ικανοποιημένος από τον Σάκη Παπανικολάου και φυσικά από τον Σταύρο Παράβα...

Η ελληνική επιθεώρησις ξαναβρίσκει τον παληό δρόμο της, με την δηκτική πολιτική σάτιρα που έλειψε αρκετά χρόνια από τις σκηνές των θεάτρων μας. Ως τόσο, όμως, αυτό δεν είναι το μοναδικό ατού της επιθεωρήσεως του Κήπου "Έρχονται δεν έρχονται", που έγραψαν οι Νικολαΐδης και Λυμπερόπουλος. Πρόκειται για ένα υπερθέαμα ευρωπαϊκού επιπέδου, που θα ζήλευαν πολλές ξένες σκηνές, με τρεις βασικούς συντελεστάς επιτυχίας, τον Μουζάκη, τον Παράβα και τον Μεταξόπουλο.
Ο πρώτος, εκτός συναγωνισμού εις το είδος--συμπληρώνει εφέτος τις 90 επιθεωρήσεις--, πλημμυρίζει την ατμόσφαιρα με αιθέριες μελωδίες, άλλοτε μοντέρνες και άλλοτε, όπως χρειάζεται συμφωνικές, ενώ ο δεύτερος ερμηνεύει αριστοτεχνικά, με τον δικό του τρόπο, τον "Τρελλό του Λούνα Παρκ" και τον "Ντιρλαντά" που είναι, αναμφισβήτητα, τα πιο επιτυχημένα νούμερα της επιθεωρήσεως. Όσο για τον Φώτη Μεταξόπουλο, δεν μπορεί να χαρακτηρισθή παρά σαν άθλος το ότι κατάφερε μαζί με την παρτεναίρ του Νάντια Φοντάνα να δώση μια ακριβή αναπαράστασι του θρυλικού Σόου του Λονδίνου "Χαιρ", με την αυθεντική μουσική του, τα αυθεντικά του τραγούδια που αποδίδει το κουαρτέτο των Άγγλων (Τζων, Φιλίπ, Νταϊάνα, Καρολίν) και με μία απίθανη κίνησι του τριακονταμελούς μπαλλέτου του. Μία μυσταγωγία τέχνης--εις το είδος της, φυσικά--που ολοκληρώνεται με τα τόσο εντυπωσιακά κοστούμια της Ριακόνι. 
     Η Ρένα Βλαχοπούλου στην μοναδική της εμφάνισι, εκτός από ένα ωραίο λαϊκό τραγούδι του Μουζάκη [Σημείωση του Rena Fan: "Το παλιό το καπηλειό" ο τίτλος του, ακριβώς πριν το "Hair"], δίνει όλο τον εαυτό της, για να ζωντανέψη την "Πυθία", παρ' ότι δεν την βοηθά και πολύ το νούμερο, ενώ η Νινή Τζάννετ σημειώνει ξεχωριστή επιτυχία σε μία επιτυχημένη σατιρική παρωδία της "Κυραγιώργαινας" που είναι στο στοιχείο της.
     Όπως, επίσης, είναι στο στοιχείο της η Ελένη Προκοπίου, σε ένα δραματικό σκετς, εμπνευσμένο από τον πόλεμο Αράβων και Ισραήλ.
     Συμπαθητικαί εμφανίσεις η Σάσα Καστούρα, η Μάρω Γραβλιώτου, η Πόπη Μαρέλλι, ο Αρτέμης Μάτσας, ο Ανθόπουλος, ο Πλοιός, ο Τσολακάκης και ο Μίνως Μωράκης, ενώ την λαϊκή νότα δίδει κάπως κουραστικά με το "Νάτανε το 21" και... δύο άλλα τραγούδια του ο Νταλάρας.
     Η δεύτερη πράξις υστερεί, κάπως, σαν κείμενο, βλέπεται όμως ξεκούραστα, με την παρεμβολή της ωραίας φωνής του Σάκη Παπανικολάου, και με μια μεγαλοπρεπή αποθέωσι σε ένα απίθανο συνδυασμό σκηνικών και κουστουμιών που δίδει την ευκαιρία να εκτιμηθή για μία ακόμη φορά η εργασία της Ριακόνι.
Βραδυνή, 6-7-1970

Σταύρος Παράβας, Ρένα Βλαχοπούλου,
Γκιζέλα Ντάλι, Γιώργος Νταλάρας και Γιάννης Ντουνιάς
στα καμαρίνια του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου το καλοκαίρι του 1970.
Πηγή φωτογραφίας: 
Βίβα Ρένα του Μάκη Δελαπόρτα
(εκδ. Άγκυρα, 2002)

Στο βιβλίο της Βίος και πολιτεία μιας γηραιάς κυρίας στην επταετία. Επιθεώρηση και δικτατορία η Κωνστάντζα Γεωργακάκη δημοσιεύει το μεγαλύτερο μέρος του νούμερου της Ρένας "Η Πυθία τα λέει όλα" (το οποίο εντόπισε στα Γενικά Αρχεία του Κράτους). Πράγματι, όπως ανέφερε και ο Κλεάνθης παραπάνω, η πολιτική του σάτιρα αφορά κυρίως τα διεθνή γεγονότα (ξένοι διπλωμάτες, πόλεμος του Βιετνάμ, πρόεδρος Νίξον), ενώ το μόνο πρόσωπο της χούντας στο οποίο γίνεται αναφορά είναι ο Πατακός (ενδεχομένως υπάρχει και ένα υπονοούμενο για τη σχέση δικτατόρων και πρεσβευτών ξένων χωρών). Στο νούμερο υπάρχουν ακόμα αυτοαναφορικά σχόλια για τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη και την ηλικία της Ρένας, καθώς και τις ηλικίες άλλων ηθοποιών (Παξινού, Μινωτής, Κωνσταντάρας) αλλά και της Λίνας Τσαλδάρη... Υπάρχει, φευ, και μια ομοφοβική ενότητα με έναν θηλυπρεπή ομοφυλόφιλο από την Αγγλία. Για την ιστορία, η Ρένα, η Πόπι Μαρέλι--ως κορυφαία του χορού γυναικών του μαντείου των Δελφών--και ο Σωτήρης Τζεβελέκος--ως εκπρόσωπος των δημοσιογράφων έπαιξαν την αρχή του νούμερου στη θεατρική εκπομπή της Μαρίας Δημητρέα (μία από τις πέντε σελίδες που δημοσιεύει η Γεωργακάκη): είναι χαρακτηριστικό ότι η Ρένα διακόπτει τη σκηνή όταν πρέπει, σύμφωνα με το κείμενο, να πετάξει ένα σόκιν υπονοούμενο για τη σεξουαλική δραστηριότητα του ηλικιωμένου Τζον Γουέιν και συνειδητοποιεί έγκαιρα πως το συγκεκριμένο αστείο δεν μπορεί να ακουστεί από το ραδιόφωνο...

"Τι διάολο πάθατε και ουρλιάζετε έτσι;
Εδώ είναι μαντείο, δεν είναι μιούζικαλ του Δαλιανίδη!"
λέει η Πυθία στις γυναίκες του χορού.
Φωτογραφία από ανάρτηση του Βασίλη Χαρισόπουλου
στη σελίδα του Facebook
Θέατρα που έκλεισαν.
Η Ρένα Βλαχοπούλου είχε ήδη ερμηνεύσει την Πυθία
σε επιθεωρήσεις θεάτρου και πίστας,
ενώ την υποδύθηκε για τελευταία φορά
τη σεζόν 1988-89 στο δεύτερο μέρος της επιθεώρησης
του Γιώργου Κωνσταντίνου
Οι τελευταίοι ΠΑΣΟΚράτορες 

Από τα νούμερα του Παράβα κατόρθωσα, ως τώρα, να εντοπίσω ένα μόνο ρεφρέν από την παρωδία του "Ντιρλαντά" που δημοσίευσε ο Οικογενειακός Θησαυρός προς το τέλος Αυγούστου, σε ένα δισέλιδο αφιέρωμα στο τραγούδι που ήταν το μεγάλο σουξέ της εποχής εκείνης. Ο Παράβας τραγουδούσε προς το τέλος του νούμερου για τον Γλύξμπουργκ:

Και ντιρλαντά, ντιρλανταντά.
πάνε να φέρουνε εκείνον,
τον ντίρλα-ντίρλα-ντίρλα-ντίνον.
Όμως αν έρθει η αφεντιά του,
ντίρλαντά, ντιρλανταντά,
σκέψου πως θα 'ρθει κι η μαμά του...

Η πολιτική σάτιρα του Έρχονται, δεν έρχονται και η μεγάλη επιτυχία της παράστασης ("πρωτοφανείς πιέννες στα ταμεία του Βασίλη Μπουρνέλλη" σημειώνει ο Οικογενειακός Θησαυρός) ενόχλησαν τους δικτάτορες και του το φύλαγαν του Μπουρνέλλη και του θιάσου του. Δεν έκαναν κάτι για να σταματήσουν την επιτυχία του έργου στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου, αλλά όταν το έργο μεταφέρθηκε στο χειμερινό θέατρο Ακροπόλ (και τον Σταύρο Παράβα αντικατέστησε ο Κώστας Χατζηχρήστος), έναν μήνα μετά τη χειμερινή πρεμιέρα του, η επιτροπή λογοκρισίας του Υπουργείου Προεδρίας διέταξε τη διακοπή των παραστάσεων επικαλούμενη, όπως έχουμε πει ξανά, την άρνηση των συγγραφέων να συμμορφωθούν προς τις υποδείξεις της και την προσθήκη στο έργο τριών νούμερων που δεν υποβλήθηκαν προς έγκριση. Ωστόσο, η Γεωργακάκη, που μελέτησε τον ογκώδη φάκελο του Έρχονται, δεν έρχονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, αναφέρει πως η πραγματική αιτία της απαγόρευσης ήταν οι αντιδράσεις του κοινού στη διάρκεια των παραστάσεων στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου: "Οι αστυνομικοί που παρακολούθησαν την παράσταση αλλά και μέλη της επιτροπής λογοκρισίας συμφωνούσαν ότι 'ως εκ του τρόπου και του τόνου της διδασκαλίας και των υπονοουμένων εις τους διαλόγους αυτούς εδημιουργείτο έξαψις μεταξύ των θεατών λόγω αναζωπυρώσεως παλαιών πολιτικών παθών με βεβαίαν συνεπείαν εφ' όσον εσυνεχίζετο η διδασκαλία του έργου την διατάραξιν της τάξεως'. Επομένως η ανυπακοή των επιθεωρησιογράφων ήταν το πρόσχημα για την ανάκληση της άδειας" (Βίος και πολιτεία μιας γηραιάς κυρίας στην επταετία, σ. 42).

Η θιασαρχική τριάδα της φθινοπωρινής εκδοχής του Έρχονται, δεν έρχονται:
Ρένα Βλαχοπούλου, Κώστας Χατζηχρήστος, Νινή Τζάνετ
Μαζί τους ο Χρηστάκης και οι δημιουργοί της επιθεώρησης:
ο επιχειρηματίας Βασίλης Μπουρνέλλης, ο συγγραφέας Κώστας Νικολαΐδης,
ο συνθέτης Γιώργος Μουζάκης και ο συγγραφέας Ηλίας Λυμπερόπουλος.
Πηγή φωτογραφίας:
Γιώργος Μουζάκης--Βίρα τις άγκυρες του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη
(εκδ. Άγκυρα, 2001)


Μετά την απαγόρευση του Έρχονται, δεν έρχονται, ο θίασος του Ακροπόλ επανέλαβε την επιτυχημένη επιθεώρηση της άνοιξης του '70 Να 'τανε το '21 έως ότου ετοιμαστεί η νέα επιθεώρηση που τιτλοφορήθηκε Λέγονται, δεν λέγονται. Και αυτού του έργου όμως η πρεμιέρα αναβλήθηκε, όπως επίσης έχουμε δει, όταν η πρωτοβάθμια επιτροπή λογοκρισίας ζήτησε να γίνουν πολλές περικοπές. Λίγες μέρες αργότερα η δευτεροβάθμια επιτροπή επέτρεψε να επανέλθουν στο έργο κάποια από τα κομμένα νούμερα, αλλά οι δικτάτορες "χτύπησαν" για τρίτη φορά το καλοκαίρι του '71, όταν δεν ανανέωσαν την άδεια λειτουργίας του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου, αναγκάζοντας τον Βασίλη Μπουρνέλλη να ματαιώσει το ανέβασμα της επιθεώρησης Αθήνα-Ρώμη-Παρίσι (στην οποία θα πρωταγωνιστούσαν η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Σωτήρης Μουστάκας και η Ζωζώ Σαπουντζάκη). Έτσι, το Έρχονται, δεν έρχονται αποδείχτηκε πως ήταν η τελευταία παράσταση που ανέβηκε στο Θέατρο του Εθνικού Κήπου, κλείνοντας έναν κύκλο πολύ επιτυχημένων επιθεωρήσεων που είχαν παρουσιαστεί στη σκηνή του από το καλοκαίρι του 1964, στις περισσότερες από τις οποίες πρωταγωνίστρια ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου...


Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.