Τετάρτη 23 Ιουνίου 2021

Σαν σήμερα το 1964: Γυναίκες και λουλούδια

Στις 23 Ιουνίου 1964 δόθηκε στο Θέατρο Εθνικού Κήπου η πρώτη παράσταση της επιθεώρησης Γυναίκες και λουλούδια (του '64). Η συμπλήρωση του τίτλου στην παρένθεση ίσως χρειαζόταν γιατί επιθεώρηση με τον ίδιο τίτλο είχαν παρουσιάσει ξανά οι επιχειρήσεις του Βασίλη Μπουρνέλλη στο θερινό Ακροπόλ το 1955. Η συγκεκριμένη επιθεώρηση είχε δύο πρωτιές. Η πρώτη ήταν η δημιουργία του θιασαρχικού σχήματος "Χρήστος Ευθυμίου-Ρένα Βλαχοπούλου-Καίτη Μπελίντα και η Σπεράντζα Βρανά" (κάποια αντέδρασε για αυτό το "και η" λέει η Σπεράντζα Βρανά: "Αφού είναι στο σχήμα, δεν χρειάζεται να ξεχωρίζει... Αλλά του Μπουρνέλλη το αφτί δεν ίδρωνε με κάτι τέτοια, έτσι ήθελε να με βάλει, έτσι με έβαλε...") που ηγήθηκε του μουσικού θιάσου των επιχειρήσεων Μπουρνέλλη για δύο χρόνια (αργότερα προστέθηκε και ο Γιάννης Γκιωνάκης).


Η δεύτερη πρωτιά ήταν η παρουσίαση στο δεύτερο μέρος της παράστασης ενός αυτόνομου παραμυθοδράματος. Η αρχή έγινε με τη "Σταχτοπούτα" και η "παράδοση" αυτή διατηρήθηκε στο Θέατρο Εθνικού Κήπου μέχρι και το καλοκαίρι του 1969 (με εξαίρεση το καλοκαίρι του '66 που το θέατρο φιλοξένησε τον θίασο Βουγιουκλάκη-Παπαμιχαήλ). Τα παραμυθοδράματα, στα περισσότερα από τα οποία πρωταγωνιστούσε η Ντόρα Γιαννακοπούλου, ήταν σατιρικές διασκευές γνωστών παραμυθιών (από ό,τι έχω καταλάβει θύμιζαν σε μεγάλο βαθμό την παράδοση των Christmas pantos της Αγγλίας, όπου κάποιους από τους ρόλους, των κακών γυναικών κυρίως, υποδύονταν άντρες ηθοποιοί). Η συγγραφική τριάδα Γιώργος Ασημακόπουλος-Βασίλης Σπυρόπουλος-Παναγιώτης Παπαδούκας που υπέγραψαν το πρώτο τόνισαν πως η παράσταση του Εθνικού Κήπου δεν ήταν δύο ξεχωριστά θεάματα (όπως είχε προσπαθήσει να καθιερώσει λίγα χρόνια πριν στο Ακροπόλ ο Μπουρνέλλης με την παρουσίαση μιας πρόζας ανεξάρτητης από την επιθεώρηση), αλλά ένα αλληλοσυμπληρούμενο θέαμα.

Η περίφημη Τριάδα: Γιώργος Ασημακόπουλος, Βασίλης Σπυρόπουλος, Παναγιώτης Παπαδούκας

Πέντε στους έξι κριτικούς έμειναν πολύ ικανοποιημένοι με το θέαμα που παρουσίασαν οι επιχειρήσεις του Βασίλη Μπουρνέλλη εκείνο το καλοκαίρι στον Κήπο. Ένας από αυτούς μάλιστα, ο "Θεατής" της εφημερίδας Ακρόπολις (30-6-1964) σημειώνει για τον επιχειρηματία Βασίλη Μπουρνέλλη:
"Υπερεπιθεώρησις" είναι πράγματι ό,τι βλέπει και ακούει εφέτος το καλοκαίρι το κοινό του θεάτρου του Εθνικού Κήπου. Πρώτη φορά από αρκετά χρόνια ο μεγαλορρήμων επιχειρηματίας της ελληνικής Επιθεωρήσεως δεν διέψευσε τις πομπώδεις διαφημίσεις του με μεταποιημένα κουρέλια παλιών σκηνικών, με κακόγουστα ευτελούς αξίας κοστούμια, με ανεπαρκή και θορυβώδη ορχήστρα, με οχληράν συνεχή εμφάνισιν επί σκηνής σκανδαλωδώς ευνοουμένων μετρίων ηθοποιών.
Ο κριτικός χαιρετίζει τη "ριζική ανατροπή του παλαιού καθεστώτος" με το διπλό θέαμα και τη φροντίδα των συγγραφέων "ν' ανανεωθούν άρδην, να αποφύγουν την πεπατημένην και να πρωτοτυπήσουν". Για τον τίτλο της επιθεώρησης ο "Θεατής" (πιθανότατα ο Αχιλλέας Μαμάκης) του Έθνους (10-7-1964) γράφει πως "θυμίζει εκείνον μιας Ισπανικής επιθεωρήσεως, που παιζότανε στο θέατρο Κυβέλης--απ' το οποίο έμεινε τώρα μόνο το οικόπεδο--πριν από μερικές δεκάδες χρόνια: "Φλόρες υ μουχέρες ντε Εσπάνια". [Οι συγγραφείς] δίνουν το προβάδισμα στις "μουχέρες"--ίσως γιατί η δική τους επιθεώρησις γυναικοκρατείται από απόψεως ηθοποιών". Και αμέσως μετά το χορευτικό της έναρξης, η Καίτη Μπελίντα φρόντιζε να δώσει... σάρκα και οστά στον τίτλο της επιθεώρησης, με μια "εντυπωσιακή" εμφάνιση: κατέβαινε από πολύ ψηλά μέσα σε ένα "τεράστιο ανθοστόλιστο καλάθι" και τραγουδούσε περιστοιχισμένη από τους άνδρες του θιάσου. Αυτή η εντυπωσιακή εμφάνιση προδίδει, κατά την Ακρόπολη "φροντισμένη δουλειά" και "μελετημένη σπατάλη σε σκηνικά και κοστούμια" που "εγγίζει τα όρια των παρισινών επιθεωρήσεων" και φτάνει στο αποκορύφωμά της στο παραμυθόδραμα. 

Η Καίτη Μπελίντα στην έναρξη της επιθεώρησης Γυναίκες και λουλούδια (του '64)
Πηγή: Φαντασία, 1-8-1964


Ο ίδιος κριτικός τονίζει πως όλος ο υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Χρήστου Ευθυμίου θίασος, "από τα πρώτα στελέχη ως τον τελευταίο κομπάρσο, εφιλοτιμήθη να υπηρετήση με θέρμη και τους συγγραφείς και τον σκηνοθέτη-χορογράφο (Γιάννης Φλερύ) και τον μουσικοσυνθέτη (Κώστας Καπνίσης)" Για τον τελευταίο επισημαίνει ότι η προσφορά του είναι αξιόλογη "παρά το μεγάλο διάστημα που έμεινε ο συνθέτης μακριά από το θέατρο. Ευεργετική η απουσία των εκκωφαντικών κλαμπατσίμπαλων, που μεταβάλλουν συνήθως τους επί σκηνής άδοντας σε βωβούς ηθοποιούς παντομίμας".


Για τα νούμερα της επθεώρησης ο "Θεατής" της Απογευματινής (καμιά πρωτοτυπία σε ψευδώνυμα οι κριτικοί των ελαφρών μουσικών έργων...) γράφει πως είναι έξυπνα, πρωτότυπα και καλοβαλμένα, χωρίς υπερβολές ή "χοντρά υπονοούμενα--ή και... κατονομαζόμενα--για τα οποία κατηγορείται το επιθεωρησιακό θεατρικό είδος". Ο "Θεατής" του Έθνους θεωρεί πως η επικαιρότητα προβάλλεται "κάτω από ένα πρίσμα επιτυχημένης κωμικής παραμορφώσεως" και "η πολιτική σάτιρα περισσότερο κεντρίζει, παρά τσούζει".

Τόσα καλά λόγια γράφτηκαν
για την παρουσία της Ρένας Βλαχοπούλου
στην επιθεώρηση Γυναίκες και λουλούδια
μα μόνο αυτή την κακής ποιότητας
φωτογραφία βρήκα...
Η Ρένα και η Καίτη Μπελίντα.

Το βασικό νούμερο της Ρένας Βλαχοπούλου στην επιθεώρηση Γυναίκες και λουλούδια ήταν το "Άγιε μου Σιδερέα": σε αυτό υποδυόταν την καμαριέρα του πρωθυπουργού Γεώργιου Παπανδρέου (σάτιρα της κυρά-Μαριγώς ανέφερε μια κριτική--και δεν γνωρίζω αν όντως υπήρχε κάποια Μαριγώ στο περιβάλλον του τότε πρωθυπουργού, γιατί η αναφορά στην κυρά-Μαριγώ της Χαρτοπαίχτρας που θριάμβευε τότε με την κυρία Κατερίνα μου φαίνεται μάλλον απίθανη), η οποία ζητούσε από τον Άγιο Σιδερέα να προστατέψει το Καστρί από τις πορείες. Έξι στους έξι κριτικούς ξεχώρισαν το νούμερο ως ένα από τα καλύτερα της παράστασης. Ο Ι.Λ. της Εστίας το βρήκε διασκεδαστικό, ο "Θεατής" της Ακρόπολης έγραψε πως η "αμίμητη" Ρένα Βλαχοπούλου το διάνθισε με τους "σπαρταριστούς αυτοσχεδιασμούς της", ο "Θεατής" (μάλλον ο Αχιλλέας Μαμάκης) του Έθνους τόνισε την κερκυραϊκή της φινέτσα, ο "Θεατής" της Απογευματινής επισήμανε πως η Ρένα βρίσκει στο νούμερο "την ευκαιρία να αξιοποιήση το εκπληκτικό κωμικό της ταμπεραμέντο" και ο Μ. Σκουντριδάκης του περιοδικού Φαντασία απορεί για την "πάντοτε μπριόζα" Ρένα: "είναι μυστήριο το επί σκηνής ανεξάντλητο κέφι της καλλιτέχνιδος".   

Η Σπεράντζα Βρανά ως Λόλα
στο νούμερο "Τα τοπλες δικάζονται".
Πηγή:
Φαντασία, 1-8-1964

Από τα υπόλοιπα νούμερα οι κριτικοί ξεχώρισαν τη σκηνή "Τα τόπλες δικάζονται" (η μόδα των topless ήταν βασικό θέμα σε εφημερίδες και περιοδικά εκείνο το διάστημα), στην οποία η Σπεράντζα Βρανά ("πείρα και ικανοποιητική σκηνική εμφάνισι" σημειώνει η Φαντασία) "προσάγεται στο δικαστήριο με την κατηγορία της σκανδαλιστικής εμφανίσεως στην πλαζ", και τους "Άμλετ της εποχής" με τον Γιώργο Κάππη ως Άμλετ που κρατά πεπόνι αντί για κρανίο και την Μπέλα Τζέσκα ως Οφηλία να συμμετέχουν στην τετρακοσιετηρίδα του Σέξπιρ και να δηλώνουν ότι κάθε Ρωμιός είναι και ένας Άμλετ με διλήμματα για τη ζωή. Στο νούμερο "Από την Αθήνα στη Χονολολού" ο Ραφαήλ Ντενόγιας εμφανίζεται ως Παπανδρέου μπαϊλντισμένος από τα προβλήματα που έχει να λύσει ως πρωθυπουργός και ο Σταύρος Παράβας ως Καραμανλής που γλεντάει στη Χονολουλού. Ένα μέρος από το κείμενό τους διασώζει το πρόγραμμα (παρωδίες των τραγουδιών "Αδύνατον να κοιμηθώ" του Σουγιούλ, "Ξημερώνει" του Χατζιδάκι και "Εντάξει" του Μπέζου):

Παπανδρέου: Αδύνατον να κοιμηθώ,
τρεις ώρες ή τρεισήμισι,
όλοι για όσα έταξα
μου κάνουν υπενθύμιση.

Καραμανλής: Του κάνουν υπενθύμιση.

Καραμανλής: Το σύννεφο έφερε βροχή
και μου επήραν την αρχή.
Τη βαλίτσα μου στον ώμο
πήρα δρόμο, πήρα δρόμο.

Παπανδρέου: Πανεπιστήμια ζητάνε όλοι
σε κάθε μέρος, σε κάθε πόλη.
Καραμανλής: Κι αν δεν τα φτιάξεις,
δεν θα 'σαι εντάξει

Ειδικά για τον Παράβα, το Έθνος σημειώνει: "θα γινότανε σπουδαίος ηθοποιός της πρόζας με την "μάσκα" που έχει και με την ζεστή φωνή του--φυσικά, ύστερ' από κατάλληλη πειθάρχησι του ταλέντου του".

Το νούμερο "Τα μαθητικά συσσίτια" από την επιθεώρηση
Γυναίκες και λουλούδια (του '64)
Πηγή: Φαντασία, 1-8-1964

Στο νούμερο "Μαθητικά συσσίτια" ο δάσκαλος Κ. Μποζώνης, οι μαθήτριες Μπέλα Τζέσκα, Κλαίρη Δεληγιάννη και οι μαθητές Μπάμπης Ανθόπουλος, Τάσος Παπαδόπουλος, Αντώνης Παπαδόπουλος τραγουδούν:
Τώρα τα σχολεία
μάσες και βιβλία
τι ωραία θα 'ναι για τους μαθητές.
Δάσκαλε, δασκάλα
πιάστε την κουτάλα
και φωνάξτε ζήτω ο Τσελεμεντές.
Γραμματική, ιμάμ-μπαϊλντί
γιατί Γεωμετρία;
Και με ντολμάδες γιαλαντζί
δέκα στην Ιστορία.
Πέντε, πέντε, δέκα
δέκα, δέκα θ' ανεβαίνω τα σκαλιά
κι ούτε απουσία όπως στα παλιά
όταν μπακαλιάρο θα έχουν σκορδαλιά.

Οι κριτικοί ξεχώρισαν επίσης το νούμερο "Πόθεν έσχες" με τις "πρωτότυπες ερμηνείες" της Σούλης Σαμπάχ και της Κάκιας Κοντοπούλου που τραγουδούσαν:
Μια κομπίνα, δυο κομπίνες, τρεις κομπίνες
πιάνεις έξυπνα την πρώτη τη μαγιά.
Ένας μήνας, δύο μήνες, πέντε μήνες
και σε βλέπει ο κόσμος σαν μαχαραγιά.
Μια κομπίνα, δυο κομπίνες, τρεις κομπίνες
και χωρίς καμιά σκοτούρα και δουλειά
δέκα-δέκα ανεβαίνεις εν Αθήνας
της καλής της κοινωνίας τα σκαλιά.

Αν και πριν την πρεμιέρα διαφημίστηκε πως στην παράσταση θα εμφανίζεται και ο Τώνης Μαρούδας, φαίνεται πως κάτι συνέβη και αποχώρησε από τον θίασο (δεν τον αναφέρει καμία κριτική). Έτσι το τραγουδιστικό μέρος κράτησαν η Καίτη Μπελίντα και η Ρένα Βλαχοπούλου που εμφανίζονταν ακριβώς πριν το φινάλε. Και για τις δυο γράφονται καλά λόγια: ο Σκουντριδάκης λέει ότι είναι "περιττό" να μιλήσει κανείς για την "ωραία απόδοση" των δυο τραγουδιστριών, ενώ το Έθνος στέκεται στην εκφραστικότητά τους. Η Μπελίντα τραγουδούσε το "Χάντρες τα λόγια σου περνώ":
Χάντρες τα λόγια σου περνώ
και προσπαθώ να θυμηθώ
ποιος άνεμος, ποιο σύννεφο
σε πήρε μακριά μου.
Χάντρες τα λόγια σου περνώ
και δεν μπορώ να κοιμηθώ.
Κι αν έφυγες στον ίσκιο σου
περπάτησε η καρδιά μου.

Και αμέσως μετά η Ρένα Βλαχοπούλου τραγουδούσε για τη "Νύχτα της Αθήνας" (ενώ το ίδιο καλοκαίρι τραγουδούσε στα πλατό του Φίνου "Η Αθήνα τη νύχτα" στο φινάλε του μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη Κορίτσια για φίλημα...)
Τη νύχτα της Αθήνας δεν τη βρίσκεις πουθενά.
Η νύχτα της Αθήνας πόσο όμορφα περνά.
Βραδιάζει, τι κόσμος ξεχύνεται
σε δρόμους, πλατείες και κέντρα.
Κουβέντα ανάλαφρη στήνεται
με ξάπλα από κάτω απ' τα δέντρα.
Κουρσάρες ρολάρουν για Φάληρα
για Βάρκιζες, Βούλες, Γλυφάδες
και όσοι έχουν λίγα τα τάλιρα
το ρίχνουν στις πορτοκαλάδες.
Και παντού καρεκλομάνι
που για τρεις Αθήνες φτάνει.
Εδώ κέντρα κομπλέ
με γκαρσόνια στυλέ
και ταβέρνες πιο κει με ρετσίνα.
Να μου ζήσεις, Αθήνα!
Να μου ζήσεις, γλυκιά μου Αθήνα!

Το φινάλε της επιθεώρησης είχε τίτλο "Η μουσική πολιτεύεται". Σε αυτό ο Σταύρος Παράβας και ο Κώστας Μποζώνης εμφανίζονταν ως μαέστροι που ιδρύουν το μουσικό κόμμα "Μι-Φα-Σολ-Λα-Σι για να φάμε κι εμείς" και μια Βουλή που θα αποτελείται μόνον από μουσικούς και όπου όλα τα εκκρεμή ζητήματα θα συζητιούνται σύμφωνα με τη μουσική κλίμακα. Άγνωστο ποιον ρόλο ερμήνευε η Ρένα μέσα σε αυτό το μουσικό κοινοβούλιο, προς το τέλος όμως του φινάλε ερμήνευε ένα τραγούδι για τον πόθο της Ειρήνης.

Από το παραμυθόδραμα "Σταχτοπούτα"
(δεύτερο μέρος της επιθεώρησης
Γυναίκες και λουλούδια του '64)
Πηγή:
Φαντασία, 1-8-1964

Όσον αφορά το παραμυθόδραμα του δεύτερου μέρους, οι κριτικοί στάθηκαν ιδιαίτερα στην εργασία της Ριακόνι που "ωργίασε σε φαντασία και απλοχεριά. Ομιλούν περί 800 κοστουμιών πανάκριβων--και τα μισά όμως ας... ρίξουμε στη θάλασσα--πάλι το θέαμα παραμένει μοναδικό για την Αθήνα" (Ακρόπολις). Η Απογευματινή γράφει για τον "εκθαμβωτικό πλούτο των αισθητικών κοστουμιών και στολών" και το "εντυπωσιακό σκηνικό του παλατιού" (σκηνικό που αποτέλεσε το μόνιμο φόντο όλων των επιθεωρήσεων που ανέβηκαν τα επόμενα καλοκαίρια στο Θέατρο Εθνικού Κήπου). Αλλά οι κριτικοί δεν εντυπωσιάστηκαν μόνο από το θέαμα. Η Απογευματινή γράφει πως οι ηθοποιοί αποτελούν ένα "ιδανικό σύνολο" και η Ακρόπολις θεωρεί εντυπωσιακές τις ερμηνείες τους αλλά και τις χορευτικές παρεμβολές του μπαλέτου του Φλερύ. Και βέβαια χαρακτηρίζει "έξοχη" Σταχτοπούτα τη Γιαννακοπούλου "με την θελκτικήν ενζενουιτέ της ερμηνείας της". Δίπλα της ο Χρήστος Πάρλας "ένα ωραίο βασιλόπουλο γεμάτο ρομαντισμό και αβρότητα", η Νανά Σκιαδά (η υπέροχη ηθοποιός και σύζυγος του Χρήστου Πάρλα) ως κακιά μητριά "με την έμπειρη τέχνη της δεν εξέφυγε ούτε στιγμή από τον επιβαλλόμενο κωμικό τόνο του ρόλου της, εν αντιθέσει με την Κάκια Κοντοπούλου (Ζητιάνα) που επήρε πολύ στα σοβαρά την αποστολή της (Ο ψόγος τοξεύει τον σκηνοθέτη και όχι την ίδια)." (Ακρόπολις). Ο Ραφαήλ Ντενόγιας "επιβλητικός" σαν βασιλιάς και οι Παράβας και Μποζώνης ως αδελφές της Σταχτοπούτας "συγκρατημένοι, χωρίς να παρασύρωνται από την αλλαγή φύλου τους". 

Ο Σταύρος Παράβας
ως αδελφή της Σταχτοπούτας
Πηγή:
 Φαντασία, 1-8-1964 

Ο "ξεκαρδιστικός θυμόσοφος γελωτοποιός" Χρήστος Ευθυμίου "αιχμαλωτίζει τον κόσμο" (Φαντασία) με το πληθωρικό του ταλέντο, το μπρίο, τις κινήσεις του, τους αυτοσχεδιασμούς του και "την έκφρασι του κατακόκκινου προσώπου του". Συνολικά, "ένα κομμάτι, όπου την ποίησι και την συγκίνησι διαδέχεται το γέλιο" (Απογευματινή).
Ο Χρήστος Ευθυμίου ως γελωτοποιός
Πηγή:
Φαντασία, 1-8-1964

Συμπέρασμα; "Μια επιθεώρησις από την οποία ο θεατής φεύγει απόλυτα ικανοποιημένος", ο "πιο επιτυχής συνδυασμός σατύρας και θεάματος, ώστε να ικανοποιήται απόλυτα το αυτί και το μάτι", μια "ασφαλής εγγύησις ότι ο θεατής θα περάση δυόμιση ώρες διασκεδαστικές" (Απογευματινή) ή "δυο ευχάριστες ώρες της θερινής νύχτας" στην "αγκαλιά του Εθνικού Κήπου" (η διάρκεια της παράστασης φαίνεται πως ήταν... υποκειμενική υπόθεση!).

Λίντα Άλμα και Γιάννης Φλερύ
στην επιθεώρηση
Γυναίκες και λουλούδια (του '64)
Πηγή: Φαντασία, 1-8-1964

Όλα αυτά από τους πέντε κριτικούς. Γιατί ο... έκτος, ο γνωστός ύποπτος Στάθης Δρομάζος, είχε άλλα να πει με το γνωστό γλαφυρό του ύφος:
Λες και όλοι οι επιθεωρησιογράφοι μας, από κοινού, συμφώνησαν να μη γράψουν φέτος επιθεώρηση. 
Γιατί το είδος αυτό, αν δεν πάρει αίμα από την πολιτική και κοινωνική σάτιρα, είναι ανύπαρκτο, ψόφιο. Και στον "Κήπο", λοιπόν, οι συγγραφείς προσπάθησαν να στήσουν επιθεώρηση με ερσάτζ σάτιρας. Όλα τα γεγονότα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής φτάνουν στην πέννα τους (ή στη Σκηνή;) με τέτοια σουρντίνα, ώστε, προς στιγμήν, τα χάνεις και νομίζεις ότι δεν ζεις στην Αθήνα. Στο νούμερο, λ.χ., για την Κύπρο, ενώ για τους Τούρκους ισχύει το Μάλτα γιοκ για τους συγγραφείς ισχύει... Αμερική γιοκ! Γιατί όσο δεν τη βρήκε ο αείμνηστος Τούρκος ναύαρχος τότε τη Μάλτα, άλλο τόσο δεν μπόρεσαν... ν' ανακαλύψουν οι συγγραφείς σήμερα την Αμερική. Κι όμως, πρέπει να μπερδεύεται διαρκώς στα πόδια τους. Ή, όταν παρακολουθείς νούμερο για το "Πόθεν έσχες" και δεν ακούς ούτε τη λέξη ο ι κ ό π ε δ α, ζούνε στην Αθήνα, και αν το θέατρο του Κήπου βρίσκεται δίπλα στη Βουλή, οπότε κάποια... αδέσποτη κουβέντα θάφτανε κι ως αυτούς. 
Πέρα απ' αυτά, υπάρχει--ας μας επιτραπεί η κρίση--μια συνειδητή προσπάθεια να παρουσιάζεται η κατάσταση της Ελλάδας επί Καραμανλή όμοια με τη σημερινή. Αυτό εκφράζεται ιδιαίτερα στο νούμερο "Αθήνα-Χονολολού", όπου οι Καραμανλής και Παπανδρέου κάνουν σχεδόν... αστεία γύρω από το πρόγραμμά τους και δίνεται η ευκαιρία στον Καραμανλή να βγει και από... πάνω! Ακόμα και στο καλύτερο νούμερο της βραδυάς--χάρη στη Ρένα Βλαχοπούλου--πετάγεται κι η κουβεντούλα "μαύρη η ώρα που έκανε τον ανένδοτο". Ο ίδιος θίασος παλιότερα κι επί... Καραμανλή ακόμα είχε όρεξη να δίνει επιθεώρηση με πολιτική σάτιρα, που βρισκόταν σε ανταπόκριση με τα γεγονότα και με το αίσθημα του κοινού. Τώρα προσπαθεί να διαμορφώσει "γνώμη" στο κοινό για την πολιτική μας κατάσταση. Αλλά ούτε τη γνώμη του κοινού άλλαξε ούτε επιθεώρηση έκανε.
Όσο για τη φόρμα, αφόρητη ρουτίνα. Είναι αδύνατο να βλέπεις το Κυπριακό να εκφράζεται από σεισοπυγίδες [Σημείωση του Rena Fan: είναι άραγε πολιτικώς ορθή αυτή η λέξη;...], που παριστάνουν τα ναυτάκια, ακκιζόμενα εις τα νερά του Αιγαίου! Ούτε η επαρχία δεν σηκώνει τέτοιο γούστο σήμερα. Αμ εκείνη η κάθοδος της Μπελίντας από τα ύψη; Κρύωσε η καρδιά του θεατή, νομίζοντας ότι βρίσκεται σε τσίρκο, κι από στιγμή σε στιγμή θα γκρεμιζόταν η χριστιανή. Ο "Άμλετ τα ξέρει όλα" ήταν από τα καλύτερα νούμερα ως εκτέλεση και έμπνευση, καθώς και το "Άγιε μου Σιδερέα", όπου με μπρίο η Ρένα Βλαχοπούλου διασκεδάζει το κοινό. 
Λειψά τα νούμερα "Μαθητικά συσσίτια", "Πόθεν έσχες", "Η μουσική πολιτεύεται". Κι εδώ, λοιπόν, απουσία σπινθηροβόλου θεατρικού λόγου, μέτρια μουσική και ό,τι άλλο θες εκτός από επιθεώρηση. Αν μη οι ηθοποιοί Κ. Μποζώνης, Σ. Παράβας, Γ. Κάπης, Σπεράντζα Βρανά, Σούλη Σαμπάχ και Ρένα Βλαχοπούλου, δεν θάχαμε να δούμε τίποτα. Ακόμα και το μοντέρνο χορευτικό της Λίντας Άλμα και του Φλερύ. τούτη τη φορά, δεν είχε τη φινέτσα που διακρίνει τη δουλειά των δυο αυτών καλλιτεχνών. Όσον αφορά το μπαλλέτο--δεν θέλουμε να θίξουμε ούτε πρόσωπα ούτε επαγγελματίες--κρίμα τα λεφτά που ξοδεύονται.
Αν έλειπε το τελευταίο τραγούδι της Ρένας Βλαχοπούλου με τον πόθο της ειρήνης δεν θα είχαμε τι να χειροκροτήσουμε.
Το δεύτερο μέρος του προγράμματος ήταν το παραμύθι της Σταχτοπούτας, καμωμένο κάτι ανάμεσα σε χορόδραμα και... δράμα. Δεν αποκρούουμε τη μεταφορά του παραμυθιού στη σκηνή, υπό τον όρο να πάρει σκηνική φόρμα, που νομίζουμε ότι τελικά δεν την πήρε. Η επιφύλαξή μας αρχίζει από το δεκαπεντασύλλαβο, που η χρήση του έπρεπε να ήταν πιο μετρημένη γιατί μας θύμιζε... Γκόλφω. Ένα θετικό στοιχείο ήταν η χρησιμοποίηση της Ντόρας Γιαννακοπούλου και του Χρ. Πάρλα. Ατυχώς όμως οι δυο καλοί αυτοί ηθοποιοί, μαζί με τον Χρ. Ευθυμίου, είχαν την πλάνη να κουβαλάνε μαζί τους μια υποκριτική ποιότητας, η οποία δεχότανε βίαιες προσβολές από το υπόλοιπο πλήρωμα. Δεν ήταν άσχημη η ιδέα τις δυο κόρες να τις υποδυθούν οι Μποζώνης και Παράβας. Αλλά δεν μπόρεσαν να κρατηθούν στα όρια της γελοιογράφησης των ρόλων και φτάσανε στο γκροτέσκο, που δεν χρειαζότανε. Η παρένθεση του μπαλλέτου--που ούτε μ' ένα βαλς δεν μπόρεσε να δεθεί με το υπόλοιπο έργο--είχε πολλές κακογουστιές. Κείνο δε το τελευταίο... κοστουμικό, δεν ήταν, συμπαθάτε μας, ούτε για... Βαλκάνιους, όπως λέγανε κάποτε. Από τους ηθοποιούς ξεχωρίζουμε τη Ντόρα Γιαννακοπούλου, που μετάφερε στην ελαφρά σκηνή την ποιότητα της υποκριτικής, τη χάρη της φιγούρας της και το τέμπρο της φωνής της. Έπαιζε παραμύθι, και με το λόγο και με το τραγούδι της (πολύ ωραίο το πρώτο), με την κίνηση και το παίξιμό της. Για τον εξαίρετο ηθοποιό Χρ. Πάρλα επιφυλάχτηκε ένας ρόλος πολύ ζαχαρωτός. Ο Χ. Ευθυμίου έπαιξε τον "τρελλό" ρεπερτορίου, με τον καμπανιστό λόγο του δεκαπεντασύλλαβου.
Κι επειδή τα παραμύθια έχουν και... επιμύθιο, ποιο ήταν το επιμύθιο του παραμυθοδράματος; Η αλήθεια είναι πως κάποτε οι φτωχοί εναποθέταν το θρίαμβο της δικαιοσύνης στο παραμύθι. Αν, βέβαια, το παραμυθόδραμα μάς έδειχνε ακριβώς αυτόν τον πόθο, νομίζουμε πως θα αξιολογούσε τον λαϊκό μας πολιτισμό. Σήμερα όμως που οι "φτωχοί" έχουν αναλάβει μόνοι τους το θρίαμβο της δικαιοσύνης, δεν το σηκώνει ο θεατής να του λες ότι και σήμερα περιμένει την τύχη της Σταχτοπούτας κάθε φτωχή κοπέλλα. Γέμισαν άλλωστε από τόσες "αρτίστες" τα καμπαρέ της Μ. Ανατολής, όπου κυνηγάνε τα τελευταία εναπομείναντα βασιλόπουλα, ώστε το παραμύθι της Σταχτοπούτας μόνο σαν ένας κλαυσίγελως τραγικός θα μπορούσε να δοθεί σήμερα.
Τα σκηνικά βοηθήσανε γενικά στην αξιοποίηση του χώρου.
Αυγή, 8-7-1964

Πηγή: Έθνος, 22-6-1964

Το κοινό πάντως ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του Θεάτρου του Εθνικού Κήπου. Η επιθεώρηση Γυναίκες και λουλούδια παίχτηκε ολόκληρο το καλοκαίρι του 1964--και ήταν ένα καλοκαίρι με γερό ανταγωνισμό για τα κεντρικά επιθεωρησιακά θέατρα: Άλλος για το Καστρί στο Βέμπο, Η Αθηναία του '64 στο Μετροπόλιταν, Παριζιάνα και Σαμπάνια και πενιές στο Παρκ (οι επιθεωρήσεις που... αρρώστησαν τον Κώστα Χατζηχρήστο). Το Γυναίκες και λουλούδια τον Οκτώβρη μεταφέρθηκε στο θέατρο Ακροπόλ, όπου παίχτηκε για περισσότερο από έναν μήνα, προτού δώσει τη θέση του στην πρώτη χειμωνιάτικη επιθεώρηση των επιχειρήσεων του Βασίλη Μπουρνέλλη...


Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου