Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Η Άννα Παναγιωτοπούλου και "Το μπουφάν της Χάρλεϊ"

Πριν από λίγες μέρες το Mega Channel πρόβαλε το τελευταίο επεισόδιο της κωμικής σειράς Ντόλτσε Βίτα των Αλέξανδρου Ρήγα-Κώστα Παπαπέτρου. Στο επεισόδιο αυτό, στη σκηνή όπου η Χριστίνα αποφασίζει να ακολουθήσει τον μεγάλο της έρωτα, τον Αντώνη, και να εγκαταλείψει στα σκαλιά της εκκλησίας τον παρά λίγο δεύτερο σύζυγό της, ακούγεται το τραγούδι "Κάποιος ήρθε στη ζωή μου" που ερμηνεύει τρυφερά η Άννα Παναγιωτοπούλου. Πρόκειται φυσικά για το τραγούδι του Γιώργου Κατσαρού και του Πυθαγόρα που πρωτοερμήνευσε η Ρένα Βλαχοπούλου στην ταινία του Κώστα Καραγιάννη Η ζηλιάρα (1968-69). Αξίζει νομίζω να ακούσουμε το τραγούδι αυτό από την Άννα Παναγιωτοπούλου:


Λίγες μέρες μετά την προβολή αυτού του επεισοδίου είχα τη χαρά να απολαύσω την Άννα Παναγιωτοπούλου σε ένα ρεσιτάλ ερμηνείας, στον μονόλογο του Βασίλη Κατσικονούρη Το μπουφάν της Χάρλεϊ ή Πάλι καλά που παρουσίαζε η δημοφιλής ηθοποιός τους τελευταίους τέσσερις μήνες κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο "Δημήτρης Χορν" (παράλληλα με τις εμφανίσεις της στην επιθεώρηση Ζωή σ' ελόγου μας, μια παράσταση που δεν ευτύχησε σε επίπεδο κειμένων--στην οποία όμως η Παναγιωτοπούλου κατάφερε να ξεχωρίσει με το κύρος και την εμπειρία της στο είδος). Το μπουφάν της Χάρλεϊ θα επαναληφθεί το φθινόπωρο και σας συστήνω ανεπιφύλακτα να το δείτε. Όπως έγραψε και ο φίλος Θράσος, πρόκειται για έναν πολύ ωραίο μονόλογο, και σε κάποια σημεία συγκλονιστικό, ο οποίος απογειώνεται με την ερμηνεία της Άννας Παναγιωτοπούλου που αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο σπουδαία ηθοποιός είναι. Και δεν θα πω απλώς "πόσο σπουδαία κωμικός είναι", γιατί σίγουρα η Άννα Παναγιωτοπούλου δεν είναι μόνον κωμική ηθοποιός. Μπορεί οι περισσότερες και οι πιο επιτυχημένες ερμηνείες της να έχουν καταγραφεί στην κωμωδία και την επιθεώρηση, η ίδια ωστόσο έχει πάρα πολλές δυνατότητες, και σε αυτή την παράσταση των 45 μόλις λεπτών το αποδεικνύει. Με τη βοήθεια της σκηνοθεσίας του Πέτρου Ζούλια και τη γλυκιά μουσική υπόκρουση του Παναγιώτη Τσεβά, η Παναγιωτοπούλου μας παίρνει ασυζητητί με το μέρος της ως μάνα που επισκέπτεται το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη για να μιλήσει στον γιο της: ο Εύζωνας δεν μπορεί φυσικά να αντιδράσει παρά μόνο χτυπώντας τον υποκόπανο του όπλου του και έτσι εκείνη μπορεί να πει όλα όσα δεν μπόρεσε να πει μέχρι τώρα.

Το έργο του Κατσικονούρη είναι ταυτόχρονα τρυφερό και σκληρό: λέει σπουδαίες αλήθειες με απλά, καθημερινά λόγια και αυτή είναι η δύναμή του. Νομίζω ότι ο καθένας και η καθεμία θα βρει πράγματα που τον/την αγγίζουν ή/και τον/την εκφράζουν, και σίγουρα όχι μόνον οι μανάδες. Θα αναγνωρίσει κοινά στοιχεία με την κοπέλα που ξεκίνησε από τη Ροδόπολη (Σερρών, υποθέτω, αφού ο συγγραφέας κατάγεται από τα μέρη μας...) με πόθο για ζωή, έναν πόθος που δυστυχώς διαψεύστηκε από τη ζωή που τελικά της έλαχε να ζήσει. Η ματαίωση των νεανικών ονείρων της ηρωίδας θα μπορούσαν να κάνουν τον μονόλογο μελοδραματικό: ωστόσο το έργο δεν μπατάρει προς το μελόδραμα. Κωμικές και δραματικές στιγμές εναλλάσσονται διαρκώς. Και στις μεν κωμικές στιγμές η γνώριμη κωμική περσόνα της Παναγιωτοπούλου εξυπηρετεί το κείμενο με τα αναμενόμενα εξαιρετικά αποτελέσματα. Στις δραματικές στιγμές όμως έχουμε την έκπληξη: η Άννα Παναγιωτοπούλου θαρρώ πως δεν αφήνει κανέναν/καμία ασυγκίνητο/η. Υπάρχει μια φράση στο έργο (που δυστυχώς δεν μπορώ να αναφέρω γιατί θα λειτουργήσει ως spoiler) με την οποία η Παναγιωτοπούλου εμένα με συγκλόνισε. Ωστόσο, πιστεύω ότι όποιος/α δει την παράσταση θα βρει τη τις δικές του/της αγαπημένες στιγμές ή φράσεις. Θα αναγνωρίσει τη δύναμη των λέξεων του Κατσικονούρη--των λέξεων που η ηρωίδα του δεν χρειαζόταν να ακούει από τον γιο της: της έφτανε να βλέπει τα μάτια του και να βρίσκει εκεί μέσα όλες τις λέξεις του κόσμου, όπως λέει η ίδια. Θα γοητευτεί από τη δύναμη που έχει το ερώτημα που θέτει η μάνα: "Κι εσείς, ποια μυρωδιά να σας φέρνει δάκρυα αύριο; Ποια γεύση θα πεθυμήσετε;"

Καμαρώνοντας την Άννα Παναγιωτοπούλου σ' αυτή την ξεχωριστή ερμηνεία, δεν μπόρεσα να μην κάνω κάποιες αναπόφευκτες σκέψεις αλλά και συγκρίσεις με τη Ρένα Βλαχοπούλου (πέρα από το "παράπονο" που έχω για το γεγονός ότι η Ρένα Βλαχοπούλου δεν δοκιμάστηκε ποτέ σε κάτι αντίστοιχο...). Και οι δυο ηθοποιοί έχουν καταγραφεί στη συνείδηση του μεγάλου κοινού ως σπουδαίες κωμικοί, κορυφαία η καθεμία της γενιάς της στην επιθεώρηση και στην κωμωδία. Στη συγκινητική εκπομπή που αφιέρωσε στη μνήμη της Ρένας τον περασμένο Αύγουστο (Μπα, πήγε κιόλας δώδεκα; στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΑ), η Παναγιωτοπούλου είπε ότι θεωρεί τη Βλαχοπούλου δασκάλα της. Οι δυο γυναίκες βέβαια προσέγγισαν την κωμωδία και την υποκριτική τέχνη από εντελώς διαφορετικούς δρόμους. Αυτοδίδακτη και αυθόρμητη η Ρένα, μετέφερε στο θέατρο όψεις του εαυτού της, χωρίς επεξεργασμένες τεχνικές και υποκριτικούς κώδικες--στην αρχή της καριέρας της τουλάχιστον. Όπως είπε η Παναγιωτοπούλου στην εκπομπή της, η Ρένα στη σκηνή και την οθόνη "αφηνίαζε, γινόταν ο όποιος ρόλος κανονικά, δεν μεσολαβούσε τίποτα ανάμεσα σ' αυτήν και στον ρόλο". Στην προσπάθειά της να αποκωδικοποιήσει τους κώδικες της Βλαχοπούλου, η Άννα Παναγιωτοπούλου συνειδητοποίησε ότι "δεν είχε κώδικες, δεν είχε συγκεκριμένη τεχνική: την έφερε χωρίς καν να τη γνωρίζει". Η Παναγιωτοπούλου, από την άλλη, ανήκει σε μια γενιά πιο "διαβασμένη". Έπειτα από σπουδές στο Εθνικό Θέατρο και από σοβαρή μελέτη της επιθεώρησης και των επιθεωρησιακών ηθοποιών, η Παναγιωτοπούλου και η ομάδα του Ελεύθερου θεάτρου ανανέωσαν το μουσικό θέατρο και ανέπτυξαν τους δικούς τους ιδιαίτερους κώδικες, ίσως πιο εγκεφαλικά από τη γενιά της Βλαχοπούλου, αλλά με αντίστοιχη αμεσότητα και επιτυχία, εκφράζοντας και τις ανάγκες της νέας εποχής τόσο σε θεατρικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Η Άννα Παναγιωτοπούλου όμως έχει ένα ακόμα προσόν που η Ρένα Βλαχοπούλου δυστυχώς δεν το είχε, ίσως λόγω "καταβολών", ίσως και λόγω των συνθηκών του θεάτρου και της εποχής που εκπροσωπούσε. Η Παναγιωτοπούλου έχει αποδείξει ότι μπορεί να λειτουργεί ως δημιουργικός πυρήνας. Τόσο στην εποχή του Ελεύθερου Θεάτρου και της Ελεύθερης Σκηνής, όπου ήταν μια από τις βασικές δημιουργικές μονάδες του θιάσου, όσο και στη μετέπειτα "προσωπική" της καριέρα, μέσα από τις επιλογές των έργων και των συνεργατών/συνεργάτιδών της (κυρίως στο θέατρο αλλά ώς έναν βαθμό και στην τηλεόραση), η Άννα Παναγιωτοπούλου ήταν η αιτία και η αφορμή να παρουσιαστούν σημαντικές δουλειές, κάποιες από τις οποίες έμειναν στην ιστορία. Κλασική απόδειξη αυτού του ισχυρισμού μου είναι φυσικά το Έκτο πάτωμα, η θρυλική πλέον παράσταση που εμπνεύστηκε η Άννα Παναγιωτοπούλου και παρουσίασε το 1991-92 στο θέατρο "Περοκέ". Η ίδια ανέλαβε τη διασκευή της παλιάς κωμωδίας του Αλφρέντ Ζερί και έχοντας στο πλευρό της τον Σταμάτη Κραουνάκη και τη Λίνα Νικολακοπούλου παρουσίασε μια φρέσκια εκδοχή του έργου που τη στήριξε ένας πολυπρόσωπος θίασος ταλαντούχων ηθοποιών: Χρήστος Βαλαβανίδης, Κατιάνα Μπαλανίκα, Νένα Μεντή, Ελένη Γερασιμίδου, Τάσος Χαλκιάς, Σοφία Ολυμπίου, Γιώργος Νινιός, Χρήστος Χατζηπαναγιώτης και άλλοι/ες, οδηγημένοι/ες από τον σκηνοθέτη Δημήτρη Έξαρχο έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό και με τις ερμηνίες τους ανέδειξαν το χιούμορ της διασκευής της Παναγιωτοπούλου και τη μαγεία των τραγουδιών των Κραουνάκη-Νικολακοπούλου. 

Τηρουμένων των αναλογιών, θα τολμούσα να πω ότι η αντοχή, η απήχηση και η πορεία των τραγουδιών του Έκτου πατώματος θυμίζουν τα τραγούδια μιας άλλης ιστορικής θεατρικής παράστασης, της Οδού Ονείρων του Μάνου Χατζιδάκι, που ανέβηκε σχεδόν 30 χρόνια πριν Το έκτο πάτωμα. Στο Μετροπόλιταν του '62 ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου που πήρε την πρωτοβουλία να καλέσει τον Μάνο Χατζιδάκι για να συνεργαστούν κι εκείνος ανέλαβε στη συνέχεια τα πάντα. Στο Περοκέ του 1991 η Άννα Παναγιωτοπούλου δεν κάλεσε απλώς τον Κραουνάκη και τη Νικολακοπούλου για να συνεργαστούν, αλλά υπήρξε η ψυχή του εγχειρήματος και κατάφερε να δημιουργήσει αυτόν τον θεατρικό μύθο που είναι σήμερα το Έκτο πάτωμα για όσους/ες δεν κατάφεραν να το δουν στη σκηνή, αλλά το χαίρονται μέσα από τις κλασικές πλέον ερμηνείες του δίσκου και τις διάφορες επανεκτελέσεις των τραγουδιών του.

Είχα τη χαρά να δω την παράσταση εκείνη στο κιν/θέατρο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης (με κάποιες αλλαγές στη διανομή) και να χαρώ το άρτιο αποτέλεσμα τη δουλειάς όλων των συντελεστών της. Επιπλέον όμως, είχα άλλη μια ευκαιρία να απολαύσω την εξαιρετική διασκευή της Παναγιωτοπούλου σε ένα ερασιτεχνικό ανέβασμα του έργου τον Μάιο του 2003, από τη θεατρική ομάδα "Ψ" του τμήματος Ψυχολογίας του Α.Π.Θ. Εκεί διαπίστωσα ότι η διασκευή του έργου δεν είχε "παλιώσει" καθόλου (παρόλο που είχαν περάσει 12 χρόνια από την πρώτη της παρουσίαση) και χάρη σ' αυτήν το "παλαιό" έργου του Ζερί μπορούσε να περάσει και στο κοινό της νέας χιλιετίας (και μάλιστα δίχως τις προσωπικότητες των πεπειραμένων ηθοποιών της παράστασης του Περοκέ--δίχως βέβαια να υποτιμώ το παίξιμο των φοιτητών/τριών της ομάδας). Πέρσι είχε ακουστεί ότι αυτή η παράσταση θα επαναλαμβανόταν από την Άννα Παναγιωτοπούλου σε θέατρο της Αθήνας. Το σχέδιο αυτό όμως δυστυχώς ναυάγησε. Είναι ωστόσο μια ιδέα που δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί: τα σχόλια που αφήνουν χρήστες/τριες του youtube στα λιγοστά βιντεάκια με τραγούδια από το Έκτο πάτωμα του Περοκέ δείχνουν πως ένα νέο κοινό θα ήθελε πολύ να ξαναδεί αυτά τα τραγούδια στη σκηνή ενός θεάτρου.

Στο παρακάτω βίντεο η Άννα Παναγιωτοπούλου ερμηνεύει το "Τραγούδι της σταρ": είναι η σκηνή όπου η Ζερμαίν, η πρωταγωνίστρια του έργου, θυμάται ότι κάποτε στα νιάτα της είχε συναντήσει έναν κύριο που της πρότεινε να γίνει ηθοποιός.


Ένα από τα πιο ωραία τραγούδια του Έκτου πατώματος είναι το "Τραγούδι της Γκρίζας Κυρίας" που πριν από λίγα χρόνια ερμήνευσαν στην Κλασική Συνταγή του Σταμάτη Κραουνάκη αρχικά η Τζένη Μπότση και έπειτα η Πωλίνα. Στο παρακάτω βίντεο μπορούμε να το απολαύσουμε όπως ακριβώς παρουσιαζόταν στην παράσταση του Περοκέ, με τη Νένα Μεντή πλαισιωμένη από την Άννα Παναγιωτοπούλου, την Κατιάνα Μπαλανίκα και τη Σοφία Ολυμπίου.


Η Άννα Παναγιωτοπούλου είναι μια σημαντική ηθοποιός που ελπίζω ότι θα μας δώσει κι άλλες σπουδαίες ερμηνείες (όπως αυτή που μας χάρισε στο Μπουφάν της Χάρλεϋ). Επιλέον ελπίζω ότι θα οργανώσει και άλλες σημαντικές παραστάσεις όπως το Έκτο πάτωμα, τις παραστάσεις που παρουσίασε στο Βρετάννια αλλά και τη Θεία από το Σικάγο του θεάτρου Ήβη. Άτομα με τη δική της πείρα, τις ιδέες της και τη δύναμή της να λειτουργεί ως δημιουργικός πυρήνας μιας ομάδας είναι πολύτιμα για το θέατρό μας και τον πολιτισμό μας.

Θα κλείσω αυτό το αφιέρωμα στην Άννα Παναγιωτοπούλου με ένα τρυφερό τραγούδι που ερμήνευσε η ίδια πριν από είκοσι περίπου χρόνια για το αγαπημένο της σκυλάκι, τον Πατσατσούφα, ο οποίος εμφανίστηκε μάλιστα ως guest-star σε δυο επεισόδια της ιστορικής σειράς Οι τρεις χάριτες το 1990 (άλλος ένας αναπόφευκτος συσχετισμός της Παναγιωτοπούλου με τη Ρένα Βλαχοπούλου, που επίσης λάτρευε τα σκυλιά και το τελευταίο της πεκινουά, ο Μάο, τη συντρόφευσε σε αρκετές ταινίες της και σε τρία επεισόδια των τελευταίων της τηλεοπτικών σειρών). Είναι ένα τραγούδι του Σάκη Τσιλίκη που αγαπώ ιδιαίτερα, για διάφορους λόγους, και σίγουρα αγγίζει όσους/ες αγαπούν τα ζώα και έχουν ή είχαν κάποτε ένα ζωάκι για συντροφιά τους.

3 σχόλια:

  1. Υπέροχο αφιέρωμα στην Άννα!!!
    Χρόνια πολλά να είσαι καλά.
    Πολύ μου άρεσε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Όντως υπέροχο αφιέρωμα!
    Συμφωνώ μαζί σου, είχα εντοπίσει κι εγώ κάποια ομοιότητα ανάμεσα στις δύο ηθοποιούς, ήταν όμως περισσότερο μια αίσθηση ομοιότητας, δεν έφτασα σε συγκεκριμένες παρατηρήσεις...
    Όσο για την παράσταση, την έχω στα υπ' όψιν, θα την δω οπωσδήποτε.
    Τέλος, μιλώντας για το "Έκτο Πάτωμα" ξύνεις μεγάλη πληγή, εύχομαι παργματικά να είχα γεννηθεί νωρίτερα, ώστε να το έχω δει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή