Την 1η Ιουνίου 1943 δύο αθηναϊκές εφημερίδες δημοσίευσαν τις κριτικές τους για την καινούρια επιθεώρηση των Ασημάκη Γιαλαμά-Μιχάλη Σουγιούλ Ακουαρέλλες, της οποίας η πρεμιέρα είχε δοθεί στις 30 Μαΐου στο θέατρο Λυρικόν (που βρισκόταν στην οδό Γ' Σεπτεμβρίου). Η επιθεώρηση αυτή είχε ως μεγάλο ατού της την εμφάνιση για πρώτη φορά στο μουσικό θέατρο του μεγάλου Έλληνα κωμικού Βασίλη Αργυρόπουλου, ενός από τους μεγαλύτερους Έλληνες κωμικούς που η εικόνα του έχει φτάσει σε μας παραμορφωμένη μέσα από την ταινία Το στραβόξυλο (γυρίστηκε το 1952 έναν χρόνο πριν πεθάνει), αλλά όλες οι πηγές τον αναφέρουν ως ισάξιο του Βασίλη Λογοθετίδη. Όπως έχουμε γράψει ξανά, ο Αργυρόπουλος (και μαζί του η Γιώτα Λάσκαρη, η σύζυγός του) κλήθηκε να ενισχύσει το συγκρότημα του θεάτρου Πάνθεον, που κατά τη διάρκεια της χειμερινής σεζόν 1942-43 είχε παρουσιάσει με επιτυχία δύο προγράμματα βαριετέ και τέσσερις επιθεωρήσεις, στις οποίες κυριαρχούσε η τζαζ μουσική του Γιάννη Σπάρτακου και η Βασίλισσα της Τζαζ Ρένα Βλαχοπούλου.
Για την καλοκαιρινή του εμφάνιση ο θίασος μετρούσε δυο σημαντικές απώλειες. Πρώτη ο Μάνος Φιλιππίδης (του οποίου η εικόνα έχει φτάσει πιο... στρωτή στις μέρες μας χάρη στην προπολεμική ταινία Η προσφυγοπούλα), το πρώτο όνομα της θιασαρχικής φίρμας στο Πάνθεον που για το καλοκαίρι προσχώρησε στο συγκρότημα του θεάτρου Σαμαρτζή. Εκεί ο θίασος με επικεφαλής τις αδελφές Άννα και Μαρία Καλουτά και τον Κυριάκο Μαυρέα θα παρουσίαζε την επιθεώρηση Τζαζ. Δεύτερη απώλεια ο Γιάννης Σπάρτακος (που δεν εμφανιζόταν ούτε στο τελευταίο έργο της χειμερινής σεζόν), ο οποίος προσχώρησε στο Περοκέ. Εκεί ο θίασος με επικεφαλής τους Μίμη Κοκκίνη-Ορέστη Μακρή και την Ηρώ Χαντά θα παρουσίαζε την επιθεώρηση Τα ίδια, Παντελάκη μου, η οποία έχρισε τη Χαντά "Πρωταγωνίστρια (και όχι Βασίλισσα!) της Τζαζ".
Ο Βασίλης Αργυρόπουλος δέχτηκε να συνεργαστεί με τον θίασο του θεάτρου Λυρικόν, με τον όρο τα έργα που θα παρουσιαστούν να έχουν «περισσότερον φιλολογικόν χρώμα, δηλαδή επιθεωρήσεις λογοτεχνικαί με ειδικούς συνδυασμούς οι οποίοι να προσδώσουν εντελώς μίαν νέαν μορφήν εις το είδος» (Αθηναϊκά Νέα, 23 Απριλίου 1943). Ανέλαβε μάλιστα και την καλλιτεχνική διεύθυνση του θιάσου, ώστε να φροντίσει και για τις επιλογές του ρεπερτορίου του. Το αν η επιθεώρηση του Ασημάκη Γιαλαμά Ακουαρέλλες κατάφερε να δώσει μια νέα μορφή στο είδος της επιθεώρησης δεν θα το μάθουμε με σιγουριά. Δεν γνωρίζω αν στο αρχείο του συγγραφέα που φυλάσσεται (;) στο Θεατρικό Μουσείο υπάρχουν τα κείμενα αυτού του έργου, ώστε να ελπίζουμε πως κάποια στιγμή θα πάρουμε μια εικόνα της παράστασης. Οπότε, αναγκαστικά θα στηριχτούμε στις τρεις κριτικές που εντόπισα στον αθηναϊκό Τύπο της περιόδου εκείνης. Ας δούμε λοιπόν τι έγραψε σαν σήμερα η Καθημερινή. Η κριτική φέρει την υπογραφή "Σ.Δρς" και υποθέτω ότι πρόκειται για τον Στάθη Δρομάζο:
Το καλλιτεχνικόν συγκρότημα του "Πανθέου", με επί κεφαλής τον κ. Αργυρόπουλον, ήρχισε παραστάσεις για την καλοκαιρινή περίοδο στο θέατρο "Λυρικόν" με τη νέα επιθεώρησι του κ. Ασημ. Γιαλαμά "Ακουαρέλλες". Η σύμπραξις όμως του κ. Αργυροπούλου δεν μεταβάλλει την καλλιτεχνική κατεύθυνσι του θιάσου κι έτσι τα κύρια χαρακτηριστικά παραμένουν τα αυτά, με τινάς βελτιώσεις εις το θεαματικόν μέρος, εις τα μπαλλέτα και εις τις διάφορες ατραξιόν. Και από της πλευράς αυτής οι "Ακουαρέλλες" είναι μια ωραία ρεβύ με καλά σκηνικά, με περίφημα μπαλλέτα, με πολλά τρυκ, ευχάριστη, διασκεδαστική. Πολύς κόσμος θα περάση να δη το έργον.
Αλλ' η σύμπραξις του μεγάλου μας καλλιτέχνου αφίνει μερικά κενά που γίνονται αισθητά μόλις κλείνει το ριντώ του φινάλε ενός εξαιρετικά τραβηγμένου σκετς εις το οποίον δεν δίδεται ευκαιρία εις τον κ. Αργυρόπουλον να αναπτύξη την συμπαθή τέχνην του.
Από τις σκηνές του έργου αξιοσημείωτες είναι το "πώς βαδίζει ο καθένας", μια νέα εξαιρετική δημιουργία της κ. Μαρίκας Νέζερ, τα "ερωτικά ταξίδια", το "ένα δουλικό στη διάλεξη" με την Γιώτα Λάσκαρη και τα "όνειρα" εις τα οποία ο κ. Β. Αργυρόπουλος με την κ. Μαρίκα Κρεββατά χειροκροτούνται ενθουσιωδώς. Από το φινάλε σημειώνομεν μόνον τις εξαιρετικές εμφανίσεις των καλλιτεχνών του θιάσου και ιδιαιτέρως των κ.κ. Αργυροπούλου, Στυλιανοπούλου, Δούκα, Κοντογιάννη και της Μαρίκας Κρεββατά, Μαρίκας Νέζερ, Γιώτας Λάσκαρη κλπ. Η κ. Ρένα Βλαχοπούλου ενθουσιάζει όπως πάντοτε με τα τραγούδια της και ο κ. Κονταρίνης ως κομπέρ είναι καλός.
Σ. Δρς
Καθημερινή, 1-6-1943
Αντίθετα με τον Δρομάζο, το φινάλε που είχε τον τίτλο "Κάτω η τζαζ" ενθουσίασε τον κριτικό της Βραδυνής Γιάννη Φερμάνογλου, που το θεώρησε "ευχάριστο και πρωτότυπο", καθώς ήταν μια «σπαρταριστή σάτιρα κατά της τζαζ, ‘της ασθενείας της εποχής’, γεμάτη από σπαρταριστά καλαμπούρια, όπως το μαράζι του Βλάχου, γιατί επέπρωτο να εξευτελίσει τα Βλάχικα τραγούδια μια... Βλαχοπούλου» (όλη αυτή η σάτιρα είναι φυσικά άλλη μια απόδειξη της μεγάλης δημοτικότητας της Ρένας Βλαχοπούλου στην κατοχική Αθήνα...). Το "Κάτω η τζαζ" είναι λοιπόν ένας πνευματώδης σατιρικός «φιλιππικός κατά του υπερμοντερνισμού», στον οποίο παρελαύνουν όλα τα θεατρικά είδη. Ο Αργυρόπουλος υποδύεται την κωμωδία, η Μαρίκα Νέζερ την τραγωδία, η Μαρίκα Κρεββατά την οπερέττα, η Πάολα την όπερα (σύμφωνα με την κριτική του Φερμάνογλου η Πάολα είναι παραγκωνισμένη στον θίασο, είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι το όνομά της δεν φαίνεται σε καμιά διαφημιστική καταχώριση στις εφημερίδες της εποχής) και άλλοι ηθοποιοί υποδύονται άλλα θεατρικά είδη, από τον καβγά των οποίων γεννιέται η τζαζ. Σε αυτή τη σκηνή ο Αργυρόπουλος μιμούνταν τη Ρένα Βλαχοπούλου στο τραγούδι "Το μπουμπού-μπουμπού-μπούκι που'χεις βάλει στα μαλλιά", ενώ εδώ μάλλον ακουγόταν και το παρακάτω σατιρικό τρίστιχο που αφορούσε τον μέχρι πρότινος συνεργάτη του θιάσου Γιάννη Σπάρτακο:
Σε κάποιο γειτονικό θέατρο υπάρχει
ένας δανδής μαέστρος εν εξάρσει
και δίπλα του οι ηθοποιοί... κομπάρσοι!
(η ορχήστρα του Σπάρτακου ανέβαινε επί σκηνής για το φινάλε του Τα ίδια, Παντελάκη μου, και πραγματικά οι ηθοποιοί έμοιαζαν με κομπάρσοι του έργου!...)
Ο Φερμάνογλου μιλάει με κολακευτικά λόγια για το «πνεύμα και τη λεπτή σάτιρα του εκλεκτού συγγραφέως» (καθώς όμως ο Γιαλαμάς, ως "Κλεόβουλος", ήταν και συνεργάτης της Βραδυνής, δεν ξέρω πόσο αντικειμενική ήταν η γνώμη του Φερμάνογλου!). Αλλά και ο Αχιλλέας Μαμάκης, στα Αθηναϊκά Νέα, έγραψε πως οι Ακουαρέλλες του "εκλεκτού νέου ευθυμογράφου" είναι "συνολικώς πολύ ευχάριστες και περιλαμβάνουν και μερικά νούμερα ιδιαιτέρως ευτυχή". Όπως και ο Δρομάζος, ξεχωρίζει ανάμεσά τους ως πνευματωδέστατη δημιουργία το "Ένα δουλικό στις διαλέξεις" με τη Γ. Λάσκαρη. Οι διαλέξεις ήταν μια νέα μόδα της κατοχικής Αθήνας από την άνοιξη του '43: δίνονταν από προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων σε κεντρικά θέατρα, με εισιτήριο. Συνεπώς απασχολούσαν συχνά και τις επιθεωρήσεις με νούμερα όπως αυτό ή όπως το νούμερο "Οι Μενιδιάτες στη διάλεξη" που παιζόταν σε άλλη επιθεώρηση.
Εκτός από την εμφάνισή του στο φινάλε του έργου, ο Βασίλης Αργυρόπουλος εμφανιζόταν επίσης στο σκετς "Το σκυλολόι" μαζί με τον Ιωάννη Στυλιανόπουλο, τη Γιώτα Λάσκαρη και τον Κοντογιάννη, αλλά και στο νούμερο "Όνειρα (κοριτσιών)" που είχε παιχθεί για πρώτη φορά λίγους μήνες πριν στη μεγαλειώδη παράσταση του Φανού των Συντακτών με τον τίτλο "Το σβήσιμο των ονείρων" (και μουσική του Γεώργιου Βιτάλη) από τη Βάσω Μανωλίδου, τη Μαίρη Λεκκού και τον Γιώργο Παππά. Στο Λυρικόν, σημείωνε ο Μαμάκης, τα γυναικεία μέρη απέδωσε "με μπρίο" η έξοχη Μαρίκα Κρεββατά και τον ρόλο του Παππά "με ζωηρό κωμικό χρώμα και με... όλα τα τραγούδια του ο κ. Αργυρόπουλος" (νομίζω 35 τραγούδια συνολικά!), ενώ ο Φερμάνογλου συμπλήρωνε πως ο Αργυρόπουλος επίσης χόρεψε "αριστοτεχνικά"!...
Μαρίκα Κρεββατά και Ρένα Βλαχοπούλου δεκαεννιά χρόνια μετά τις Ακουαρέλλες στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Όταν λείπει η γάτα |
Από τις άλλες σκηνές ο Φερμάνογλου ξεχώρισε επίσης το νούμερο "Ερωτικά ταξίδια", στο οποίο η "γοητευτική" Μαρίκα Κρεββατά, πλαισιωμένη από τους Δούκα, Στυλιανόπουλο και Β. Κοντογιάννη, αναζητά εραστές σε διάφορα σημεία του κόσμου, τις μιμήσεις των "βαδισμάτων" της απαράμιλλης Μαρίκας Νέζερ ("μοναδική διά τέτοιου είδους νούμερα" γράφει ο Μαμάκης), το ντουέτο "Όλα στο λότο" με Νέζερ και Δούκα (σατιρίζει μια "αυταπάτη της εποχής") και το "Υπαίθριο σινεμά" με την Πάολα και τον Στυλιανόπουλο. Μαμάκης και Φερμάνογλου ξεχωρίζουν επίσης τις δύο "καλομονταρισμένες" εμφανίσεις του ουγγρικού μπαλέτου Βίο Φρανκ: "Ουγγρική Φαντασία" και "Καν Καν" ή "Στο Μαξίμ" (εναρκτήρια σκηνή της Β' πράξης, στην οποία η ορχήστρα τζαζ του Μιχάλη Σουγιούλ ανεβαίνει επίσης επί σκηνής--"η μόδα της μιμήσεως" σχολιάζει ο Φερμάνογλου...). Τις Ακουαρέλλες ενισχύει "κατά τρόπον ζωηρότατον", όπως γράφει ο Μαμάκης, και το κωμικό Τρίο Καβαλλίνι (κλόουν από την Ιταλία..). Όσο για τη Ρένα Βλαχοπούλου, στα τραγούδια "νέου ρυθμού", ο Φερμάνογλου γράφει πως είναι "υπέροχη" (αλλά δυστυχώς κανένα δημοσίευμα δεν διασώζει τους τίτλους των τραγουδιών αυτών...).
Αξίζει ακόμα, για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι στον θίασο συμμετείχαν ακόμα οι Μ. Δημητρίου, Μ. Μακρίδης, Γ. Κουροπαλάτης, Μ. Νικολόπουλος, Γ. Μακρίδης. Τα σκηνικά ήταν του Γιώτη Στεφανίδη, τα κοστούμια του Μ. Δημητρίου και οι χορογραφίες του Μπαρκουλιέρο, ο οποίος εμφανιζόταν στην παράσταση μαζί με το μπαλέτο του.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των εφημερίδων της περιόδου εκείνης, το καλοκαίρι του '43 αποδείχτηκε πολύ δύσκολο για τα μουσικά θέατρα που με εισιτήριο 3.000 δραχμών και με καλές εισπράξεις που αγγίζουν το 1,5 εκατομμύριο ημερησίως παρουσιάζουν, ωστόσο, παθητικό δεκάδων εκατομμυρίων. Για τα θέατρα πρόζας τα πράγματα είναι καλύτερα, καθώς τα έξοδά τους είναι μικρότερα (πρώτο σε εισπράξεις έρχεται το θέατρο Παρκ όπου ο θίασος Βάσως Μανωλίδου-Γιώργου Παππά-Νίκου Δενδραμή θριαμβεύει με την κομεντί του Ζακ Ντεβάλ Για ένα όμορφο κορίτσι). Η επιθεώρηση Τζαζ στο Σαμαρτζή γνωρίζει μεν επιτυχία, αλλά έχει υπέρογκα έξοδα που δεν καλύπτονται (κάποια από τα ονόματα του θιάσου με ειδική συμφωνία αρχίζουν να «ντουμπλάρουν» στο θέατρο Γκλόρια όπου υπάρχει ένα "πρωτότυπο" μουσικό θέαμα που αυτοαποκαλείται «καλλιτεχνική μπουάτ» και θα μας απασχολήσει μια άλλη φορά...). Η πιο πετυχημένη παράσταση του ελαφρού μουσικού θεάτρου είναι τελικά το Τα ίδια, Παντελάκη μου του Περοκέ, από το οποίο ξεπηδούν και οι καινούριες τζαζ επιτυχίες των Σπάρτακου-Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου "Αχ, αγάπη μου πού να 'σαι" και "Το φιλί που χθες μου έδωσε στο στόμα". Τις λάνσαραν η Χαντά και ο Κώστας Μανιατάκης και πολλά χρόνια αργότερα ηχογραφήθηκαν ευτυχώς και από τη Ρένα Βλαχοπούλου (που τις τραγουδούσε επίσης μέσα στην Κατοχή).
Μαρίκα Νέζερ και Βασίλης Αργυρόπουλος στην ταινία Το στραβόξυλο εννιά χρόνια μετά τις Ακουαρέλλες. Φωτογραφία από το Ιστολόγιο Τέχνης και Πολιτισμού koukidaki |
Οι Ακουαρέλλες ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους στις 4 Ιουλίου. Το έργο που τις διαδέχτηκε θα μας απασχολήσει άλλη φορά...
Η παρούσα ανάρτηση, όπως και όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο ιστολόγιο αυτό, είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας. Είναι υποχρεωτική η ρητή αναφορά στο ιστολόγιο, όταν χρησιμοποιείται υλικό από τις αναρτήσεις του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου