Μια σπουδαία μουσική είδηση: ο δίσκος που ηχογράφησε η Δανάη στη Χιλή με τίτλο Danai canta a Neruda (Η Δανάη τραγουδάει Νερούδα) κυκλοφορεί ξανά--και μάλιστα κυκλοφορεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Είναι νομίζω πλέον γνωστό ότι το μεγαλύτερο μέρος της δικτατορίας η Δανάη το πέρασε στη Χιλή, στην οποία είχε πάει για πρώτη φορά το 1966 για να επισκεφτεί την αδελφή της, τη σπουδαία εθνομουσικολόγο, φλαουτίστα και χορεύτρια Μίρκα Στρατηγοπούλου. Σε εκείνη την πρώτη επίσκεψη η Δανάη γνώρισε τον ποιητή Πάβλο Νερούδα και τους ένωσε η αγάπη τους για την ποίηση, για τον Γιάννη Ρίτσο και για την Ελλάδα.
Στο διάστημα 1967-73 η Δανάη Στρατηγοπούλου εργάστηκε με επιμονή και ενθουσιασμό για να συνδέσει τον πολιτισμό της Ελλάδας και της Χιλής. Ξεκίνησε να μεταφράζει στα ελληνικά το έργο του Νερούδα, έδωσε συναυλίες ελληνικού τραγουδιού (όχι μόνο στη Χιλή αλλά και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής) και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Σαντιάγο ελληνική λαογραφία και ελληνική δημοτική ποίηση--δημοσίευσε μάλιστα για την επετηρίδα του πανεπιστημίου σχετικές μελέτες αλλά και τα Τραγούδια των Ελλήνων, μια συλλογή με τα 44 γνωστότερα ελληνικά δημοτικά τραγούδια. Αρχικά δίδαξε ως καθηγήτρια ah honorem ενώ την περίοδιο 1972-73 ως τακτική έμμισθη καθηγήτρια. Κάποια στιγμή, το 1969 νομίζω, αποφάσισε να μελοποιήσει στίχους του Πάβλο Νερούδα. Αυτό θα συνέβαινε στην ουσία για πρώτη φορά παγκοσμίως (είχε προηγηθεί η μελοποίηση δυο αποσπασμάτων του έργου του στη Χιλή ενώ το Canto General του Μίκη Θεοδωράκη ακολούθησε αργότερα). Επέλεξε λοιπόν οκτώ από τα ποιήματά του και όταν ο Νερούδα άκουσε το αποτέλεσμα δήλωσε ενθουσιασμένος ότι η δουλειά της Δανάης αποτελεί αναδημιουργία της ποίησής του! Περιγράφοντας τον ενθουσιασμό και των δύο για αυτή τη δουλειά, η Δανάη θυμόταν ότι όταν η ίδια και ο Νερούδα υπέγραψαν τα σχετικά έγγραφα που θα τους επέτρεπαν να πληρώνονται ποσοστά από τις πωλήσεις του δίσκου τους, τους άρεσαν τόσο πολύ τα έντυπα με τη μια υπογραφή δίπλα στην άλλη, που τελικά προτίμησαν να τα κρατήσουν στο αρχείο τους και να μην τα καταθέσουν...
Στα οκτώ αυτά τραγούδια η Δανάη πρόσθεσε τέσσερα ελληνικά δικά της τραγούδια. Από αυτά, το "Φουρτούνα θάλασσα" το είχε ήδη ηχογραφήσει στην Ελλάδα, στον δίσκο Η Δανάη τραγουδάει Δανάη το 1965. Από τα άλλα τρία ελληνικά τραγούδια, ξεχωριστή θέση έχει το αυτοβιογραφικό "Ξεκίνησα Μίρκα" στο οποίο περιγράφει τα συναισθήματά της για αυτό τον δρόμο που την έφερε κοντά στη Μίρκα και στη Χιλή που τόσο αγάπησε.
Ο δίσκος φυσικά δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει στην Ελλάδα μέσα στη δικτατορία. Δυο τραγούδια του όμως, το "Ven conmigo ven" και το "Balada de Matilde" (γραμμένο από τον Νερούδα για τη γυναίκα του) τραγουδήθηκαν από τη Λήδα Χαλκιαδάκη, κόρη της Δανάης, και τον Σπύρο Βλασσόπουλο στον δίσκο τους Χαμένο τίποτα δεν πάει που κυκλοφόρησε λίγους μήνες πριν τη μεταπολίτευση.
Όταν πια είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, η Δανάη μίλησε για τον δίσκο στον Αλέκο Πατσιφά της Lyra, αλλά εκείνος δεν κατάλαβε ίσως τη σημασία του και έτσι δεν ενδιαφέρθηκε για την κυκλοφορία του στην Ελλάδα. Το 2004, οι εκδόσεις "Καστανιώτη" επανεκδίδουν το Εστραβαγάριο του Νερούδα σε μετάφραση της Δανάης και μέσα στο βιβλίο έχουν την εξαιρετική ιδέα να συμπεριλάβουν ένα cd single με τα τρία τραγούδια του Εστραβαγάριο που υπάρχουν στον δίσκο Danai canta a Neruda μαζί με έναν συγκινητικό χαιρετισμό του ίδιου του Νερούδα στην αρχή. Όνειρό της Δανάης ήταν κάποια στιγμή η Ελλάδα να νακαλύψει ολόκληρη αυτήν την εργασία της και αυτό το όνειρο ανέλαβαν να της το πραγματοποιήσουν, έναν χρόνο μετά τον θάνατό της, η πρεσβεία της Χιλής στην Αθήνα, η Culture Music Records και η κόρη της Λήδα Χαλκιαδάκη. Το CD κυκλοφορεί με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την απελευθέρωση της Χιλής από τους Ισπανούς "κονκισταδόρες" και τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εξωτερικών της Χιλής και της Πρεσβείας της Χιλής στην Ελλάδα. Παραγωγός του είναι η Λήδα Χαλκιαδάκη ενώ τον συντονισμό του εγχειρήματος έχει η Κάθη Βεκρή.
Η επίσημη παρουσίαση του σημαντικού CD Danai canta a Neruda θα γίνει αύριο, Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου, στις 5 το απόγευμα στο ξενοδοχείο President (Λεωφ. Κηφισίας 43) στην αίθουσα The Penthouse Lounge Bar του 21ου ορόφου. Στην εκδήλωση αυτή θα μιλήσει η πρέσβειρα της Χιλής κ. Σοφία Πρατς-Κούμπερτ. Ποίηση θα διαβάσουν η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου (ανηψιά της Δανάης), ο Γιάννης Ευθυμιάδης και η Λήδα Χαλκιαδάκη, η οποία θα τραγουδήσει ισπανόφωνο τραγούδι.
Απολαύστε δυο από τα τραγούδια αυτού του δίσκου με την αξέχαστη Δανάη Στρατηγοπούλου. Το "Ven conmigo, ven" σε μια σπάνια τηλεοπτική εμφάνιση της Δανάης στην ελληνική τηλεόραση, στην εκπομπή του Φρέντυ Γερμανού Το πορτρέτο της Πέμπτης (1976).
Και το υπέροχο "Adios otono de Paris", το ποίημα που έγραψε ο Νερούδα για να αποχαιρετίσει το αγαπημένο του Παρίσι, στο οποίο έζησε ως πρέσβης της χώρας του, όταν η Χιλή τον κάλεσε να γίνει Πρόεδρος. Ο πόνος του αποχωρισμού ήταν μεγάλος αλλά το χρέος προς την πατρίδα του ακόμα μεγαλύτερο...
Και εδώ η Λήδα Χαλκιαδάκη τραγουδά υπό το βλέμμα της μητέρας της το "Gracias a la Vida" της Violeta Parra, στην εκπομπή Έχει γούστο της ΝΕΤ (μια εκπομπή που όπως ομολόγησε η παρουσιάστρια της εκπομπής Μπήλιω Τσουκαλά έχει σβηστεί από το αρχείο της ΕΡΤ...)
Στην ίδια εκπομπή η Λήδα τραγούδησε και το "Adios otono de Paris":
...κι ένα υστερόγραφο του Σωτήρη Κακίση για τον Κώστα Πασχάλη
ΔΕΣΠΩ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΟΥ:
"Δεν καρφώνεις στο μπετόν."
Συνέντευξη στον Σωτήρη Κακίση (Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εγνατία, Θεσσαλονίκη, 16 Νοεμβρίου 1981) ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΑΚΙΣΗΣ: Κυρία Διαμαντίδου, πέστε μας για την Εγνατία.
ΔΕΣΠΩ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΟΥ: Εννοείτε βέβαια το σίριαλ. Η Εγνατία Οδός, λοιπόν, ήταν γραμμένη απ' τον Γιάννη τον Τζιώτη και το σκηνοθέτησε ο Γιώργος Μιχαηλίδης, και μ' άρεσε πάρα πολύ, και το θέμα, και το γράψιμο του Τζιώτη. Άρχισε υπό πολύ καλούς οιωνούς. Ύστερα, δεν ξέρω πώς έγινε, τι έγινε, και μας σταμάτησε η ΥΕΝΕΔ. Δε θα μάθουμε φαίνεται ποτέ το τέλος της "Εγνατίας", μπορεί να μην το ξέρει κι ο σεναριογράφος μάλιστα.
Σ.Κ.: Μπορεί να 'ναι λίγο συμβολικά αυτά τα λόγια, να μας κάνουν να σκεφτούμε πόσα χρόνια ακόμα θα 'ναι βιώσιμη η Εγνατία Οδός κι η πόλη της Θεσσαλονίκης.
Δ.Δ.: Α, εγώ τη Θεσσαλονίκη την αγαπώ πολύ, μ' αρέσει πάρα πολύ. Βρίσκω πως είναι ακόμα βιώσιμη πόλη. Έχει μυρωδιές, έχει τη θάλασσα, έχει τον αέρα που παίρνει το νέφος. Γιατί έχουν κι εκεί νέφος, έτσι εγώ ανακάλυψα. Εγώ που είμαι "γέννημα και θρέμμα" του νέφους μεταξύ Αθήνας και Νέας Υόρκης, το ξέρω, το νιώθω. Φυσάει όμως στη Θεσσαλονίκη από τη θάλασσα, όπως και στη Νέα Υόρκη, και το διαλύει.
Σ.Κ.: Τι θεατρικές μνήμες έχετε απ' τη Θεσσαλονίκη; Δ.Δ.: Στη Θεσσαλονίκη έπαιξα ένα έργο που το λατρεύω. Έπαιξα του Πίντερ τον Ασήμαντο Πόνο, με σκηνοθέτη το Βολανάκη. Είναι απ' τα έργα που πιστεύω ότι κι εγώ απόδωσα περισσότερο απ' όσο μπορούσα, και η σκηνοθεσία του Βολανάκη ήταν πάρα πολύ καλή, και το χάρηκα πραγματικά αυτό το έργο. Τα τελευταία χρόνια δεν έχω παίξει στη Θεσσαλονίκη τίποτ' άλλο, εκτός απ' την τουρνέ που πήγαμε με την Κάτια Δανδουλάκη και τον Παπαμιχαήλ και παίξαμε τον Σοκολατένιο Στρατιώτη του Σω.
Η Δέσπω Διαμαντίδου με την Κυβέλη και την Άννα Συνοδινού (διακρίνεται επίσης η Πίτσα Καπιτσινέα)
Σ.Κ.: Είναι διαφορετικό το κοινό της Θεσσαλονίκης απ' το κοινό της Αθήνας; Δ.Δ.: Το κοινό της Θεσσαλονίκης είναι ωραίο. Για μένα πάντως το κοινό σ' όλα τα μέρη του κόσμου είναι απρόσωπο, κάτι το απρόσωπο. Έτσι το βλέπω εγώ τουλάχιστον. Αλλά το κοινό της Θεσσαλονίκης είναι αρκετά ζωντανό κοινό. Στο Κρατικό Θέατρο έρχεται και πολύ φοιτητικό κοινό. Στις παραστάσεις που έπαιξα εγώ θυμάμαι πολλούς φοιτητές. Είναι όμορφο να ξέρεις ότι η γαλαρία, και η πλατεία ακόμα, είναι γεμάτη από νέους. Κι είναι έτσι όταν είναι ανοιχτό το Πανεπιστήμιο, να μην πας καλοκαίρι. Αυτό λέω μάλιστα, το έργο το φετινό που θα παίξω να πάει κα μετά τα Χριστούγεννα, να 'χουνε γυρίσει τα παιδιά από τις διακοπές τους. Οι μέρες όμως έχουνε διαφορά στο θέατρο. Ένα περίεργο πράγμα. Σαν να συγκεντρώνεται μια συντροφιά. Όταν είναι ν' αντιδράσουνε καλά, αντιδρούνε. Συνήθως όλοι. Και δεν είναι όλοι μια παρέα. Κι είναι μέρες που φταίει το κοινό, μέρες που φταίνε οι ηθοποιοί. Αν κι ο επαγγελματίας ηθοποιός δεν πρέπει να 'χει τέτοια. Γιατί καμιά φορά παίζεις και με την ανάμνηση, κι είναι το ίδιο. Παίζεις με την ανάμνηση αυτού που έκανες πάρα πολύ βίαια στην πρόβα. Είναι μια δική μου, προσωπική εμπειρία. Νομίζω ότι είναι και δεν είναι το ίδιο: είναι η ανάμνηση εκείνου που έκανες πολύ ζωντανά στην πρόβα.
Σ.Κ.: Πόσο πιστεύετε εσείς στην "υποχρέωση" του ηθοποιού να παίξει ακόμα και τη μέρα που πεθαίνει ένας δικός του; Δ.Δ.: Πρόκειται για πράγμα απαίσιο. Δηλαδή καταλαβαίνω ότι από μία ανάγκη μπορεί να το κάνει ένας άνθρωπος, όπως γινότανε άλλοτε, που δεν υπήρχανε αντικαταστάτες και ντουμπλέρ, αλλά το θεωρώ ανατριχιαστικό. Δεν πιστεύω ότι ο ηθοποιός πρέπει να 'ναι υπάνθρωπος. Όταν αρρωσταίνει δεν πρέπει να παίζει. Δεν βρίσκω ότι ο καλός επαγγελματίας είν' αυτός που παίζει με σαράντα πυρετό. Ούτ' εκείνος που παθαίνει δηλητηρίαση και παίζει, όπως είχε γίνει μ' ένα παιδί παλιότερα εδώ, κι αν τον είχανε πάει στο Πρώτων Βοηθειών και δεν έπαιζε θα είχε επιζήσει. Το βρίσκω φοβερό. Ούτε όταν πεθαίνει ο άνθρωπός σου μπορείς εσύ να παίζεις. Που το λένε και καμαρώνουνε! Σαν να 'σαι πολίτης β' κατηγορίας. Σαν να μην είσαι απελευθερωμένος επαγγελματίας, απελευθερωμένος άνθρωπος. Η Δέσπω Διαμαντίδου με τον Σταύρο Παράβα στον Πλούτο του Αριστοφάνη, στην Επίδαυρο
Σ.Κ.: Φαντάζομαι ότι στην Αμερική δεν θα υπάρχουν τέτοια προβλήματα. Δ.Δ.: Βεβαίως όχι. Έχουνε δύο για τον κάθε ρόλο. Μάλιστα, ο αμερικάνος ο ηθοποιός δεν παίζει όταν δεν πρόκειται να δώσει τον καλύτερο εαυτό του. Άμα έχει συνάχι, άμα έχει πολύ λίγο πυρετό, πάλι δεν θα παίξει. Γιατί δεν μπορεί ο άλλος να πληρώνει αυτό το τόσο ακριβό εισιτήριο και να βλέπει ένα ερείπιο. Σαν να ζητιανεύεις την αγάπη των θεατών, τον οίκτο τους. "Τι καλή που είμαι και παίζω με πυρετό..." Έχω παίξει κι εγώ άρρωστη, στην Ελλάδα βέβαια, αλλά ποτέ δεν έχω κάνει τέτοιες υπερβολές. Μ' εκνευρίζουν φρικτά αυτά. Νομίζω ότι τελειώσανε οι εποχές αυτές που θάβαμε τους δικούς μας τ' απόγευμα και το βράδυ παίζαμε στη σκηνή. Πράγματα εξευτελιστικά, θύμιζαν "Ρίντι Παλιάτσο" και μελόδραμα, όπερα κακής μορφής.
Σ.Κ.: Έχετε παίξει το ίδιο έργο στο θέατρο, και στην Αμερική και στην Ελλάδα. Στο Καμπαρέ. Δ.Δ.: Στην Αμερική το πρωτόπαιξα βέβαια. Αντικατέστησα τη Λότε Λένια και το ρόλο τον πήρα παληκαρίσια. Πέρασα δηλαδή απ' το λεγόμενο "Κατλ Κωλ", που έρχονται όλοι του σωματείου, κοπαδιαστά, όπως το λέει κι η λέξη. Με τετρακόσες γυναίκες πέρασα και πήρα τον ρόλο. Κι είμαι πάρα πολύ περήφανη γι' αυτό. Δεν ήθελε να με πάρει μάλιστα η κυρία εκεί πέρα, "Δεν σας πάει ο ρόλος", έλεγε. Εγώ στην πατρίδα μου παίζω πολλούς ρόλους, της είπα, όχι μόνο αυτή που είδατε στο "Ίλυα Ντάρλινγκ". Τότε δεν τον ήξερα τον Χαλ Πρινς, το σκηνοθέτη. Πήγα κι έπαιξα και τον πήρα το ρόλο. Και τον κράτησα ένα χρόνο περίπου.
Η Δέσπω Διαμαντίδου ως Ιβάν ο Τρομερός σε sit-com
Σ.Κ.: Όλα αυτά βέβαια στο Μπρόντγουαιη. Δ.Δ.: Στο Μπρόντγουαιη. Πάω τακτικά στην Αμερική. Και βλέπω και πολύ θέατρο εκεί. Γιατί μ' αρέσει το θέατρό τους πολύ. Στην Ελλάδα παιδεύτηκα αρκετά για να κάνω μια ορισμένη καριέρα, ενώ στην Αμερική χρειάστηκε μόνο ένας χρόνος για να κερδίσω όσα κέρδισα εδώ σε δεκαεφτά. Είναι γεγονός ότι εκεί υπάρχει κάποια αξιοκρατία, και πρέπει να υπάρχει. Εμένα μ' αρέσουν πάρα πολύ κι οι θεατρικές ομάδες, όπως είναι το Τσέλσυ Θήατερ, όπως εδώ του Κουν, κι έπαιξα και σ' αυτά, Οφφ-Μπρόντγουαιη. Δεν πήγα όπως ο Τίτος Βανδής στο Χόλλυγουντ, παρόλο που εκεί μπορείς να παίξεις συνέχεια, υπάρχουνε πολλές δουλειές, "πολύ ψωμί" που λέμε. Αλλά εγώ σκέφτηκα ότι θα τυποποιόμουνα πια τελείως. Επειδή έχω αξάν, όπως έχει ο κάθε ξένος, θα με θέλανε για να παίζω ξένες, ή τις Ουγγαρέζες, ή τις Ρωσίδες επιστήμονες σε κάτι μυστηριώδεις χώρες, και δεν θα 'κανα το "κέφι" μου δηλαδή. Κι έτσι το έκανα το κέφι μου στο Μπρόντγουαιη, έπαιξα και δύο έργα στο Τσέλσυ Θήατερ, έπαιξα και στο καθιερωμένο Οφφ-Μπρόντγουαιη, απ' τα καλά.
Σ.Κ.: Να μια ευκαιρία να διευκρινιστεί κάπως για το ελληνικό κοινό τι πά' να πει θέατρο του Μπρόντγουαιη και τι θέατρο Οφφ-Μπρόντγουαιη. Δ.Δ.: Όταν λέμε Οφφ-Μπρόντγουαιη εννοούμε θέατρο έξω από τη συνοικία του Μπρόντγουαιη, τα περιφερειακά θέατρα, τα "κουλτουριάρικα". Ή μάλλον, όχι. Υπάρχει το Οφφ, Οφφ, που είναι τα "κουλτουριάρικα". Τα Οφφ-Μπρόντγουαιη είναι τα καλλιτεχνικά, τα αυστηρά καλλιτεχνικά. Εκεί δεν θα βάλουν ποτέ κάτι δεύτερο. Δεν θα βάλουν ποτέ τίποτα που θα είναι μόνο για την ψυχαγωγία του κοινού. Ας πούμε, παιζότανε εκεί Αραμπάλ, παιζότανε του Κλάιστ Ο πρίγκιπας του Χόμπουργκ. Παίξαμε το Παραβάν του Ζενέ εκεί, με τον Μίνω τον Βολανάκη πάλι σκηνοθέτη. Εγώ έπαιξα και το Ηλιοβασίλεμα του Ισαάκ Μπάμπελ, ένα πολύ ωραίο ρωσικό έργο. Και μετά σ' ένα άλλο Οφφ-Μπρόντγουαιη, στο Σέρινταν Σκουαίρ Θήατερ έπαιξα το Ινσταμπούλ της Ρόσελ Όουενς, έργο ποιητικό, εξπρεσσιονιστικό, στο χώρο του παραλόγου. Ένα πολύ ωραίο ρόλο: την Οσία Μαρία της Αιγύπτου.
Σ.Κ.: Αναφέρατε τον Τίτο Βανδή. Εκτός από τον "ξενιτεμό" σας, νομίζω ότι σας συνδέει μαζί του κι ένα άλλο γεγονός: το ότι έχετε και οι δύο παίξει σε ταινίες του Γούντυ Άλλεν. Δ.Δ.: Ο Τίτος Βανδής είναι πάρα πολύ επιτυχημένος ηθοποιός. Είναι, όπως είπαμε και πριν, στο Χόλλυγουντ, και δουλεύει συνέχεια στην τηλεόραση. Με τον Γούντυ Άλλεν έχει παίξει στο Όσα θέλατε να μάθετε για το σεξ, εκεί πέρα με το πρόβατο. Ο Γούντυ Άλλεν μου είπε ότι μετά από μένα και τον Τίτο έχει αδυναμία στους Έλληνες. Παρόλο που δεν μας πήρε για Έλληνες, ο Τίτος έκανε έναν Αρμένη, εγώ έκανα Ρωσίδα. Εμένα η προφορά μου, δεν ξέρω γιατί, τους θυμίζει, των Αμερικανών, ή Ρωσίδα, ή Γερμανίδα. Ένα από τα δύο. Δεχόμουνα ό,τι μου λέγανε να κάνω. Δεν προσπαθούσα να την αλλάξω, μιλούσα όπως μιλάω.
Η Δέσπω Διαμαντίδου με τον Γούντυ Άλλεν
Σ.Κ.: Πώς είναι ο Γούντυ Άλλεν σαν σκηνοθέτης; Δ.Δ.: Θυμάμαι ότι είχα πάει σ' ένα πάρτυ που 'χει κάνει ο Χαλ Πρινς το '74. Συνήθως περνάει όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος από 'κει, έστω και για πέντε λεπτά. Εγώ έπαιζα τότε ένα έργο του Χαλ Πρινς, το Μια μικρή νυχτερινή μουσική, αντικαθιστούσα τη Χερμάιονι Γκίνγκολντ, μια πολύ μεγάλη σταρ. Και πήγα μετά στο πάρτυ αυτό, κι είχα τη γκαρνταρομπιέρα, που μ' έντυνε. Μου λέει, Δέσπω, δεν στο 'πα χτες στην παράσταση, την ώρα που έφευγες, ο Γούντυ Άλλεν βγήκε στην πόρτα και σ' έβλεπε, θα σε κοίταζε για κάποιον ρόλο. Λέω, τώρα τι σαχλαμάρες είν' αυτές, βγήκε κι έβλεπε, μ' ερωτεύτηκε; Και γελούσαμε. Περάσανε τρεις μήνες και παίρνω μια ειδοποίηση ότι θέλει να με δει ο Γούντυ Άλλεν για ένα έργο που θα κάνει στην Ευρώπη. -Είδες που στα 'λεγα μου λεει η φίλη μου, αυτό ήτανε. Σηκώνομαι εγώ, πάω και τον βλέπω. -Πού με ξέρετε; του 'πα. -Ξέρω πολύ καλά τη δουλειά σας, μου λέει. Είχε παρακολουθήσει ό,τι είχα παίξει! Πάει και βλέπει, ενδιαφέρεται για το θέατρο. -Λοιπόν, του λέω, θέλετε να σας διαβάσω τίποτα; -Όχι, μου λέει, απλώς ήθελα να σας δω από κοντά. Εκείνο το βράδυ στο θέατρο ήθελα να σας μιλήσω, αλλά είδα πως ήσασταν με παρέα και δεν τόλμησα. Είναι πολύ συνεσταλμένος. -Τώρα είμαστ' εντάξει. Σας είδα. Μετά, έφυγα εγώ, το ξέχασα. Μετά από έξι μήνες είχα το ρόλο.
Σ.Κ.: Όντως ήσασταν εντάξει. Δ.Δ.: Ναι, γιατί είναι ο ίδιος εντάξει. Και παρατήρησα κι ένα άλλο: Όταν πας για γύρισμα σε διάφορα μέρη του κόσμου, συνήθως σου στέλνουνε τίποτα λουλούδια, και λες εσύ, ξέρετε το δωμάτιο του ξενοδοχείου έχει το τάδε πρόβλημα, σου λένε θα τακτοποιηθούν όλα, και μένεις με τα λουλούδια . Σε ξεχνάνε. Ο Γούντυ Άλλεν, δεν είχα προφτάσει να πάω, πριν να μου πει καλά-καλά το καλωσήρθες, μου λέει: Σας αρέσει το δωμάτιο και το ξενοδοχείο; Εάν όχι, να μου το πείτε εμένα, να σας αλλάξω. Μου 'κανε εντύπωση. Αυτό δεν το κάνει κανείς, κανένας σκηνοθέτης.
Η Δέσπω Διαμαντίδου με τον Γούντυ Άλλεν
Σ.Κ.: Και στο γύρισμα; Δ.Δ.: Είναι πάρα πολύ ωραίος. Σου δίνει φτερά. Εμένα στην αρχή, μου λέει: -Φτιάξτε μόνη σας το διάλογο. -Μα πώς να τον φτιάξω, του λέω. Εγώ δεν είμαι Αμερικάνα, δεν ξέρω καλά τη γλώσσα. -Μη σας νοιάζει, μου λέει, φτιάξτε τον εσείς, κι αν εγώ δω κάτι που δεν καταλαβαίνω ή δε μ' αρέσει, θα σας σταματάω. Και γινόταν το εξής: κάπως το διασκέδαζα, γιατί ήταν πίσω απ' την κάμερα και τον έβλεπα και γελούσε, τον αισθανόμουνα. -Μα, μήπως δεν γελάσει κανείς άλλος και περιοριστώ σε σας; του 'πα. -Α, λέει, εγώ είμαι πολύ δύσκολος για να γελάσω. Για να κάνετε εμένα να γελάσω, είναι αυτό που θέλω. Στην αρχή τον νιώθεις απόμακρο. Δεν έχεις πολλές παρέες. Μετά από δυο-τρεις μήνες, τον νιώθεις πια κοντά σου. Γίναμε αρκετά φίλοι, κι όταν πάω στη Νέα Υόρκη πάω και τον βρίσκω στο παμπ που παίζει τζαζ κάθε Δευτέρα, στο Μάιφαρ'ς Παμπ. Κι είναι πάρα πολύ καλός συγγραφέας και μορφή κινηματογραφική, η τωρινή μορφή. Πώς ήτανε ο Τσάρλυ Τσάπλιν, έτσι κι εκείνος, έτσι επηρέασε κι αυτός. Έχει πιάσει κι αυτός το ανθρωπάκι, αυτόν τον Νεοϋορκέζο, τον διανοούμενο, τον χτυπημένο από παντού. Γιατί ο διανοούμενος κυνηγιέται, εδώ που τα λέμε.
Σ.Κ.: Οι Αμερικανοί κριτικοί έχω την εντύπωση ότι τον αντιμετωπίζουν κάπως ψυχρα, όπως παλιότερα και τον Τζέρυ Λούις, που είναι βέβαια τελείως άλλο πράμα, αλλά μας κάνει κι αυτός να γελάμε. Ο Άντριου Σάρρης γράφει για τον δεύτερο ότι τον υπερεκτιμάνε οι Ευρωπαίοι. Δ.Δ.: Θα λέει πως τον αγαπάει η Γαλλία. Δεν νομίζω ότι ο Άντριου Σάρρης είναι και τόσο υψηλού επιπέδου κριτικός. Κριτικούς του σινεμά δεν ξέρω αν οι Αμερικανοί έχουν ιδιαίτερα σπουδαίους. Ίσως ο Βίνσεντ Κάμπι είναι ο καλύτερος. Ε, δηλαδή, πρέπει να βλέπουμε όλα τα έργα που μας ανακατεύονται τα άντερά μας; Δεν μπορώ να βλέπω όλες τις σφαγές. Τώρα ο Φας Μπίντερ είναι ο αγαπημένος ενός κύκλου της Αμερικής, όχι ότι γεμίζουνε οι κινηματογράφοι. Είδα μάλιστα το Λιλή Μαρλέν και μ' άρεσε εμένα, παρόλο που δεν άρεσε όσο τα άλλα του. Είπανε ότι δεν είναι τόσο "καλλιτεχνικό". Μπορεί γι' αυτό να μ' άρεσε.
Σ.Κ.: Ας γυρίσουμε στην ελληνική πραγματικότητα. Στην εδώ θεατρική και κινηματογραφική σας "ιστορία". Δ.Δ.: Αισθάνομαι ότι στην Ελλάδα εγώ κινηματογράφο δεν έχω παίξει. Ας έχω παίξει παλιά κάπου σαράντα ταινίες. Κι όλες αυτές αφού με "ανακάλυψε" ο Ντασσέν. Γιατί πριν λέγανε ότι είμαι αντι-κινηματογραφική. Ο Ντασσέν με πήρε, και είχα αμφιβολίες, και φοβόμουνα μην του κάνω ζημιά. Μη με πάρεις εμένα, του 'λεγα, καλύτερα να πάρεις μια άλλη ηθοποιό που να 'χει παίξει τέτοιους ρόλους. Είχα συνηθίσει να παίζω τραγωδίες, να παίζω συνεχώς δράματα, ποτέ δεν μου δίνανε κωμωδία. Με το Ποτέ την Κυριακή "καθιερώθηκα" και στην κωμωδία. Μου άλλαξε την καριέρα. Τώρα παίζω απ' όλα. Και πριν έπαιζα απ' όλα, αλλά δεν μου δίνανε κωμικούς ρόλους. Έτσι με δεχτήκανε, χάρη στον Ντασσέν. Συνέβαινε ένα περίεργο πράμα. Έπαιξα άντε κορυφαία στο Εθνικό, άντε πάλι τα ίδια. Παναγία μου!
Η Δέσπω Διαμαντίδου στην Επίδαυρο
Σ.Κ.: Περίεργο πράμα. Και "περίεργη" εμπειρία. Δ.Δ.: Περίεργη εμπειρία. Κάθισα πάρα πολλά χρόνια στο Εθνικό. Νομίζω ότι είχα πάθει μια αδράνεια, ότι γι' αυτό έμεινα τόσον καιρό. Παθαίνει κανείς μια πνευματική αδράνεια, κι αφήνεσαι και σε παίρνει ο καιρός. Κυλάει ο χρόνος και κυλάς κι εσύ μαζί του. Μετά το Ποτέ την Κυριακή, που γυρίστηκε το '60, έφυγα απ' το Εθνικό κι άρχισα να παίζω στο ελεύθερο θεάτρο. Έπαιξα στην Κολόμπ του Ανούιγ με τη Βουγιουκλάκη και τον Παπαμιχαήλ, έπαιξα ένα άλλο με τον Μπούχλη, το Κρεμμύδι, ένα πολύ ωραίο ιταλικό έργο. Μετά με ζητήσαν για το Ίλυα Ντάρλινγκ κι έφυγα αμέσως.
Σ.Κ.: Φέτος θα σας ξαναδεί η Θεσσαλονίκη. Δ.Δ.: Φέτος θα παίξω στο Βορείου Ελλάδος την Τρελή του Σαγιώ του Ζιρωντού, με τον Ανδρέα Βουτσινά σκηνοθέτη και τον Φωτόπουλο σκηνογράφο.
Η Δέσπω Διαμαντίδου με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο έργο του Πιραντέλλο Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα (1960)
Σ.Κ.: Ξέρω ότι πιστεύετε στην "αποκέντρωση". Δ.Δ.: Και στην αποκέντρωση πιστεύω, και στα "περιφερειακά" θέατρα πιστεύω, και στους νέους πιστεύω. Νομίζω ότι γενικά οι νέοι ηθοποιοί πια έχουν ανοίξει ένα καλό δρόμο. Τα "περιφερειακά" θέατρα είναι πάρα πολύ ενδιαφέροντα. Δεν έχω δει και πολλά πράματα. Αλλά θυμάμαι ότι την πρώτη μέρα που γύρισα απ' την Αμερική πήγα κι είδα του Ελευθέρου Θεάτρου τον Τυχοδιώκτη και δεν είχανε κόσμο, και ήμουνα εγώ και χαχάνιζα και ούρλιαζα από κάτω, τόσο πολύ μ' άρεσε. Και είπα ότι τελοσπάντων ήτανε σαν μία πορτοκαλάδα παγωμένη μέσα στο καλοκαίρι. Είναι πολύ καλή η δουλειά που κάνουνε οι νέοι. Κι αν δεν έχω δει ορισμένα πράγματα γιατί δουλεύω, παρακολουθώ όμως και βλέπω ότι γίνεται κάτι.
Εγώ δεν ήθελα πια να συνεχίσω στο "εμπορικό" θέατρο, παρόλο που έπαιξα τρία χρόνια, και καλά πληρώθηκα, κι ευχαριστημένη ήμουνα, και καλούς συναδέλφους έχω και φίλους. Αλλά φεύγουν τα χρόνια. Και φέτος το χειμώνα ήθελα να παίξω κάτι που με εκφράζει κατά κάποιο τρόπο. Ή θα έπαιρνα λοιπόν δύο έργα με μια γυναίκα μόνο να παίζω μόνη μου, σε κάποιο περιφερειακό, ή αυτό που έγινε: που ήρθε η Τρελή του Σαγιώ κι έτσι θα βρεθώ στο Κ.Θ.Β.Ε.
Έπειτα, φεύγω κι απ' την Αθήνα. Γιατί πιστεύω στην αποκέντρωση και στο ότι το θέατρο πρέπει να πηγαίνει παντού. Και πηγαίνω στη Θεσσαλονίκη, όπως θα πήγαινα κι αλλού να παίξω. Θα πήγαινα και στην επαρχία. Έκανα αυτή την τουρνέ με τη Δανδουλάκη και μ' άρεσε πάρα πολύ. Είδα ότι ο κόσμος, το κοινό, είναι θαύμα, ότι διψάει για θέατρο. Ότι αυτό που δεν υπάρχει είναι οι αίθουσες. Ότι ντυνόμαστε μέσα σε κάτι καμαρίνια λες και είμαστε τρωγλοδύτες. Παραπονιέται ο κόσμος ότι δεν φέρνουμε μαζί τα σκηνικά, και ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα; Δεν μπορούν οι τεχνικοί να καρφώσουνε στο μπετόν! Ούτε να στήσουνε σκηνικά. Πρέπει να τα στηρίζουνε από 'δω κι εκεί ακόμα. Δεν υπάρχουνε έπειτα, όπως βλέπεις σ' όλες τις μικρές πόλεις του εξωτερικού, στα χωριά, αίθουσες στα κέντρα νεότητας. Τα οποία κέντρα νεότητας εδώ είναι ανύπαρκτα.
Σ.Κ.: Με τη δικιά σας πείρα, από αυτές τις δικές σας παρατηρήσεις, πώς νομίζετε ότι θα μπορούσατε να βοηθήσετε γενικά το θέατρο στον τόπο μας; Δ.Δ.: Να σας πω. Εγώ είμαι ηθοποιός. Και μεταφράστρια, αν θέλετε, βιβλίων και θεατρικών έργων. Μ' ενδιαφέρει πράγματι όλο το θέατρο. Αλλά δεν μ' ενδιαφέρει άλλη θέση, άλλη γωνία. Θα πήγαινα με μεγάλη χαρά να δώσω αυτό που μπορώ να προσφέρω. Στη Θεσσαλονίκη, στην επαρχία. Κι οπουδήποτε. Αυτά που μπορώ. Σαν ηθοποιός.
ΚΙ ΕΝΑ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΚΙΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΠΑΣΧΑΛΗ
Δεν πίστευα πως θα τον γνώριζα ποτέ. Τον γνώρισα όμως, όπως και τον Νίκο Ζαχαρίου, τον άλλο μέγιστο Έλληνα αρχιτραγουδιστή της όπερας. Έψαχνα σ΄ ένα κλασικό δισκοπωλείο τη ζωντανή Νόρμα της Κάλλας με τον Ντελ Μόνακο, κρατούσα στα χέρια μου τα cd, όταν κάποιος με χτύπησε στην πλάτη: -Την άλλη Νόρμα να πάρετε, πάλι με Κάλλας, Ντελ Μόνακο, που είμαι κι εγώ…
Από τον Νίκο Ζαχαρίου γνώρισα και τον Κώστα Πασχάλη. Γίναμε φίλοι. Τους πήρα, νομίζω, και τις τελευταίες τους συνεντεύξεις, μία μάλιστα και των δύο μαζί, κοινή. Με τον Κώστα Πασχάλη συνδεθήκαμε περισσότερο, νομίζω πως είμαι ο τελευταίος που τον είδε εν ζωή, ακριβώς την παραμονή του ξαφνικού του θανάτου. Με αποχαιρέτησε για τελευταία φορά από το κεφαλόσκαλο του σπιτιού του.
Πώς συνδέονται οι δυό τους και με τη Δέσπω Διαμαντίδου: ήθελε η Δέσπω να ‘ρθεί να φάμε, να γευτεί εν στενώ κύκλω άλλη μια φορά τη μαγειρική της μητέρας μου. -Ναι, αλλά μην καλέσειςτίποτα… ηθοποιούς, μου είπε στο τηλέφωνο. –Ποιόν θες, Δέσπω μου; -Εγώ τον Ζαχαρίου και τον Πασχάλη θέλω. Αυτούς τους δύο θαυμάζω εγώ !
Ήρθαν αμφότεροι με χαρά, τη συνόδευσαν κι οι δύο ως εξαίρετοι καβαλιέροι, τα ιερά για μας τέρατα εκείνο το βράδυ στη Σεμέλης. Κι εκείνοι την αγάπαγαν από μακριά. (Η Δέσπω κι ο Νίκος Ζαχαρίου ήσαν Πειραιώτες. Υπήρχε και κάποια συγγένεια μεταξύ τους, αν δεν κάνω λάθος, όχι μόνο εκλεκτή αλλά και αίματος).
Η Δέσπω Διαμαντίδου, ο Κώστας Πασχάλης και ο Νίκος Ζαχαρίου στο σπίτι της Νανάς Κακίση (φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Σωτήρη Κακίση) Ο Νίκος Ζαχαρίου κάποτε μού ΄λεγε: -Πού έχουν φτάσει τα πράγματα στην Ελλάδα, κύριε Κακίση! Τι είναι όλοι αυτοί τώρα που βλέπουμε στην τηλεόραση, είναι ηθοποιοί; Η Δέσποινα η Στυλιανοπούλου μπροστά τους φαντάζει Παξινού, Παπαδάκη! Κι ο Κώστας Πάσχάλης, ο ηθοποιός εκτός από τραγουδιστής κι αυτός τέλειος, έν’ απόγευμα που πάλι είχα ανέβει στην Εκάλη με μια Καβαλλερία με Σουλιώτη, Ντελ Μόνακο, γύρισε σε μια μαθήτριά του που ήταν ακόμα εκεί: -Την ακούς; της είπε. Καταλαβαίνεις; -Ακούω, είπε αυτή. Πρέπει όμως να φύγω, κύριε Πασχάλη. –Έχεις κάτι επείγον; -Μα ξέρετε. Αν φτάσω μετά τις εννιά στο Μπουρνάζι εκεί που μένω, θα γυρίζω καμιά ώρα, για να βρω πάρκιν. Κι ύστερα, όταν είχε φύγει το κορίτσι αυτό, όταν τον ρώτησα εγώ, -Πώς είναι η φωνή της; -Καλή είναι η φωνή της. Αλλά το μυαλό της; Το πρόβλημά της είναι πώς θα παρκάρει στο Μπουρνάζι! Τι καριέρα μπορεί να κάνει στην όπερα στο εξωτερικό μ’ αυτά τα μυαλά;
Ήθελα να πω, λοιπόν, δυο λόγια κι εγώ γι’ αυτόν τον άνθρωπο, που έφυγε όπως κι η Δέσπω έναν κρύο Φεβρουάριο όχι μακρινό. Για τη δόξα αυτή της Ελλάδας την πραγματική, τόσα χρόνια στη Βιέννη, τόσα χρόνια πρώτος παντού, ο ισάξιος ενός Γκόμπι, ενός Γουώρεν, ενός Μπαστιανίνι.
Να τον θυμηθώ σαν υπερβατική μου οικογένεια ξανά. Και να μην ξεχάσω κι αυτό, μια κι όλα δένουν τελικά μαγικά: η Δέσπω στη Νέα Υόρκη δεν έχασε μάθημα στο Τζούλιαρντ της Κάλλας τότε. Και μού ‘λεγε κι αυτή μετά: -Ξέρεις ποιος ήταν συνέχεια στην πρώτη σειρά; Ο Ντε Νίρο! Ο Ντε Νίρο κοίταγε την Κάλλας στα μάτια, στα χείλια, κάθε βράδυ κατευθείαν στην καρδιά. Να μάθει όσα μπορούσε περισσότερα εκείνες τις μέρες από τη δική μας θεά. Η Κάλλας στην Αθήνα. Ο Κώστας Πασχάλης τέταρτος από δεξιά, όρθιος στην πίσω σειρά
Σημείωση του Rena Fan: Η Δέσπω Διαμαντίδου πέθανε σαν σήμερα, 18 Φεβρουαρίου του 2004. Ήταν η πρώτη ηθοποιός μας που έφυγε για το μακρύ ταξίδι εκείνη τη χρονιά, για να την ακολουθήσουν αργότερα η Ελευθερία Βιδάκη, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, η Ελένη Ζαφερίου, η Ελένη Χατζηαργύρη, ο Βλάσης Μπονάτσος και ο Μίμης Χρυσομάλλης...
Σκεφτόμουν έντονα τη Δέσπω Διαμαντίδου πριν από λίγες εβδομάδες, όταν είδα το Τρίτο στεφάνι του Κώστα Ταχτσή στο Εθνικό θέατρο. Θυμήθηκα τις διηγήσεις του Γιώργου Παυριανού σχετικά με τη μεταφορά του έργου στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας: λίγο καιρό πριν προτείνει στη Ρένα Βλαχοπούλου να παίξει τη Νίνα, ήθελε τον ρόλο της Εκάβης να τον παίξει η Δέσπω Διαμαντίδου, με Νίνα τη Μελίνα Μερκούρη βέβαια. Η Μελίνα αρνήθηκε, άρα αρνήθηκε και η Δέσπω, και έτσι ο Παυριανός σκέφτηκε τη Ρένα Βλαχοπούλου για τον ρόλο της Νίνας και τη Σμάρω Στεφανίδου για τον ρόλο της Εκάβης. Έχοντας στο νου μου αυτές τις ιστορίες, αλλά και τα καλά λόγια που είχε πει η Δέσπω Διαμαντίδου για τη Ρένα Βλαχοπούλου σε μια εκπομπή της Έλντας Πανοπούλου, το 1999 στην ΕΤ-1, πρότεινα στον ποιητή Σωτήρη Κακίση, που μου είχε ευγενικά παραχωρήσει την άδεια να αναδημοσιεύσω στο blog τη συνέντευξη που είχε πάρει από τη Ρένα Βλαχοπούλου, να αναδημοσιεύσω και τη συνέντευξη που πήρε από τη Δέσπω Διαμαντίδου, με αφορμή την επέτειο του θανάτου της. Ο Σωτήρης Κακίσης συμφώνησε και μάλιστα σκέφτηκε να προσθέσει και ένα υστερόγραφο για τον διεθνούς φήμης βαρύτονο Κώστα Πασχάλη, καθώς στις 9 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από το δικό του μακρύ ταξίδι.
Ευχαριστώ για άλλη μια φορά τον Σωτήρη Κακίση για τη συνέντευξη, το υστερόγραφο και βέβαια το σπάνιο φωτογραφικό υλικό, ειδικά για τη φωτογραφία της Δέσπως, του Κ. Πασχάλη και του Ν. Ζαχαρίου από εκείνο το γεύμα στο σπίτι της μητέρας του Νανάς Κακίση...
Το πρώτο πολύ ευχάριστο γεγονός που θέλω να αναφέρω σε σχέση με τη χθεσινή βραδιά στο Badminton είναι ότι ο κόσμος ανταποκρίθηκε και γέμισε σχεδόν ολόκληρο το θέατρο. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του θεάτρου, η χωρητικότητά του είναι 2.500 άτομα. Σίγουρα χτες στην αίθουσα βρίσκονταν περισσότερα από 2.300 άτομα ενώ, όπως δήλωσε ο παραγωγός του θεάτρου κ. Αδάμ στο τέλος της εκδήλωσης, πουλήθηκαν χτες 1365 εισιτήρια: με άλλα λόγια, συγκεντρώθηκαν για το Ταμείο Αλληλοβοηθείας του ΣΕΗ 13.650 ευρώ. Με δεδομένο ότι όλοι/ες όσοι/ες συμμετείχαν στη χθεσινή εκδήλωση εργάστηκαν αφιλοκερδώς, μπορούμε να πούμε ότι η βραδιά πέτυχε απόλυτα τον σκοπό της να ενισχύσει το ΤΑΣΕΗ (και αν είχαν δοθεί λιγότερες προσκλήσεις ίσως να το είχε ενισχύσει ακόμα περισσότερο).
Η Ρένα Βλαχοπούλου λοιπόν γεμίζει "ακόμα" ένα μεγάλο θέατρο. Βέβαια ένα μεγάλο μέρος του κοινού ήταν μεγάλης ηλικίας αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Στο κάτω-κάτω όταν άτομα μεγάλης ηλικίας μπαίνουν στον κόπο να πάνε σε μια εκδήλωση, δείχνουν ακόμα περισσότερο την αγάπη τους για την καλλιτέχνιδα. Και το γέλιο το κοινού όταν, στην αρχή της εκδήλωσης, είδαμε αποσπάσματα από σκηνές χιλιοπαιγμένων ταινιών της Ρένας ήταν για άλλη μια φορά αυθόρμητο και δυνατό.
Έτσι, ο βασικότερος σκοπός της βραδιάς επετεύχθη: ταλαντούχες/οι καλλιτέχνιδες/οι τίμησαν με τη λάμψη τους, τη φωνή τους και το κέφι τους την αξέχαστη Ρένα ερμηνεύοντας τραγούδια που εκείνη πρωτοτραγούδησε ή/και σημάδεψε με την ερμηνεία της στον κινηματογράφο κυρίως αλλά και στο θέατρο, στη δισκογραφία και το ραδιόφωνο. Υπήρξαν κάποιες αδυναμίες και κάποια λάθη στη βραδιά, κάποιες ατέλειες που ίσως οφείλονταν σε ελλιπείς πρόβες αλλά και κάποιες σοβαρές ανακρίβειες στα κείμενα που έγραψε ο Στέλιος Παπαδόπουλος (στηριζόμενος ίσως στο βιβλίο Βίβα Ρένα του Μ. Δελαπόρτα) και διαβάστηκαν πριν από τα τραγούδια. Η παρουσία γνωστών ηθοποιών, αθλητών και celebrities των MME στο ρόλο παρουσιαστών/τριών (που τους/τις παρουσίαζε ο Μάκης Δελαπόρτας) έδωσε σίγουρα ποικιλία στη βραδιά (η δομή του προγράμματος θύμιζε λίγο τα... βραβεία Αρίων) αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι όλοι/ες όσοι/ες επιλέχτηκαν είχαν θέση σ' αυτήν την εκδήλωση.
Γενικά όμως η εντύπωσή μου από την εκδήλωση είναι θετική, η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή και χαρούμενη και ο κόσμος έδειχνε να την απολαμβάνει. Βασικός εμπνευστής και διοργανωτής της εκδήλωσης ήταν ο Μάκης Δελαπόρτας και η βραδιά είχε, όπως ήταν αναμενόμενο, το γνωστό δικό του στίγμα. Εύσημα για την επιτυχία της δεν ανήκουν όμως μόνο στον διοργανωτή, ανήκουν και στον παραγωγό Μιχάλη Αδάμ που διέθεσε το Badminton και για την εκδήλωση αλλά και για την έκθεση στο φουαγιέ του θεάτρου. Η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν παρούσα στο θέατρο Badminton, μέσα από τα προσωπικά της αντικείμενα, τις τουαλέτες της, τις φωτογραφίες της και βέβαια μέσα από τα τραγούδια που "σημάδεψε" με το ταλέντο της, την ξεχωριστή ερμηνεία της και την ιδιαίτερη ακτινοβολία της.
Η παράσταση ξεκίνησε πολύ γλυκά με τέσσερις κανταδόρους (μέλη του συγκροτήματος "Τραγουδιστάδες τση Ζάκυνθος", αν δεν κάνω λάθος) που εμφανίστηκαν από την πλατεία του θεάτρου και ανέβηκαν στη σκηνή τραγουδώντας την καντάδα των Γιώργου Κατσαρού-Αλέκου Σακελλάριου "Κάτασπρε μικρέ μου κρίνε"--που τραγουδούσαν στην Κόμησσα της Κέρκυρας σιόρα Αντζολίνα δυο κανταδόροι κατά παραγγελία του Αλέκου Αλεξανδράκη...
Αμέσως μετά εμφανίστηκε στη σκηνή ο Μάκης Δελαπόρτας: μίλησε για τη στενή του σχέση με τη Ρένα Βλαχοπούλου και την υπόσχεση που της έδωσε ότι θα φροντίσει να "μοιραστεί" το υλικό που του άφησε με το κοινό της. Αμέσως μετά προβλήθηκε ένα φιλμάκι 15 λεπτών με χαρακτηριστικές σκηνές από τις πιο γνωστές της ταινίες που ετοίμασαν ο Σταμάτης Μαγουλάς, ο Στέλιος Παπαδόπουλος και ο Δελαπόρτας. Οι πασίγνωστες ατάκες της Ρένας και η φωνή της σε μερικά κινηματογραφικά τραγούδια "ζεσταναν" το κοινό και δημιούργησαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα για να ακουστούν ζωντανά οι παλιές της επιτυχίες. Προηγούνταν όμως οι αμαμνήσεις ανθρώπων που συνεργάστηκαν στενά μαζί της. Αν και οι περισσότεροι διηγήθηκαν με... άλλα λόγια ιστορίες που έχουν ξαναπεί σε αντίστοιχες εκδηλώσεις ή εκπομπές, η στενή τους σχέση με τη Ρένα επέβαλλε να τους ακούσουμε για άλλη μια φορά με σεβασμό.
Πρώτη πήρε τον λόγο η Μάρθα Καραγιάννη. Θυμήθηκε τη ζωντάνια και το κέφι της Ρένας στα γυρίσματα των ταινιών και αναφέρθηκε σ' ένα γνωστό περιστατικό: στη μοναδική φορά που πήγε διαβασμένη σε ένα γύρισμα του Κάτι να καίει, αιφνιδιάζοντας έτσι τους πάντες και ιδιαίτερα τους νεαρούς συμπρωταγωνιστές της που δεν διάβαζαν ποτέ τον ρόλο τους όταν είχαν γύρισμα μαζί της γιατί σκόπευαν να τα μάθουν στην πρόβα, μαζί μ' εκείνη.
Αμέσως μετά πήρε τον λόγο ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης, ο άνθρωπος που καθιέρωσε τη Ρένα στον κινηματογράφο. Ο Δαλιανίδης αρχικά μίλησε πολύ αυστηρά για την απουσία της υφυπουργού πολιτισμού Άντζελας Γκερέκου από την εκδήλωση (δήλωσε πως δεν μπορεί να παραστεί για σοβαρό λόγο) και στη συνέχεια θυμήθηκε το γνωστό περιστατικό από τα γυρίσματα της ταινίας Κορίτσια για φίλημα σ' ένα ξενοδοχείο της Ρόδου, όπου η Ρένα, με πολλή αυτοπεποίθηση και χιούμορ δήλωσε βλέποντας τις συμπρωταγωνίστριές της Ζωή Λάσκαρη, Μάρθα Καραγιάννη και Χλόη Λιάσκου "Μ' αυτές τις παλιόγριες θα παίξω;" (Νομίζω ότι η αυθεντική δήλωση της Ρένας ήταν λίγο πιο... τολμηρή, αλλά δεν πειράζει!)
Έπειτα, ο Φώτης Μεταξόπουλος τόνισε για άλλη μια φορά ότι η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν μια από τις καλύτερες παρτενέρ του, κι ας μην τη χορογράφησε ποτέ αφού τον άφηνε πάντα να της κάνει ό,τι ήθελε. Θυμήθηκε πως μια φορά στο Μετροπόλιταν η μεγάλη Κατίνα Παξινού τη μούτζωνε από το πολύ γέλιο... Μίλησε ακόμα για την περίφημη τσιγκουνιά της--για τους πλούσιους--και τη μεγάλη της γενναιοδωρία για τους φτωχούς. Και βέβαια αναφέρθηκε στη γνωστή ιστορία με τις χρυσές λίρες που του χάριζε στα βαφτίσια των παιδιών του: στο τρίτο του παιδί του είπε: "Σταμάτα πια, θα μου φας όλες τις λίρες!" (Σε παλιότερη εκδήλωση ο Μεταξόπουλος είχε παρουσιάσει την αντίδρασή της ως απορία: "Θα κάνεις κι άλλο ωρέ;")
Στη συνέχεια ο Μάκης Δελαπόρτας παρουσίασε τον αδελφό της Ρένας, τον Σπύρο Βλαχόπουλο που ευχαρίστησε τους διοργανωτές και το κοινό, και έπειτα ο Δελαπόρτας αφιέρωσε τη βραδιά στον αγαπημένο σύζυγο της Ρένας, τον Γιώργο Λαφαζάνη. Μπορεί ο ίδιος να μην κατάφερε να παρευρεθεί, έδωσε όμως το παρόν η αδελφή του, η εξαιρετική κυρία Σοφία Λαφαζάνη μαζί με τον σύζυγό της Λευτέρη Σταυρίδη. Και οι δυο τους ήταν κοντά στη Ρένα Βλαχοπούλου ώς το τέλος της... Ο σύζυγος της Ρένας Γιώργος Λαφαζάνης, που δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στην εκδήλωση, με την αδελφή του Σοφία Λαφαζάνη-Σταυρίδη. (φωτογραφία από το βιβλίο Βίβα Ρένα, εκδ. Άγκυρα)
Και ήρθε η ώρα των συνθετών. Πρώτος μίλησε ο Μίμης Πλέσσας, ο οποίος θυμήθηκε τα τραγούδια που έγραψε για τη Ρένα: "Δεν έμοιαζε κανένα με το άλλο. Και μόνον η Ρένα η Βλαχοπούλου θα μπορούσε με κάθε ένα από αυτά να μην φτιάχνει ένα σκαλοπάτι για να ανεβαίνει ή να ανεβαίνουμε, αλλά να φτιάχνει ένα πλατύσκαλο: κι εκεί αράζαμε και δεν το καταλαβαίναμε. Γι' αυτό και χαίρω ιδιαίτατα που σήμερα μπορώ να πω: Ρένα, σ' αποθυμάω. Πού 'σαι, ρε κοριτσάρα μου, πού 'σαι μ' αυτό το ταλέντο σου να 'ρθεις να πεις άλλο ένα τραγούδι μου για να 'χουμε να λέμε ύστερα από εκατό χρόνια;" Και μετά ο Γιώργος Κατσαρός τόνισε ότι όχι μόνο το ένα τραγούδι δεν έμοιαζε με το άλλο, αλλά και το ίδιο τραγούδι δεν ήταν ποτέ ίδιο όταν η Ρένα το τραγουδούσε για δεύτερη φορά. Οι αυτοσχεδιασμοί της πάντα το μεταμόρφωναν.
Και έφτασε η ώρα των τραγουδιών. Ο Μάκης Δελαπόρτας παρουσίασε τη Φιλαρμονική του Δήμου Γλυφάδας και τον μαέστρο της, τον Γιώργο Τσιλιμπάνη. Η Φιλαρμονική έπαιξε μια μικρή ουβερτούρα με ρεφραίν από γνωστά τραγούδια της Ρένας κι αμέσως μετά ο διοργανωτής παρουσίασε την πρώτη... παρουσιάστρια της βραδιάς.
Η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, από τους/τις λίγους/ες παρουσιαστές/τριες που ξέφυγαν από τα κείμενα που είχε γράψει ο Στέλιος Παπαδόπουλος και μίλησαν αυθόρμητα για τη Ρένα, είπε πως οι ηθοποιοί κάνουν αυτή τη δουλειά γιατί θέλουν να ανήκουν, να διευρύνουν την οικογένειά τους, κι η Ρένα το κατάφερε αυτό, αφού όλη η Ελλάδα είναι οικογένειά της. Μετά όμως η Κωνσταντινίδου επέστρεψε στο κείμενό της και αφού παρουσίασε κάποια βιογραφικά στοιχεία των πρώτων χρόνων της ζωής της Ρένας είπε ότι το τραγούδι "Τι κρίμα αγάπη μου" των Γιάννη Σπάρτακου-Αιμίλιου Σαββίδη είναι "ένα από τα πρώτα γνωστά και αγαπημένα της τραγούδια", πράγμα που δεν ισχύει, αφού το τραγούδι αυτό γράφτηκε το 1959! Το "Τι κρίμα αγάπη μου " τραγούδησε στη σκηνή του Badminton η Τζούλι Μασίνο, αστέρι της τζαζ, αλλά, επιτρέψτε μου να πω ότι η ερμηνεία της Ρένας Βλαχοπούλου στο τραγούδι αυτό παραμένει απαράμιλλη...
Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης αναφέρθηκε στην πρώτη συνεργασία της Ρένας Βλαχοπούλου με το θέατρο "Ακροπόλ" και παρουσίασε το τραγούδι του 1952 "Στο Άλα Κάλα Κούμπα" που έγραψαν ο Γιώργος Μουζάκης και η θρυλική επιθεωρησιακή τριάδα Γιώργος Ασημακόπουλος-Βασίλης Σπυρόπουλος-Παναγιώτης Παπαδούκας (αν και στους παλιότερους δίσκους ως στιχουργός αναφερόταν επίσης ο Μουζάκης). Το "Άλα Κάλα Κούμπα" τραγούδησε χτες το βράδυ με αρκετό μπρίο η Ματθίλδη Μαγγίρα.
Η ηθοποιός Πέγκυ Τρικαλιώτη είπε ότι και η ίδια μεγάλωσε με τη Ρένα Βλαχοπούλου και στη συνέχεια αναφέρθηκε στη συνεργασία της Ρένας με τον Γιάννη Σπάρτακο και στην περιοδεία τους στη Μέση Ανατολή και την Αμερική, για να παρουσιάσει το τραγούδι "Θα σε πάρω να φύγουμε" με μουσική του Σπάρτακου και στίχους του Αλέκου Σακελλάριου και του Δημήτρη Ευαγγελίδη (και όχι του Χρήστου Γιαννακόπουλου, όπως διάβασε η ηθοποιός από το χαρτί που είχε μπροστά της). Το τραγούδι ερμήνευσε ο ηθοποιός Παναγιώτης Πετράκης που με τα δυο τραγούδια του και την εντυπωσιακή έκταση της φωνής του απέσπασε ίσως το περισσότερο χειροκρότημα από όσους/ες εμφανίστηκαν στη σκηνή του Badminton (με εξαίρεση βέβαια τη Ζωζώ Σαπουντζάκη)...
Αμέσως μετά ο Δελαπόρτας κάλεσε στη σκηνή την Έλντα Πανοπούλου, στενή συνεργάτιδα, φίλη και κουμπάρα της Ρένας Βλαχοπούλου. Φυσικά η Έλντα Πανοπούλου δεν είχε ανάγκη κανένα χαρτί, μοιράστηκε μαζί μας από καρδιάς, με αυτοσαρκαστικό χιούμορ ("εγώ τη φώναζα κυρία Ρένα, εκείνη με φώναζε χαηδευτικά 'βουβαλόπαιδο΄") αλλά και με γνήσια συγκίνηση τις αναμνήσεις της από τη "δασκάλα" της. Θυμήθηκε τον επεισοδιακό γάμο της και την ιστορία με τις λαμπάδες που η κουμπάρα Ρένα ξέχασε να φέρει αλλά και τα "κινέζικα" της Ρένας όταν φάγανε πρώτη φορά μαζί σε κινέζικο εστιατόριο. Η Έλντα ανέφερε ότι η πολιτεία θα έπρεπε να έχει προτείνει στη Ρένα να παίξει Αριστοφάνη στην Επίδαυρο (ας επισημάνουμε όμως γι' άλλη μια φορά ότι η ίδια η Ρένα μάλλον ποτέ δεν θέλησε πραγματικά να το κάνει) και τόνισε πως αν και η Ρένα είχε δηλώσει ότι τη θεωρεί συνέχειά της, η ίδια δεν αισθάνεται έτσι και γι' αυτό δεν τόλμησε να παίξει τους ρόλους της ή να τραγουδήσει τα τραγούδια της. Το τραγούδι που παρουσίασε η Έλντα, πάντως, το "Κάποιος, κάπου, κάποτε" των Μενέλαου Θεοφανίδη-Μίμη Τραϊφόρου-Γιώργου Γιαννακόπουλου, δεν το πρωτοτραγούδησε η Ρένα, όπως είπε η Έλντα, αλλά η αξέχαστη Σοφία Βέμπο. Σίγουρα όμως και οι δυο ηχογραφήσεις αυτού του τραγουδιού από τη Ρένα ήταν εξαιρετικές. Εξαιρετικά το τραγούδησε και η σπουδαία Χαρά Κεφαλά στη σκηνή του Badminton.
Ο επόμενος παρουσιαστής ήταν ο ηθοποιός Στέλιος Καλαθάς που μίλησε για τις δραστηριότητες της Ρένας τη σεζόν 1956-57: αφενός την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση στις Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες (είναι λάθος να επαναλαμβάνεται ότι η ταινία δεν είχε εισπρακτική επιτυχία, είχε κατακτήσει την 4η θέση στον πίνακα εισιτηρίων με περισσότερες από 100.000 εισιτήρια, απλώς το φιλμ δεν εκμεταλλεύτηκε ιδιαίτερα τις κωμικές ικανότητες της Ρένας και γι' αυτό δεν την ωφέλησε ιδιαίτερα) και αφετέρου την εμφάνισή της στην επιθεώρηση Σιγά και με το μαλακό του θεάτρου Ακροπόλ, όπου η Ρένα ερμήνευσε το υπέροχο τραγούδι "Το αλκοόλ κι η νικοτίνη" των Ζακ Ιακωβίδη-Γιάννη Βέλλα-Ασημάκη Γιαλαμά-Γιώργου Θίσβιου-Κώστα Πρετεντέρη (ομολογουμένως είναι πολλοί οι δημιουργοί του τραγουδιού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε να αναφέρεται μόνο το όνομα του Ιακωβίδη, όπως έκανε ο κ. Καλαθάς). Τις δυο στροφές του εξαιρετικού αυτού τραγουδιού μας θύμησε η σημαντική ερμηνεύτρια Νίνα Λοτσάρη. Σας υπενθυμίζω ότι το τραγούδι αυτό υπάρχει σε CD με την εξίσου σημαντική ερμηνεία της Χαράς Κεφαλά, διαβάστε εδώ περισσότερα).
Στη συνέχεια εμφανίστηκαν οι δυο πρωταθλήτριες Πηγή Δεβετζή και Κατερίνα Θάνου (δεν μπόρεσα να μη θυμηθώ πως λίγες μέρες μετά τον θάνατο της Ρένας Βλαχοπούλου η Ελλάδα ένιωθε άβολα για κάποια θλιβερά γεγονότα, λίγο πριν την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων) για να διαβάσουν ένα κείμενο σχετικό με τη συνεργασία της Ρένας Βλαχοπούλου με τον Μάνο Χατζιδάκι. Εδώ ακούστηκαν οι σοβαρότερες ανακρίβειες: η Οδός Ονείρων δεν ανέβηκε το 1961, αλλά το 1962. Ίσως να μην είναι ακόμα πολύ γνωστό ότι δεν κάλεσε ο Χατζιδάκις τη Ρένα για να συνεργαστούν, αλλά η Ρένα τον Χατζιδάκι (έχω γράψει επανειλημμένα για αυτή την ιστορία), αλλά αυτό που είναι αρκετά γνωστό είναι ότι στην παράσταση εκείνη η Ρένα δεν τραγούδησε το "Έλα πάρε μου τη λύπη". Το βασικό της τραγούδι ήταν το "Άστρο της ανατολής". Το "Έλα πάρε μου τη λύπη" των Μ. Χατζιδάκι-Νίκου Γκάτσου είναι παλιότερο τραγούδι και η Ρένα το ηχογράφησε στους ραδιοθαλάμους του ΕΙΡ (και ευτυχώς μας το θυμίζει κάθε τόσο ο Σιδερής Πρίντεζης από τις εκπομπές του). Στη χθεσινή βραδιά το τραγούδησε με κέφι ο ηθοποιός Αντώνης Λουδάρος, από τις υπολογίσιμες μονάδες στον χώρο του μιούζικαλ).
Άλλη μια υπολογίσιμη μονάδα στον χώρο του μιούζικαλ είναι η ηθοποιός Βασιλική Ανδρίτσου που πήρε στη συνέχεια το μικρόφωνο για να μιλήσει για το ξεκίνημα της Ρένας Βλαχοπούλου ως ηθοποιού. Η Ανδρίτσου μίλησε για την επιθεώρηση Σουσουράδα και για το θρυλικο νούμερο "Κάνε μου τέτοια". Το κλασικό αυτό αρχοντορεμπέτικο τραγούδησε μια μαστόρισσα του είδους, η αειθαλής "Βασίλισσα της νύχτας" Ζωζώ Σαπουντζάκη. Καλή φίλη της Ρένας, είχαν μάλιστα συνεργαστεί αρκετές φορές στο σανίδι και την πίστα, σάρωσε τη σκηνή του Badminton με το γνωστό της στιλ που ακόμα και αν σε κάποιους/ες δεν αρέσει, δεν μπορούμε παρά να της βγάλουμε το καπέλο για την αντοχή της και τη ζωντάνια της.
Ένας νέος ηθοποιός που, όπως είπε ο Μάκης Δελαπόρτας, γνωρίζει πολύ καλά τον ελληνικό κινηματογράφο, ο Χάρης Ασημακόπουλος πήρε στη συνέχεια τον λόγο για να εκφράσει τη χαρά του που παίρνει μέρος στην εκδήλωση αλλά και για την τσίχλα της Μάρθας Καραγιάννη που... ήταν κολλημένη στο χαρτί του! Ο Ασημακόπουλος θυμήθηκε την ταινία Κορίτσια για φίλημα και τις πρωτιές της (πρώτη ταινία με στερεοφωνικό ήχο και πρώτη θέση στον πίνακα των εισιτηρίων της χρονιάς εκείνης). Ένα από τα τραγούδια της ταινίας, το "Γελά γαλάζιος ουρανός" των Μίμη Πλέσσα-Βαγγέλη Γκούφα τραγούδησε αμέσως μετά η Κλειώ Δενάρδου. Συμπατριώτισσα της Ρένας και συνεργάτιδά της σε θέατρα και κέντρα στις αρχές του '70, η Δενάρδου έγινε δεκτή από το κοινό της βραδιάς με θερμό χειροκρότημα. Η επόμενη παρουσιάστρια της παράστασης ήταν η Έμμυ Λιβανίου που μίλησε για το Κάτι να καίει. Διάβασε μια από τις διθυραμβικές κριτικές που γράφτηκαν τότε για την ερμηνεία της Ρένας Βλαχοπούλου, ενώ το κοινό χειροκρότησε αυθόρμητα στο άκουσμα του ονόματος "Έλενα Ναθαναήλ", που συμπρωταγωνιστούσε με τη Ρένα στην ταινία εκείνη, στην οποία η μούσα μας τραγουδούσε τη "Γλυκιά ζωή" των Μίμη Πλέσσα-Κώστα Κινδύνη. Η Χαρά Κεφαλά ανέλαβε να μας θυμίσει το τραγούδι αυτό και τα κατάφερε πολύ καλά. Αμέσως μετά το τραγούδι της η γλυκύτατη Χαρά βρήκε την ευκαιρία να πει από μικροφώνου στον Γιάννη Δαλιανίδη ότι είναι πολύ μεγάλο απωθημένο της να τη σκηνοθετήσει! Η ηθοποιός Θεοφανία Παπαθωμά μίλησε για την επιτυχημένη πορεία της Ρένας Βλαχοπούλου στις ρεβί πίστας του '50 και του '60 και για το τραγούδι "Έχω απόψε ραντεβού" που η Ρένα τραγούδησε σε δίσκους το 1960 αλλά και το 1993, σε ένα χαριτωμένο ντουέτο με την Αλέξια που έδωσε την ευκαιρία στη νεότερη γενιά να γνωρίσει και να αγαπήσει το τραγούδι των Γιώργου Μουζάκη-Γιώργου Οικονομίδη. Ο Παναγιώτης Πετράκης ανέλαβε να δώσει μια νέα, αντρική ερμηνεία του τραγουδιού (ο πρώτος που το επιχείρησε αυτό ήταν, αν δεν κάνω λάθος, ο Λάκης Λαζόπουλος) και κέρδισε και πάλι το ζωηρό χειροκρότημα της πλατείας του Badminton.
Ο ηθοποιός Μάνος Πίντζης, αφού είπε "Ρένα, ευχαριστώ (ούμε?) πάρα πολύ για την κληρονομιά που μας άφησες", μίλησε, με το ένα χέρι στην τσέπη (ίσως αυτή η στάση τον βοηθούσε να καταπολεμήσει το τρακ του), για τη συνεργασία της Ρένας Βλαχοπούλου με τον Αλέκο Σακελλάριο που ξεκίνησε με την κωμωδία Όταν λείπει η γάτα. Ένα επιτυχημένο τραγούδι από αυτή την ταινία, το "Ας πάει και το παλιάμπελο" των Γιώργου Μουζάκη-Αλέκου Σακελλάριου-Χρήστου Γιαννακόπουλου μας θύμισε η Νίνα Λοτσάρη. Δεν μπόρεσα να εξηγήσω την επιλογή αυτού του τραγουδιού για (από?) τη Νίνα Λοτσάρη, όχι επειδή δεν το είπε καλά, αλλά επειδή θα μπορούσε να πει πολύ καλύτερα και εντυπωσιακότερα κάποιο από τα τζαζ ή άλλα έλαφρά κομμάτια της Ρένας Βλαχοπούλου. Ίσως, και αυτό καταγράφεται ως αδυναμία ολόκληρου του προγράμματος, η επιμονή στη γνωστή εικόνα της Ρένας Βλαχοπούλου ως κωμικής ηθοποιού και ερμηνεύτριας κινηματογραφικών τραγουδιών να οδήγησε σ' αυτές τις επιλογές των χιλιοακουσμένων σουξέ. Έτσι όμως έμειναν έξω υπέροχα τραγούδια που έχει πρωτοπεί η Ρένα (και πολλά δεν έχουν δυστυχώς ηχογραφηθεί με τη φωνή της) και που θα άξιζε να τραγουδηθούν από σύγχρονες σπουδαίες φωνές όπως η Λοτσάρη και η Κεφαλά.
Ο δημοσιογράφος Αντώνης Πρέκας πήρε στη συνέχεια το μικρόφωνο για να μιλήσει για την έναρξη της συνεργασίας της Ρένας με τον Φίνο στην ταινία Μερικοί το προτιμούν κρύο (ο δημοσιογράφος ζήτησε από το κοινό ένα χειροκρότημα και για τον Ντίνο Ηλιόπουλο). Την ταινία ανέλαβαν να μας θυμίσουν η Ματθίλδη Μαγγίρα και ο Αντώνης Λουδάρος, τραγουδώντας με κέφι το "Σαν ξημερώνει Κυριακή" των Μίμη Πλέσσα-Γιάννη Δαλιανίδη.
Η τηλεπαρουσιάστρια Κατερίνα Καραβάτου εμφανίστηκε με ένα εντυπωσιακά αστραφτερό φόρεμα για να μιλήσει για τη διαχρονική επιτυχία του τραγουδιού "Έχω στενάχωρη καρδιά" των Μίμη Πλέσσα-Γιάννη Δαλιανίδη που εξακολουθεί, όπως είπε, να κάνει την Ελλάδα να αγκαλιάζεται και να χορεύει χασαποσέρβικο. Η πλέον αρμόδια για να ερμηνεύσει το τραγούδι ήταν φυσικά η Ζωζώ Σαπουντζάκη που φυσικά δεν περιορίστηκε στη σκηνή, αλλά κατέβηκε και στην πλατεία για να χορέψει και να τραγουδήσει, για τη Ρένα της, "Και οι χαρές που καρτερώ μη σώσουνε και 'ρθούνε" ενώ στο τέλος φρόντισε να παραλλάξει τους στίχους λέγοντας "Και οι χαρές που καρτερώ, με το καλό να 'ρθούνε..."
Αμέσως μόλις τέλειωσε το τραγούδι της, και χωρίς την παρέμβαση του Μάκη Δελαπόρτα, εμφανίστηκε ο Τάκης Ζαχαράτος ως... Ρένα Βλαχοπούλου για να ψευτοτσακωθεί με τη Ζωζώ που πετάει το... πόδι έξω. Ακολούθησε ένα κεφάτο ημι-αυτοσχέδιο νούμερο 7 λεπτών στο οποίο οι δυο... φίλες θυμήθηκαν τον γάμο της Ζωζώς, την επίσκεψη της Ρένας στο σπίτι της στην Κινέτα, τον γάμο της αλλά και... τραγουδιστικές επιτυχίες της Ζωζώς... (Ο Ζαχαράτος τις μιμήθηκε τελικά και τις δυο!) Το νούμερο ολοκληρώθηκε με τη Ζωζώ και τη "Ρένα" να θυμίζουν την κοινή τους εμφάνιση στο θέατρο Μετροπόλιταν ("Δεν λέω πότε, να το πω;" "Χρονολογία όχι, πες" "Να πω;" "Όχι, πες!") στο φινάλε της επιθεώρησης Κάθε καρυδιάς καρύδι, τραγουδώντας το "Πρίμο σεκόντο" των Μενέλαου Θεοφανίδη-Γιαλαμά-Θίσβιου-Πρετεντέρη (συγκινητική, πράγματι, αναβίωση που καταγράφτηκε πριν από λίγα χρόνια σε ένα βίντεο για επιθεώρηση του "Μινώα" και χρησιμοποιήθηκε και από τον Τάκη Ζαχαράτο σε δικές τους παραστάσεις).
Η Ζωζώ αποχώρησε και έμεινε στη σκηνή ο Τάκης Ζαχαράτος για να τραγουδήσει ως "Ρένα" το "Η Αθήνα τη νύχτα" των Μίμη Πλέσσα-Γιάννη Σαντοριναίου και το Κοκορίκο" των Γιώργου Κατσαρού-Αλέκου Σακελλάριου, μιμούμενος απολαυστικά τις κωμικές χορευτικές κινήσεις της Ρένας Βλαχοπούλου. O Μάκης Δελαπόρτας δήλωσε αμέσως μετά ότι σε αυτό το τραγούδι είδε κάποτε η Ρένα Βλαχοπούλου τον Ζαχαράτο να τη μιμείται (σ' ένα μαγνητοσκοπημένο σόου από το Καζίνο της Θεσσαλονίκης) και εντυπωσιάστηκε από την ομοιότητά τους.
Η τελευταία διασημότητα που προσκλήθηκε στη σκηνή από τον Δελαπόρτα ήταν η Βάνα Μπάρμπα (της οποίας την καριέρα ο Δελαπόρτας προσπάθησε να παραλληλίσει με στοιχεία της καριέρας της Ρένας, ανεπιτυχώς κατά τη γνώμη μου). Η Βάνα Μπάρμπα δήλωσε πως δεν θέλησε να πει τα λόγια που της έγραψαν, αλλά να μιλήσει με την καρδιά της. Είπε ότι στις τελευταίες στιγμές της Ρένας ο μόνος άνθρωπος που ήταν δίπλα της ήταν ο Μάκης Δελαπόρτας. Το κοινό χειροκρότησε αλλά ευτυχώς ο ίδιος ο Δελαπόρτας έσπευσε να τη διαψεύσει λέγοντας ότι εκτός από τον ίδιο και τον σύζυγο της Ρένας ήταν κοντά της και η αδελφή του, η κυρία Σοφία Λαφαζάνη, αλλά και άλλοι, πολύ λίγοι όμως, άνθρωποι. Θεωρώ λίγο μίζερο να γίνεται αναφορά μ' αυτόν τον τρόπο στις τελευταίες στιγμές της Ρένας Βλαχοπούλου. Η ίδια η Ρένα είχε αποφασίσει να απομονωθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής της, μαζί με τους λίγους ανθρώπους που η ίδια είχε επιλέξει να της κρατούν συντροφιά στα τελευταία δύσκολα χρόνια (ανάμεσά τους σαφώς ο Μάκης Δελαπόρτας, αλλά και η στενή της φίλη Μαρία Πανταζώνα την οποία η Ρένα αποκαλούσε κόρη της και η οποία ανιδιοτελώς και αθόρυβα στάθηκε στο πλευρό της από το 1988 ως το τέλος, ο ζωγράφος Νίκος Ζαχόπουλος και λίγα ακόμα άτομα, όχι απαραίτητα συγγενείς της, αλλά άνθρωποι που η ίδια θεωρούσε φίλους της). Δεν νομίζω ότι η Ρένα έφυγε "μόνη" και δεν βρίσκω τον λόγο να εκμαιεύεται η συγκίνηση του κοινού με αυτόν τον τρόπο, ειδικά σε μια βραδιά κεφιού και αγάπης για τη Ρένα Βλαχοπούλου.
Η Βάνα Μπάρμπα ευχαρίστησε τον κόσμο που γέμισε το θέατρο για τη Ρένα αλλά και στήριξε με αυτόν τον τρόπο τους/τις ηθοποιούς και το ΤΑΣΕΗ. Δικαίως ευχαρίστησε για τη συμβολή τους στην πραγματοποίηση της βραδιάς τον Γιώργο Γιώργα, τον Τάκη Γιώργα και τον Μιχάλη Αδάμ. Ο Δελαπόρτας ευχαρίστησε ακόμα τον Στέλιο Παπαδόπουλο για τα κείμενα και τον ζωγράφο Νίκο Ζαχόπουλο που πρόσφερε τις προσωπογραφίες της Ρένας για την έκθεση που έστησε η Δέσποινα Βολίδη και κάλεσε στη σκηνή την Κλειώ Δενάρδου για να τραγουδήσει την "Κέρκυρα" των Κατσαρού-Σακελλάριου. Την πλαισίωσαν η Ζωζώ Σαπουντζάκη, η Νίνα Λοτσάρη, η Χαρά Κεφαλά, ο Παναγιώτης Πετράκης, ο Αντώνης Λουδάρος, η Ματθίλδη Μαγγίρα και η Τζούλι Μασίνο. Στη διάρκεια του τραγουδιού άρχισαν να προβάλλονται στην οθόνη σκηνές από τις ταινίες της Ρένας, με την αγαπημένη γελαστή μορφή της.
Αμέσως μετά το τραγούδι ανέβηκαν στη σκηνή ο Μιχάλης Αδάμ που δήλωσε ότι είναι πρόθεση του θεάτρου Badminton να συνεχίσει τη διοργάνωση τέτοιων τιμητικών βραδιών, όχι μόνο για καλλιτέχνες/ιδες που έφυγαν αλλά και για όσους/ες είναι ακόμα εδώ. Όπως πολύ σωστά τόνισε, δεν χρειάζεται να χρησιμοποιούμε πάντα σαν άλλοθι την πολιτεία, αλλά με τα μέσα που διαθέτει ο καθένας/η καθεμία μπορεί να αναγνωρίζει και να τιμά την προσφορά των ταλαντούχων ανθρώπων που πρόσφεραν στον πολιτισμό. Τελευταίος ανέβηκε στη σκηνή ο ηθοποιός Σπύρος Μπιμπίλας για να ευχαριστήσει τους διοργανωτές (αλλά και τη Ρένα Βλαχοπούλου) για τη βραδιά αυτή και να μιλήσει για τη σημασία του ΤΑΣΕΗ. Ανκόρ της βραδιάς η "Κέρκυρα" και ο κόσμος άρχισε να αποχωρεί ικανοποιημένος...
Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η παράσταση Diva Rena στο θέατρο Badminton. Παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις και επιφυλάξεις μου, επαναλαμβάνω ότι ήταν μια χαρούμενη, ζεστή βραδιά και ότι πέτυχε τον σκοπό της να θυμήσει και να τιμήσει τη σπουδαία Ρένα Βλαχοπούλου, θυμίζοντας σημαντικές στιγμές από το έργο της. Κλείνοντας να ευχηθώ να υπάρξουν και άλλες βραδιές όχι μόνο για άλλους/ες σπουδαίους/ες εκπροσώπους του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και για την ίδια Ρένα, εκδηλώσεις που θα μας βοηθήσουν να γνωρίσουμε όλες τις πτυχές του τεράστιου ταλέντου της και της προσωπικότητάς της, και ίσως άγνωστες στιγμές του ρεπερτορίου της και της καριέρας της γενικότερα. Της το οφείλουμε.